Αφορά τρεις κοινές και επικίνδυνες επιπλοκές

Επιστήμονες του πανεπιστημίου Ningbo της Κίνας εντόπισαν προγνωστικούς βιοδείκτες που παρέχουν ένα σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για κοινές και επικίνδυνες επιπλοκές της εγκυμοσύνης.

Ο λόγος, σύμφωνα με τους ερευνητές, για τις επιπλοκές της προεκλαμψίας, του διαβήτη της κύησης αλλά και της ενδοηπατικής χολόστασης. Και οι τρεις παθήσεις είναι επικίνδυνες αλλά η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία είναι το «κλειδί» για την πρόληψη δυσάρεστων συνεπειών. Τα αίτιά τους δεν είναι πλήρως κατανοητά, ούτε και η σύνδεσή τους με το μικροβίωμα του εντέρου, το οποίο επηρεάζεται από την εγκυμοσύνη.

Μια ομάδα με επικεφαλής τον καθηγητή Σικιάν Τσεν αποφάσισε να διερευνήσει κατά πόσον συγκεκριμένες αλλαγές στο μικροβίωμα (ανιχνεύονται μέσω των επιπέδων των λιπαρών οξέων βραχείας αλύσου, μεταβολιτών που παράγονται μετά τη ζύμωση του μικροβιόκοσμου) θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως βιοδείκτες για τις επιπλοκές της εγκυμοσύνης.

Στη μελέτη συμμετείχαν 112 γυναίκες οι οποίες χωρίστηκαν σε τέσσερις ομάδες: εκείνες που είχαν υγιή κύηση και εκείνες που είχαν διαγνωστεί με προεκλαμψία, διαβήτη της κύησης ή ενδοηπατική χολόσταση. Ο Τσεν και οι συνεργάτες του έλαβαν ιατρικό ιστορικό και δείγματα αίματος, τα οποία αναλύθηκαν για τα επίπεδα διαφόρων λιπαρών οξέων μικρής αλυσίδας: οξικό, προπιονικό, βουτυρικό, ισοβουτυρικό, ισοβαλερικό και εξανοϊκό οξύ.

Στη συνέχεια, διαπίστωσαν ότι και οι τρεις ομάδες γυναικών που εμφάνισαν τις συγκεκριμένες επιπλοκές, είχαν αυξημένα επίπεδα ισοβουτυρικού οξέος. Οι γυναίκες με διαβήτη της κύησης και προεκλαμψία είχαν επίσης αυξημένα επίπεδα ισοβαλικού, οξικού και προπιονικού οξέος. Αντίθετα, οι γυναίκες που είχαν διαγνωστεί με ενδοηπατική χολόσταση είχαν πολύ χαμηλότερα επίπεδα όλων των λιπαρών οξέων βραχείας αλύσου, εκτός από ισοβουτυρικό οξύ.

Ο διαβήτης της κύησης, η προεκλαμψία και η ενδοηπατική χολόσταση ευθύνονται για σημαντική νοσηρότητα και θνησιμότητα. Οι βιοδείκτες που θα μπορούσαν να ανιχνεύσουν αυτές τις καταστάσεις έγκαιρα μπορούν να σώσουν ζωές.

Αν και η έρευνα αυτή θα πρέπει να επεκταθεί και να δοκιμαστεί σε κλινικό πλαίσιο, οι συγγραφείς προσβλέπουν σε μελλοντικές εργασίες που θα εξετάσουν το μικροβίωμα των κοπράνων για να προσδιορίσουν πόσο στενή είναι η συσχέτιση μεταξύ του μικροβιώματος και των επιπέδων λιπαρών οξέων βραχείας αλύσου, καθώς και σε μελέτες που θα ενσωματώνουν δεδομένα σχετικά με παράγοντες του τρόπου ζωής που θα μπορούσαν να επηρεάσουν το μικροβίωμα.

 

 

Με πληροφορίες από Medical Express

Πηγή:lifo.gr