Με το Νόμο 4013/11 τροποποιήθηκε το πτωχευτικό δίκαιο και συγκεκριμένα  η διαδικασία υπαγωγής  των  προβληματικών επιχειρήσεων στις διατάξεις του άρθρου 99 του Πτωχευτικού Κώδικα.

Η νέα νομοθεσία εισήγαγε μια «προ-πτωχευτική» διαδικασία με στόχο να προληφθεί αυτή καθεαυτή η πτώχευση των νομικών προσώπων, μέσω μιας προηγούμενης προσπάθειας οικονομικής εξυγίανσης τους, ώστε να δοθεί στις υπερχρεωμένες επιχειρήσεις, που βρίσκονται σε οικονομική επισφάλεια, μια δυνατότητα περιορισμού των απωλειών και παράλληλα μια δεύτερη ευκαιρία να διεκδικήσουν τη βιωσιμότητά τους.

Σκοπός του νόμου ήταν η άμεση επέμβαση στις προβληματικές επιχειρήσεις , κατόπιν αιτήσεώς τους και δικαστικής αποφάσεως, προκειμένου να ρυθμίσει κατά τρόπο καίριο και ουσιαστικό τις σχέσεις οφειλετών –πιστωτών, να δρομολογήσει διαδικασία αναδιάρθρωσης των υπερχρεωμένων και ως εκ τούτου προβληματικών επιχειρήσεων και να τις εξυγιάνει , με όσο το δυνατόν μικρότερο τίμημα αναφορικά με τις απώλειες θέσεων εργασίας  ή τις οφειλές της επιχείρησης προς τρίτους (ΝΠΙΔ ή τραπεζικά ιδρύματα) ή δημόσια ταμεία, ασφαλιστικούς φορείς, εφορία.

Δυστυχώς σχεδόν δύο χρόνια μετά την ψήφιση  και την εφαρμογή του νόμου, που εισήγαγε αυτό το μέτρο πρόληψης και άμεσης επέμβασης στην επιχειρηματική δραστηριότητα με αντικείμενο τη διάσωση των προβληματικών εταιρειών, αντί να περιορισθεί το φαινόμενο των χρεωκοπημένων και πτωχευμένων εταιριών, όλο και μεγαλώνει η λίστα εκείνων των επιχειρήσεων, που στριμώχνονται για να καταθέσουν αιτήσεις για υπαγωγή τους στη διαδικασία του άρθρου 99.

Μέχρι σήμερα, εμπορικές εταιρίες που χαρακτηρίζονταν ως σημαντικές και εύρωστες, κάποιες από αυτές δε, «χαρακτήριζαν» και την εμπορική δραστηριότητα της χώρας την προηγούμενη δεκαετία προσέφυγαν ήδη από τις πρώτες στις διατάξεις του νόμου. Ο Τύπος κάνει συχνές αναφορές σε λίστες αυτών των εταιριών.

Οι διατάξεις του συγκεκριμένου νόμου, θα έλεγε κανείς ότι από σανίδα σωτηρίας για τα υπερχρεωμένα νομικά πρόσωπα κατέληξαν να «χρησιμοποιούνται» ως καταφύγιο για τα φυσικά πρόσωπα που τα εκπροσωπούσαν. Γιατί οι Εταιρίες ακόμα και κατόπιν της προσπάθειας εξυγίανσης, πτώχευσαν τελικά, αλλά οι εταίροι όχι.

Μάλιστα κάποιοι από αυτούς δραστηριοποιηθήκαν εκ νέου, με νέα επιχειρηματικά εγχειρήματα και μάλιστα πολύ σύντομα ξαναμπήκαν στη αγορά.

Ο νόμος 4013/11 φαίνεται ότι στην πράξη, αντί να προλαβαίνει την πτώχευση των επιχειρήσεων, λειτουργεί μάλλον ως «άλλοθι» για τους επιχειρηματίες.

 

Ερωτάται ο Υπουργός

Πόσες και ποιες είναι οι εταιρίες που αιτήθηκαν και υπήχθησαν στις διατάξεις του άρθρου 99, από την εφαρμογή του νόμου μέχρι σήμερα;

Πόσες εταιρίες από αυτές που ζήτησαν υπαγωγή, τελικά κατάφεραν το σκοπό του νόμου, ήτοι να επιτύχουν μέσω του άρθρου 99 την οικονομική τους εξυγίανση και να είναι σήμερα οικονομικά δραστήριες;

Πόσες και ποιες είναι εκείνες που πολύ σύντομα, μετά την υπαγωγή τους,  ανακοίνωσαν την πτώχευσή τους και την οικονομική τους απαξίωση;

Ποια τα πρόσωπα που αποτελούν τα ΔΣ των επιχειρήσεων αυτών και τις εκπροσωπούσαν νόμιμα;

Ποιες ήταν οι ετήσιες αποδοχές των εμμίσθων μελών ΔΣ, διευθυνόντων συμβούλων και διευθυντικών στελεχών των εταιριών αυτών για τα δύο έτη που προηγήθηκαν της υπαγωγής της εταιρίας, που διοικούσαν στο άρθρο 99;

Ποια είναι σήμερα η κατάληξη των νομίμων εκπροσώπων, των διευθυνόντων συμβούλων, των διοικητικών συμβουλίων και των διαχειριστών των εταιριών αυτών; Πόσο έμειναν οι νόμιμοι εκπρόσωποι και τα μέλη των ΔΣ των εταιριών που πέτυχαν την υπαγωγή τους στο άρθρο 99 εκτός του επιχειρηματικού χώρου;

Ποια είναι σήμερα η οικονομική και επιχειρηματική δραστηριότητα των νομίμων εκπροσώπων, διευθυνόντων συμβούλων και των μελών ΔΣ των εταιριών, που έκαναν χρήση των ευνοϊκών ρυθμίσεων και της νέας διαδικασίας του άρθρου 99 και κατόπιν απαξιώθηκαν οικονομικά και οδηγήθηκαν στην πτώχευση; Και τι φορολογικά στοιχεία εμφανίζουν οι ανωτέρω ως φυσικά πρόσωπα;

Για το σύνολο των ως άνω ερωτήσεων καλείσθε όπως καταθέσετε τα αντίστοιχα δημόσια έγγραφα και φορολογικά στοιχεία.

 

Ο Ερωτών Βουλευτής

Γ. Κωνσταντόπουλος