Βασίλης Τσακιρίδης: 566 χρόνια από την Άλωση της Πόλης
Για μας τους Έλληνες η 29η Μαΐου είναι ημέρα της Άλωσης της Πόλης από τους Οθωμανούς Τούρκους, καθώς σηματοδοτεί την πτώση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, το τέλος ενός πολύ σπουδαίου κεφαλαίου της ιστορίας μας και γενικά της ευρωπαϊκής ιστορίας.
Ημέρα Τρίτη στις 29 του μηνός Μαΐου του έτους 1453 και επί αυτοκράτορα Κωνσταντίνου ΙΑ΄ του Παλαιολόγου γίνεται η Άλωση της Πόλης από τους Οθωμανούς Τούρκους, με την τελευταία φράση του αυτοκράτορα «Η πόλις αλίσκεται και εγώ ζω έτι;».
Η Βασιλίδα των πόλεων, η Κωνσταντινούπολη για 1100 χρόνια περίπου ως πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο, σ’ όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα. Μέσα στην υπερχιλιόχρονη ζωή της, ως κέντρο του κόσμου έχουμε τη συνάντηση του αρχαίου ελληνικού πνεύματος με τον χριστιανισμό και τη δημιουργία πια του περίλαμπρου ελληνοχριστιανικού πολιτισμού με όλες τις εκφάνσεις του.
Έχουμε την ανάπτυξη των επιστημών, των γραμμάτων, της θεολογικής σκέψης και την αποκρυστάλλωση του υγιούς δόγματος, μέσα από τους Πατέρες της Εκκλησίας, των Οικουμενικών αλλά και των Τοπικών Συνόδων. Γι’ αυτό και η Πόλη που ήταν το κέντρο του κόσμου, μια και βρισκόταν, αλλά και συνεχίζει να βρίσκεται στο σταυροδρόμι δύο ηπείρων, αποτέλεσε πόλο έλξης τόσο για τους μορφωμένους, όσο και για λαούς που θέλησαν κατά καιρούς να την κατακτήσουν.
Αυτή όμως η περίλαμπρη πόλη, έμελλε να πάθει ανεπανόρθωτη καταστροφή, και να οδηγηθεί στο τέλος στην άλωση από τους Τούρκους από την πρώτη και πιο φοβερή λεηλασία που δέχτηκε, όταν το 1204 καταλήφθηκε από τους Φράγκους, κατά τη διάρκεια της Δ΄ Σταυροφορίας. Η ανάκτησή της από τους Ρωμαίους το 1261, δεν μπόρεσε να την επαναφέρει στο αρχικό της μεγαλείο.
Οι δολοπλοκίες από την μια, οι εμφύλιοι πόλεμοι των Μεγάλων οικογενειών, το Σχίσμα των Εκκλησιών του 1054, που βάθαινε όλο και περισσότερο, παρά τις προσπάθειες για ένωση, ο φανατισμός και ο διαχωρισμός του λαού σε ενωτικούς και ανθενωτικούς, η απώλεια σημαντικών εδαφών, η απομάκρυνση του λαού της Πόλης παραμονές της Άλωσης οδήγησαν το γιο του Μουράτ, τον Μωάμεθ Β΄ τον πορθητή, όπως έμεινε στην ιστορία, με άρτια εξοπλισμένο στρατό, στην πολιορκία της Πόλης. Κι έπειτα από 56 ημέρες στενού αποκλεισμού φτάσαμε στις 29 Μαΐου 1453, ημέρα Τρίτη, ν’ ακουστεί το «Εάλω η Πόλις».
Στις αγωνιώδεις προσπάθειες του τελευταίου αυτοκράτορα των Ελλήνων, όπως ειρωνικά τον αποκαλούσαν οι Δυτικοί ηγέτες, η χριστιανική Δύση, έμεινε δυστυχώς αμέτοχη, εκτός από λίγους που πήγαν εθελοντικά, να υπερασπίσουν την άμοιρη Πόλη. Πίστευαν οι χριστιανοί ηγέτες ότι η κατάληψη της Βυζαντινής-Ρωμαϊκής πρωτεύουσας δεν θα είχε μεγάλο αντίκτυπο γι’ αυτούς. Γελάστηκαν όμως. Διότι όταν οι Τούρκοι κατέλαβαν τα Βαλκάνια, πέρασαν τον Δούναβη και έφτασαν μέχρι τη Βιέννη, τότε μόνο συνειδητοποίησαν τον μεγάλο κίνδυνο που τους απειλούσε.
Για μας όμως το γένος των Ελλήνων, η Άλωση της Πόλης έπαιξε καταλυτικό ρόλο στη ζωή και την ιστορία μας. Πεντακόσια χρόνια σκλαβιάς, καταφέραμε να επιζήσουμε και να επιβιώσουμε, κάτω από δύσκολες συνθήκες, καθώς όλα τα πλάκωσε η φοβέρα. Προσκολλημένοι στην Εκκλησία, με κύριο εκφραστή το ιερό κέντρο της Ορθοδοξίας, το μαρτυρικό Οικουμενικό μας Πατριαρχείο, κρατηθήκαμε σαν γένος διατηρώντας τη γλώσσα, τα ήθη, τα έθιμα και γενικά τις παραδόσεις μας.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, αυτός ο υπεραιωνόβιος θεσμός που έχει ζωή πάνω από δεκαοκτώ αιώνες στη Βασιλίδα των πόλεων και η φωνή της θυγατέρας της Εκκλησίας της Ελλάδας, η οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη Μητέρα Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία και η ορθόδοξη παράδοση είναι τα βασικά στοιχεία που απαρτίζουν την ταυτότητα των Νεοελλήνων. Ο ελληνισμός και ο χριστιανισμός, όπως αυτά μέσα από τις αντιθέσεις τους συνετέθησαν στον 4ο μ.Χ. αιώνα, ιδίως από τους Καππαδόκες και τους λοιπούς μεγάλους πατέρες της Χριστιανοσύνης.
Το πνεύμα αυτό της σύνθεσης καλλιεργήθηκε καθ’ όλη την μακραίωνη βυζαντινή περίοδο, αλλά ακόμη και κατά τον 18ο αιώνα του Διαφωτισμού από μεγάλους Έλληνες διανοητές.