Στο πλαίσιο αυτό, ένα από τα βασικά εργαλεία είναι η επικείμενη εφαρμογή ευρωπαϊκής οδηγίας που θα περιορίσει τις προμήθειες στις άμεσες μεταφορές χρημάτων.

Το ζήτημα των υψηλών τραπεζικών προμηθειών έχει επανέλθει στο προσκήνιο, με την κυβέρνηση να αναγνωρίζει ότι οι πρωτοβουλίες των τραπεζών δεν έχουν φτάσει στο επιθυμητό επίπεδο.

Η κυβέρνηση έχει θέσει ως προτεραιότητα την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης, προτείνοντας μια σειρά παρεμβάσεων για τη ρύθμιση των τραπεζικών χρεώσεων.

Στο πλαίσιο αυτό, ένα από τα βασικά εργαλεία είναι η επικείμενη εφαρμογή ευρωπαϊκής οδηγίας που θα περιορίσει τις προμήθειες στις άμεσες μεταφορές χρημάτων.

Η οδηγία, που τίθεται σε εφαρμογή το 2025, προβλέπει την καθιέρωση ανώτατων ορίων στις χρεώσεις, τα οποία θα κυμαίνονται από 0,5 έως 1,2 ευρώ. Ωστόσο, οι ελληνικές αρχές εξετάζουν το ενδεχόμενο λήψης νωρίτερων μέτρων, ώστε να επιταχυνθεί η μείωση του κόστους για τους καταναλωτές.

Πέραν της οδηγίας, σχεδιάζονται πρόσθετες πρωτοβουλίες για την περαιτέρω μείωση των προμηθειών σε καθημερινές συναλλαγές, όπως είναι οι μεταφορές χρημάτων, οι πληρωμές λογαριασμών και η χρήση καρτών.

Οι αρχές δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στη διαφάνεια των τραπεζικών χρεώσεων, επιδιώκοντας ένα πιο δίκαιο πλαίσιο που θα αντικατοπτρίζει το πραγματικό κόστος των υπηρεσιών.

Παράλληλα, εξετάζεται η θέσπιση αυστηρότερων ρυθμίσεων, εφόσον οι τράπεζες δεν ανταποκριθούν επαρκώς στις εθελοντικές παροτρύνσεις για περαιτέρω μειώσεις.

Το υψηλό κόστος των τραπεζικών προμηθειών έχει αναγνωριστεί ως σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει την καθημερινότητα των πολιτών, ενώ δημιουργεί εμπόδια στην οικονομική δραστηριότητα μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Οι προτεινόμενες παρεμβάσεις στοχεύουν στη δημιουργία ενός πιο ανταγωνιστικού και λειτουργικού τραπεζικού συστήματος, όπου οι πελάτες θα απολαμβάνουν ποιοτικές υπηρεσίες χωρίς υπέρμετρη οικονομική επιβάρυνση.

Οι χρεώσεις που επιβάλλονται συχνά θεωρούνται δυσανάλογες με τις υπηρεσίες που προσφέρονται, ενώ πλήττουν τόσο τα νοικοκυριά όσο και τις επιχειρήσεις.

Οι καταναλωτές διαμαρτύρονται για κόστη που σχετίζονται με απλές καθημερινές συναλλαγές, όπως η μεταφορά χρημάτων, η πληρωμή λογαριασμών ή η χρήση χρεωστικών και πιστωτικών καρτών.

Στις περισσότερες ελληνικές τράπεζες, η αποστολή χρημάτων από έναν λογαριασμό σε άλλο μέσω e-banking μπορεί να κοστίζει από 1 έως 3 ευρώ, ανάλογα με το ποσό ή τη χώρα του παραλήπτη.

Οι χρεώσεις αυτές θεωρούνται υψηλές σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπου οι μεταφορές είναι συχνά δωρεάν ή πολύ χαμηλότερες.

Αν ένας πολίτης χρησιμοποιήσει ΑΤΜ που δεν ανήκει στη δική του τράπεζα, μπορεί να επιβαρυνθεί με προμήθεια που κυμαίνεται από 2 έως 3 ευρώ.

Για άτομα που ζουν σε απομακρυσμένες περιοχές, όπου δεν υπάρχουν ΑΤΜ όλων των τραπεζών, αυτή η χρέωση αποτελεί σημαντικό πρόβλημα.

Η πληρωμή λογαριασμών, όπως για ρεύμα ή νερό, μέσω τραπεζικού καταστήματος συχνά συνοδεύεται από προμήθεια που μπορεί να φτάνει τα 2 ευρώ, ενώ η χρήση εναλλακτικών μεθόδων, όπως η πληρωμή μέσω internet banking, είναι συχνά φθηνότερη αλλά όχι πάντα προσβάσιμη σε όλους.

Τέλος, σε περίπτωση απώλειας ή φθοράς κάρτας, οι τράπεζες επιβάλλουν χρεώσεις για την έκδοση νέας, που μπορεί να φτάνουν τα 5-10 ευρώ.

 

 

 

Πηγή:dnews