Ν. Καπραβέλος: Χάνονται άδικα ζωές – Δεν έχουμε προσωπικό να στελεχώνει τις ΜΕΘ
«Η θνητότητα αυξάνει με τη μείωση ή το λειψό προσωπικό»
Με τρεις παράγοντες συνέδεσε ο διευθυντής ΜΕΘ του νοσοκομείου Παπανικολάου, Νίκος Καπραβέλος τον πολύ υψηλό αριθμό θανάτων στη χώρα μας από κορωνοϊό τις τελευταίες ημέρες, μεταξύ αυτών την αδυναμία του συστήματος υγείας να ανταποκριθεί στις αυξημένες ανάγκες.
«Νοσηλεύουμε γύρω στους 15.000-20.000 ασθενείς το μήνα και έχουμε γύρω στους 2.500 θανάτους, δηλαδή ένα 15% χάνει τη ζωή του. Αυτό είναι αποτέλεσμα τριών παραγόντων. Πρώτον τη σφοδρότητα ειδικά της παραλλαγής Δέλτα, δεύτερον τη χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη και τρίτον τις αδυναμίες του συστήματος υγείας να ανταποκριθούν στις αυξημένες ανάγκες», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Καπραβέλος μιλώντας στο OPEN.
Στο πλαίσιο αυτό, εκτίμησε ότι «χάνονται άδικα [ζωές] διότι η νόσος αυτή μπορούσε να προβλεφθεί και να είχαμε καλύτερη οργάνωση στο σύστημα υγείας […] Έχουμε αυξήσει τις κλίνες αλλά δεν έχουμε προσωπικό να στελεχώνει τις ΜΕΘ».
«Γι’ αυτό και οι θάνατοι είναι πολύ περισσότεροι από οποιαδήποτε χώρα της Ευρώπης διότι η θνητότητα αυξάνει με τη μείωση ή το λειψό προσωπικό [στα νοσοκομεία]», πρόσθεσε.
Αναφορικά με τη λειτουργία των ΜΕΘ, ο κ. Καπραβέλος απάντησε θετικά («ακριβώς») σε ερώτηση για το αν χάθηκαν άνθρωποι επειδή δεν είχαμε υγειονομικό προσωπικό τονίζοντας πως «στις ΜΕΘ που δημιουργήθηκαν υπάρχουν κάποιες προϋποθέσεις λειτουργίας […] στο κύμα αυτό υπήρξαν πολλές διασωληνώσεις εκτός ΜΕΘ ή έχουν δημιουργηθεί χώροι όπου νοσηλεύονται υψηλού κινδύνου ασθενείς χωρίς το κατάλληλο προσωπικό δίπλα τους».
Μάλιστα, έφερε ως παράδειγμα τη 18κλινη ΜΕΘ στο Παπανικολάου που έγινε με δωρεά και ακόμα δεν έχει στελεχωθεί. «από τις 10 θέσεις που χρειάζονται, οι πέντε αποδέχθηκαν τον διορισμό τους. Αυτές οι πέντε θέσεις ακόμη κωλυσιεργούν στη γραφειοκρατία του υπουργείου Υγείας».
Σε κάθε περίπτωση, ο κ. Καπραβέλος εκτίμησε ότι για το επόμενο διάστημα «θα έχουμε ακόμα μεγάλο αριθμό θανάτων» σημειώνοντας πως «δε βλέπουμε ακόμα το αποτύπωμα της Όμικρον γι’ αυτό λέμε ότι είναι πολύ νωρίς για οποιαδήποτε πρόβλεψη».
Πηγή:lifo.gr