Στην σκιά των υποκλοπών και των αποκαλύψεων των συνομιλιών μεταξύ στελεχών του ΔΝΤ, η στάση της ελληνικής κυβέρνησης και ο πόλεμος που άνοιξε ο Αλ. Τσίπρας κατά του Ταμείου είχε ένα πρώτο ορατό αποτέλεσμα το απόγευμα της Τρίτης: έφερε ένα βήμα πιο κοντά και διευκόλυνε την συνεννόηση μεταξύ Κριστίν Λαγκάρντ και Ανγεκλα Μέρκελ, και συνεπώς του Ταμείου και της κυβέρνησης του Βερολίνου.

Επειτα και από αυτό, η στρατηγική της ελληνικής κυβέρνησης και ο τρόπος με τον οποίο αυτή θα εκδηλωθεί, είναι κάποια μόνο από τα «ζητούμενα» των επομένων ημερών και εβδομάδων. Και αυτά εν μέσω ανατροπών, καθώς, αφενός μεν φαίνεται να παραπέμπεται στο μέλλονη όποια συζήτηση για το χρέος, αφετέρου δε η κυβέρνηση προσέρχεται σε μία κρίσιμη διαπραγμάτευση με μειωμένη αξιοπιστία και σε αρνητικό κλίμα, λόγω της υπεραντίδρασής της στις «αποκαλύψεις» των Wikileaks, τις οποίες έσπευσε να υιοθετήσει και να επιδιώξει οφέλη από αυτές.

Η κυρία Μέρκελ αμέσως μετά την συνάντηση με την επικεφαλής του ΔΝΤ στο Βερολίνο ανέφερε στην κοινή συνέντευξη Τύπου: «Μιλήσαμε για την Ελλάδα. Θέλουμε το ΔΝΤ να συμμετέχει στο πρόγραμμα, ήδη συμμετέχει στις συζητήσεις», τόνισε και συμπλήρωσε. «Θέλουμε να ολοκληρωθεί γρήγορα η αξιολόγηση και οι τέσσερις θεσμοί να συνεχίσουν μαζί». Προσέθεσε δε: «Η Γερμανία επιθυμεί να παραμείνει το ΔΝΤ στο πρόγραμμα. Δεν είναι επιθυμία μόνο της Γερμανίας, είναι επιθυμία όλης της ευρωζώνης. Αυτό που είναι απαραίτητο αυτή τη στιγμή είναι να υπάρξει ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Το πρόγραμμα που συμφωνήθηκε θα πρέπει να ολοκληρωθεί, άλλωστε η ελληνική κυβέρνηση έχει δεσμευθεί γι’ αυτό»

Από την πλευρά της η κυρία Λαγκάρντ μίλησε στο ίδιο μήκος κύματος και έδειξε να μετριάζει την ρητορική της σε σχέση με το χρέος της Ελλάδας, μιλώντας για «βοήθεια» στο πεδίο αυτό. «Δουλεύουμε μαζί, είχαμε καλή συζήτηση και είμαστε αποφασισμένοι να βοηθήσουμε. Χρειάζονται σημαντικές μεταρρυθμίσεις αλλά και βοήθεια στο χρέος», είπε.

Κατά την διάρκεια της ίδιας συνέντευξης Τύπου και αφότου κατέστη σαφές ότι Μέρκελ και Λαγκάρντ «τα έχουν βρει», η γερμανίδα καγκελάριος μίλησε με τουτς όρους του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και τόνισε ότι δεν προβλέπεται  «κούρεμα» του χρέους εντός ευρωζώνης.

Παρά ταύτα, επανέλαβε ότι υπάρχουν άλλοι τρόποι ανακούφισης της Ελλάδας από τον όγκο του χρέους, οι οποίοι θα μπορούσαν να συζητηθούν, όπως η παράταση στους χρόνους αποπληρωμής του.

Στον απόηχο δε και της ομιλία του Αλ. Τσίπρα την προηγούμενη ημέρα στην Αθήνα και την αναφορά του στις αποκρατικοποιήσεις που έχει αποτρέψει η κυβέρνησή του, μία αναφορά της κυρίας Λαγκάρντ έμοιαζε με απάντηση στον Ελληνα Πρωθυπουργό.

«Δεν βρισκόμαστε ακόμα στο σημείο που επιθυμούμε», είπε και υπονόησε σαφώς ότι αποτέλεσμα είναι να μην υπάρχει ανταπόκριση από πλευράς ξένων επενδυτών στην Ελλάδα.

Κατόπιν όλων αυτών και των διακηρυκτικού χαρακτήρα δηλώσεων των δύο ισχυρών γυναικών, η κυβέρνηση της Αθήνας μοιάζει αναγκασμένη σε αναζήτηση νέας στρατηγικής και ρητορικής, καθώς έπειτα από ένα τετραήμερο επιθετικών δηλώσεων και διαρροών κατά του Ταμείου, βλέπει ότι η προσπάθειά της έχει πέσει στο κενό.

Ο τρόπος αντίδρασης της κυβέρνησης αναμένεται να εκδηλωθεί τις αμέσως επόμενες ημέρες και πάντως τα πάντα θα κριθούν στην φάση του νέου κύκλου διαπραγμάτευσης, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη, αλλά δεν διεξάγεται υπό τις καλύτερες δυνατές συνθήκες. Η υπόθεση της υποκλοπής και η ένταση που καλλιεργήθηκε με αφορμή την διαρροή της συνομιλίας Τόμσεν (σ.σ. συνόδευε την κυρία Λαγκάρντ στο Βερολίνο), σύμφωνα με εγχώριους και διεθνείς παράγοντες, έχουν επιδεινώσει σοβαρά την ατμόσφαιρα της συζήτησης, η οποία μάλιστα θα πρέπει να ολοκληρωθεί και σύντομα, καθώς η Αθήνα και οι διεθνείς πρωτεύουσες έχουν θέσει την 22η Απριλίου ως το απώτατο όριο για ολοκλήρωση του προγράμματος,

 

tovima.gr