ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΛΙΒΑΝΟΥ (17-20 Μαίου 1944). Ομιλία ΤΟΥ Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ (Γέρου της Δημοκρατίας) Αντώνιος Ι. Ζαρκανέλας π. Γενικός Διευθυντής Ανάπτυξης Νομαρχίας Θεσ/νίκης
Στη Συνδιάσκεψη συμμετέχει η εξόριστη Ελληνική Κυβέρνηση του Καϊρου εκπροσωπούμενη από τον Πρωθυπουργό Γ. Παπανδρέου, και 28 αντιπρόσωποι 17, περίπου, κομμάτων και οργανώσεων από την Ελλάδα, μεταξύ των οποίων ήταν και «Κυβέρνηση του Βουνού», η ΠΕΕΑ. Την ΠΕΕΑ (Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης), εκπροσωπούν οι Σβώλος, Ασκούτσης, Αγγελόπουλος, το ΚΚΕ ο Ρούσος, το ΕΑΜ οι Πορφυρογένης και Στρατής και ο Στ. Σαράφης ως στρατιωτικός τους σύμβουλος. Η Συμφωνία, εννέα σημείων, προέβλεπε πρωτίστως τη συγκρότηση Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας , την αντιμετώπιση θεμάτων οργάνωσης των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων Μέσης Ανατολής, των αντιστασιακών οργανώσεων, τη μελλοντική τιμωρία των συνεργατών των κατακτητών κλπ.
«Η Κυβέρνηση του Βουνού» αποφασίζει, δύο μήνες μετά, στις 28 Ιουλίου 1944 , μετά από συνεδρίαση της ΠΕΕΑ, τη συμμετοχή της στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας με την ανάληψη των εξής υπουργείων από την ΠΕΕΑ: Σβώλος, Υπουργός Οικονομικών, Ασκούτσης Συγκοινωνιών, Αγγελόπουλος Υφυπουργός Οικονομικών, από το ΚΚΕ Πορφυρογένης Υπουργός Εργασίας, Ζέβγος Γεωργίας, από το ΕΑΜ ο Τσιριμώκος Υπουργός Εθνικής Οικονομίας.
Στα πλαίσια της Διάσκεψης του Λιβάνου και πριν από την έναρξη των εργασιών της, ο Πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου, θέλοντας να περιγράψει το πλαίσιο στο οποίο γινόταν η συνάντηση, έκανε τις παρακάτω κρυστάλλινα καθαρές, όπως αναφέρει ο Ανδρέας Παπανδρέου στο βιβλίο του Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΤΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ, δηλώσεις:
«Κόλαση είναι σήμερα η κατάσταση στην Πατρίδα μας. Σφάζουν οι Γερμανοί. Σφάζουν τα Τάγματα Ασφαλείας. Σφάζουν και οι Αντάρτες. Σφάζουν και καίνε. Τι θα απομείνει από τη δυστυχισμένη μας χώρα; Η ευθύνη του ΕΑΜ είναι ότι δεν απέβλεπε μόνο στον απελευθερωτικό αγώνα, αλλά θέλησε να προετοιμάσει την μεταπολεμική δυναμική του επικράτηση. Γι΄αυτό επιδίωξε, πρώτον, την μονοπώληση του Εθνικού μας Αγώνα. Και επιδίωξε, δεύτερον, την τρομοκράτηση και εξόντωση των αντιπάλων του. Ταύτισε τον εαυτό του με το Κράτος. Περιέλαβε στους σκοπούς του μετά την απελευθέρωση, τον έλεγχο του κράτους με την βία. Οι αντίπαλοι του ΕΑΜ θεωρήθηκαν εχθροί της Πατρίδος. Αλλά αυτό μπορεί να συμβεί μόνον στον Φασισμό, όπου το κόμμα ταυτίζεται με το κράτος. Στις Δημοκρατίες – και εμείς θέλουμε να είμεθα δημοκρατία και αγωνιζόμαστε γι΄αυτό – το κόμματα δεν υποτάσσουν το Κράτος αλλά υποτάσσονται στο Κράτος.
Και ο Στρατός δεν ανήκει στο κόμμα, αλλά στο Έθνος. Με την τρομοκρατική αυτή δράση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ δημιουργήθηκε, δυστυχώς, το ψυχολογικό κλίμα που επέτρεψε στους Γερμανούς να επιτύχουν και κατά τον τρίτο χρόνο της δουλείας του Έθνους μας, ό,τι δεν είχαν κατορθώσει κατά τα δύο πρώτα έτη – την δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας, των οποίων προορισμός είναι ο εμφύλιος πόλεμος. Με τον τρόπο αυτό οδηγηθήκαμε στο φαύλο κύκλο, που οδηγεί το λαό μας σε ακόμη χειρότερες καταστάσεις. Από αυτό τον φαύλο κύκλο πρέπει να βγούμε όσο πιο γρήγορα γίνεται. Και αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με έναν τρόπο: Με την εξαφάνιση του ταξικού στρατού (σ.σ. του ΕΛΑΣ)και τη δημιουργία ενός Εθνικού Στρατού».
Το παραπάνω κείμενο αποτυπώνει με ενάργεια την κατάσταση που επικρατούσε στην Ελλάδα, τότε. Τις επιδιώξεις του ΚΚΕ/ΕΑΜ/ΕΛΑΣ. Τα αδιέξοδα που δημιουργούσε η εμμονή τους για δημιουργία αταξικής κοινωνίας, Λαοκρατικής Δημοκρατίας, τον έλεγχό τους στο κράτος.
Εξήντα οκτώ χρόνια (69) μετά η Αριστερά, από ΣΥΡΙΖΑ και αριστερότερα, στον τόπο αυτό συνεχίζει να εκφοβίζει τους αντιπάλους της. Οι εχθροί της πρέπει να θεωρούνται και εχθροί της χώρας. Ταυτίζει τον εαυτό της με το λαό. Θεωρεί πως κατέχει την Απόλυτη Αλήθεια. Ομιλεί εκ μέρους και για λογαριασμό του λαού- σαν να είναι μόνον αυτοί – έστω και αν είναι πάντα οι λιγότεροι. Τότε το ΕΑΜ σκόπευε, κατά τον Γέρο της Δημοκρατίας, τον Γεώργιο Παπανδρέου, μετά την απελευθέρωση της Ελλάδος από την τριπλή κατοχή, τον έλεγχο του κράτους με την βία. Πρόσφατα, η Αριστερά, δεν προσπάθησε να επιτύχει με προπηλακισμούς βουλευτών, με απαξίωση του Κοινοβουλίου, με χρήση των social media, των καινοφανών «συλλογικοτήτων» κλπ., την αξιοποίηση της κρίσης για τον ίδιο σκοπό; Δεν
συνεχίζει έτσι;
Αν κείμενα σαν το ανωτέρω χρησιμοποιούνταν στα σχολικά βιβλία της ιστορίας, πιθανότατα να μην ήμασταν εδώ που είμαστε σήμερα.