Του Γ. Τεκίδη
Εκεί ανάμεσα στην ανυπαρξία και την δήθεν ύπαρξη παλεύοντας για την ημερήσια δόση ζωής, στα αζήτητα της κοινωνίας, σ’ αυτό που συνηθίσαμε να αποκαλούμε κοινωνικό περιθώριο, η λαϊκή πλεμπάγια, διαχρονικά χωρίς πυξίδα, όνειρα και προπάντων δίχως αρχές και πολιτική συνειδητοποίηση, η μερίδα αυτών των αόρατων για το κράτος και τον υπόλοιπο κόσμο συμπολιτών μας, που οι θεωρητικοί κυρίως του Μαρξισμού βάφτισαν λούμπεν προλεταριάτο.
Αυτοί που φυτοζωούσαν και φυτοζωούν στις παρυφές των πόλεων συνήθως, μετερχόμενοι κάθε μέσο και δυνατότητα, ακροβατούντες κυριολεκτικά μεταξύ νομιμότητας και παρανομίας, προκειμένου να στομώσουν την πείνα τη δική τους και των οικείων τους, προσποιούμενοι ότι κι αυτοί συμμετέχουν σε αυτό που αποκαλούμε ζωή. Παράγωγα μιας απάνθρωπης και ακραία εκμεταλλευτικής κοινωνίας, παραδομένοι και οι ίδιοι στο αναπόφευκτο της μοίρας τους, έχουν γραμμένους εκεί που όλοι γνωρίζουμε, θεωρίες και θεωρητικούς, κιτάπια και δόγματα, σαρκάζοντας τις περισσότερες φορές με αυτούς που τους θυμούνται περιστασιακά, προσβλέποντας σε κάποιο πρόσκαιρο όφελος, ακόμη και από αυτούς της γης τους κολασμένους.
Και αυτοί τουλάχιστον δεν κρύβονται, δεν προσποιούνται, δεν παριστάνουν τους δήθεν και συστήνονται όπως ακριβώς είναι. Αντίθετα με το πολιτικό και μάλιστα πρώτης γραμμής προσωπικό της σημερινής δεξιάς, μηδέ εξαιρουμένου και ενός μέρους του ψευδεπίγραφου κεντροαριστερού ΚΙΝΑΛ, με χαρακτηριστικά ατόφιας λούμπεν συμπεριφοράς και κοινωνών ότι πιο μισαλλόδοξων, αναχρονιστικών και βαθειά αντιδραστικών, αντιαριστερών ιδεών, θέσεων και απόψεων.
Έτσι δίχως μισόλογα και στρογγυλές κουβέντες Βορίδηδες, Γεωργιάδηδες , Σαμαράδες και λοιποί θιασώτες του πιο άγριου νεοφιλελευθερισμού, αναφέρονται στις… ελαττωματικές ιδέες της αριστεράς, στις… καταστροφικές για το έθνος (πάνω από όλα πατρίς-θρησκεία-οικογένεια), θέσεις και δράσεις της αριστεράς και για την ανάγκη ακόμη και νομοθετικών παρεμβάσεων και άλλων πρωτοβουλιών σε επίπεδο θεσμών, έτσι ώστε να αποκλειστεί οιαδήποτε πιθανότητα ερχομού στο μέλλον στην διακυβέρνηση του τόπου, της αριστεράς.
Ξέχασαν μοναχά οι φερέλπιδες παραπάνω νεοφασίστες να αναφερθούν και στη λήψη άμεσων μέτρων φίμωσης της αριστεράς, ακόμη και στην έσχατη περίπτωση και της βιολογικής εξόντωσης μελών και στελεχών της. Επίσης και το άνοιγμα και η λειτουργία τόπων… αναψυχής και αναγέννησης συνειδησιακής των παρασυρμένων από θεωρίες κοινωνικής ισότητας, δικαιοσύνης και ίσων ευκαιριών όλων των Ελλήνων πολιτών. Μοναδική διαφορά των δεύτερων λούμπεν πολιτικών από την πρώτη κατηγορία συμπολιτών μας, το πρεστίζ, η ενδυμασία και γενικά το φαίνεσθαι. Ρακένδυτοι, σε άθλια γενική κατάσταση οι πρώτοι, του λευκού κολάρου οι δεύτεροι με κασμήρι και λουστρίνι, ύφος αυτάρεσκο, σοβαροφανές και όχι λίγες φορές προκλητικό.
Φυσικά λησμονούν όπως και οι ιδεολογικοί τους πρόγονοι, ότι η διαχωριστική γραμμή δεξιάς και αριστεράς δεν έπαψε ούτε θα πάψει να υπάρχει όσο η αδικία και η κοινωνική ανισότητα θα πληγώνει τους ανθρώπους και την κοινωνία. Όσο κάποιοι όπως ο κ. Μητσοτάκης θα θεωρούν σαν φυσική εξέλιξη την ύπαρξη των διακρίσεων και της κοινωνικών ανισοτήτων. Ακόμη ξεχνούν οι λούμπεν φτιασιδωμένοι πολιτικοί της ακροδεξιάς ότι οι ιδέες και θέσεις της αριστεράς πέρασαν δια πυρός και σιδήρου, σε μαύρους και δίσεκτους καιρούς, άντεξαν και θριάμβευσαν στο πέρασμα του χρόνου, γιατί αποτέλεσαν και αποτελούν την ύστατη ελπίδα και το απάγγειο ενός καταταλαιπωρημένου λαού.
Στα μέσα της δεκαετίας του 50 ο πρώην αντάρτης και μετέπειτα δηλωσίας, ύστερα από μια ισχυρή δόση… αναμορφωτικής διαπαιδαγώγησης που τον έφτασε στα πρόθυρα της τρέλας, πέρα από τα πέντε-έξι στρέμματα καλλιέργειες, άνοιξε στο χωριό του και ένα καφενεδάκι για να συμπληρώσει το εισόδημα που θα έτρεφε γυναίκα και παιδιά. Η ταμπέλα του μαγαζιού έγραφε «Χαραυγή» κι αυτός βρήκε το μπελά του. Ο χωροφύλακας που τον επισκέφτηκε δεν είχε όρεξη για πολλές κουβέντες, «σε θέλει ο διοικητής στο τμήμα, αύριο πρωί». Έτσι την επομένη κατέφτασε ο φίλος μας στο τμήμα για να τον περιλάβει χωρίς περιστροφές ο διοικητής. Τι είναι αυτά ρε Χαραυγή και αηδίες. Άρχισες ρε πάλι τα παληά; Λες και δεν καταλαβαίνουμε που το πάς. Που το πάω κ. Διοικητά; αναρωτήθηκε ο καφετζής κάποια στιγμή. Στη κωλοφυλλάδα σας ρε την Αυγή το πας, και κάνεις πως δεν καταλαβαίνεις. Η απειλή ή αλλάζει την ονομασία του καφενείου ή θα πατήσει μαύρο χιόνι, σφύριζε στα αυτιά του καθώς έφευγε από το τμήμα. Την δεύτερη φορά που κλήθηκε ως μη συμμορφωθείς στο τμήμα, τη θέση των συστάσεων πήρε το ξυλοφόρτωμα. Αυτό συνεχίστηκε κάμποσο καιρό, ώσπου η γυναίκα του μη αντέχοντας άλλο την ταλαιπωρία του, αντέδρασε «έλεος πια για μια ταμπέλα όλα αυτά;», για να πάρει την απάντηση «δεν είναι ρε γυναίκα η ταμπέλα. Μας ρήμαξαν τις ζωές μας μια φορά, δεν θα ρημάξουν και τις ψυχές μας».
Εύλογο και με παράπονο το ερώτημα σήμερα για τη στάση και συμπεριφορά φίλων δημοκρατών και αριστερών για την στενόκαρδη και άδικη σε μερικές περιπτώσεις μηδενιστική κριτική, για μια κυβέρνηση που τουλάχιστον πάλεψε και κατάφερε να βγάλει από την απομόνωση και την διεθνή ανυποληψία τη χώρα. Απέναντι σε μια δεξιά που καμιά σχέση δεν έχει με την πάλαι-ποτέ σοβαρή συντηρητική παράταξη, που απειλεί ότι με θυσίες και κόπους κτίστηκε τα τελευταία χρόνια στη χώρα, βυθίζοντας εργαζόμενους και επαγγελματίες στον κυκεώνα μιας νέας ανελέητης λιτότητας με πρόσχημα την δήθεν ανάπτυξη, κανένας δημοκράτης, κανένας αριστερός, κανένας έντιμος αγωνιστής δεν έχει το δικαίωμα οχύρωσης πίσω από μίζερες, μικρόψυχες και άδικες κριτικές, βοηθώντας έτσι έμμεσα την παλινόρθωση όλων αυτών που πριν μόλις πέντε χρόνια είχαν ρίξει τη χώρα στη κόλαση και τον παραλίγο αφανισμό.