ΑΔΕΔΥ: Υποβάθμιση της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης – προσφορά στα ιδιωτικά συμφέροντα
Για ακόμη μια φορά, μέσα σε συνθήκες πανδημίας και απαγορεύσεων, το ΥΠΑΙΘ κατέθεσε νομοσχέδιο για την Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση (ΕΕΚ), δίχως να έρθει σε διάλογο με την αντίστοιχη εκπαιδευτική ομοσπονδία (ΟΛΜΕ). Αυτό βέβαια αποτελεί μια πάγια τακτική της πολιτικής ηγεσίας του Υπ. Παιδείας και είναι χαρακτηριστικό πως το νομοσχέδιο που κατατέθηκε στη διαβούλευση περιείχε 97 άρθρα, ενώ εκείνο που τελικά κατατέθηκε στη Βουλή περιέχει 151.
Σε αυτό το νομοσχέδιο Κεραμέως, όπως και σε όλα τα προηγούμενα, είναι φανερή η νεοφιλελεύθερη αντίληψη της κυβέρνησης για την εκπαίδευση. Συγκεκριμένα, μεταξύ άλλων, προβλέπονται:
– Η ίδρυση ΕΣΚ (Επαγγελματικών Σχολών Κατάρτισης), δηλαδή σχολών πρόωρης κατάρτισης για μεταγυμνασιακούς 15χρονους μαθητές. Πρόκειται για σχολές που θα παρέχουν ουσιαστικά Μαθητεία Ανηλίκων χωρίς προβλεπόμενη αμοιβή, με εκπαίδευση δομημένη πάνω στη λογική της χαμηλής, ταχύρρυθμης ακόμα και εξ αποστάσεως κατάρτισης, χωρίς δυνατότητα περαιτέρω εκπαιδευτικής και επαγγελματικής εξέλιξης.
– Η δημιουργία Προτύπων ΕΠΑΛ, η οποία πίσω από το υποκριτικό ενδιαφέρον για τους «προικισμένους μαθητές» αποσκοπεί στην γενικευμένη κατηγοριοποίηση των σχολείων και τη συνακόλουθη απαξίωση της δημόσιας εκπαίδευσης. Τα πρότυπα ΕΠΑΛ περιλαμβάνουν: α) απόλυτο έλεγχο των προγραμμάτων σπουδών και των ειδικοτήτων από τους εκπροσώπους τις τοπικής αγοράς, γεγονός που εμπεριέχει τον κίνδυνο της συχνής μεταβολής τους συμπαρασύροντας τις ανάγκες σε εκπαιδευτικό προσωπικό, β) σκληρή αξιολόγηση μονάδων και των εκπαιδευτικών, γ) 6ωρη μη αμειβόμενη πρακτική άσκηση ανηλίκων σε χώρους εργασίας, πράγμα που σημαίνει και αντίστοιχη απώλεια διδακτικών ωρών για τους εκπαιδευτικούς των ειδικοτήτων και ότι για πρώτη φορά ο χώρος εργασίας θα είναι χώρος παροχής τυπικής εκπαίδευσης σε επίπεδο λυκείου.
– Η ένταξη των ΕΣΚ, του Μεταλυκειακού έτους- Μαθητείας και των ΙΕΚ στην δημόσια τυπική εκπαίδευση κάθε μορφής κατάρτισης η οποία περιλαμβάνει για πρώτη φορά: α) ορισμό διευθυντών μη εκπαιδευτικών που θα επιλέγονται από τριμελείς επιτροπές, β) άσκηση διδακτικού έργου από εκπαιδευτές (ακόμα και στελέχη επιχειρήσεων) και όχι εκπαιδευτικούς, οι οποίοι θα προσλαμβάνονται με άλλες διαδικασίες και κριτήρια (κυρίως ως ωρομίσθιοι με σύμβαση έργου), γ) κατάρτιση με απλήρωτη εργασία ανηλίκων και εκπαίδευση στο χώρο εργασίας δ) νέους τρόπους διοίκησης και ενεργό ρόλο των τοπικών εργοδοτικών φορέων και επιχειρήσεων και ε) προγράμματα σπουδών που μπορούν να πραγματοποιούνται εξ ολοκλήρου με εξ αποστάσεως εκπαίδευση. Συνέπεια αυτής της δομής είναι η απομάκρυνση της κατάρτισης από την εκπαίδευση και φτηνή προσαρμογή της στις προσωρινές ανάγκες της ευέλικτης αγοράς εργασίας.
– Η αυστηροποίηση της διαδικασίας αξιολόγησης μαθητών των ΕΠΑΛ, εφαρμογή της Τράπεζας Θεμάτων κ.α., με προφανή στόχο την αναγκαστική έξωση προς τις ΕΣΚ, τη μείωση του μαθητικού δυναμικού των ΕΠΑΛ και κατ’ επέκταση τη μείωση του αριθμού εισακτέων στα ΑΕΙ.
– Ο σχεδιασμός για το περιεχόμενο, εκπαιδευτικούς, τομείς και ειδικότητες της ΕΕΚ από Κεντρικά και Περιφερειακά Κέντρα και Συμβούλια (ΚΣΕΕΚ και ΣΣΠΑΕ – Συμβούλιο Σύνδεσης με Παραγωγή και Ανάγκες της Αγοράς), όπου δεν θα υπάρχει εκπρόσωπος εκπαιδευτικών ή των ΕΛΜΕ και ΟΛΜΕ. Τα όργανα αυτά έχουν στόχο τη συστηματική αναπροσαρμογή δομών, τομέων, ειδικοτήτων, προγραμμάτων και απαιτούμενων Εκπαιδευτικών και Εκπαιδευτών σύμφωνα με τις πρόσκαιρες απαιτήσεις της αγοράς, παγιώνοντας τις ευέλικτες μορφές εργασίας στην εκπαίδευση και καταργώντας ή συγχωνεύοντας σχολικές μονάδες χωρίς μακροπρόθεσμο σχεδιασμό.
– Η κατάργηση των Δημόσιων ΙΕΚ με λιγότερους από 200 σπουδαστές σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, και 100 στην υπόλοιπη Ελλάδα (πλην παραμεθόριων περιοχών), οι σπουδαστές των οποίων θα γίνουν βορά σε ιδιωτικές δομές. Τα ΙΕΚ επίσης θα διοικούνται από διευθυντή–μάνατζερ, ο οποίος δεν θα είναι κατ’ ανάγκην εκπαιδευτικός, όπως ισχύει σήμερα.
– Η θεσμοθέτηση κατατακτηρίων εξετάσεων για τα ΑΕΙ από τα ΙΕΚ με ποσοστό εισαγομένων, με τη λογική και τη νομοθεσία που γίνονται οι κατατακτήριες από τμήματα των ΑΕΙ σε άλλα τμήματα ΑΕΙ. Πρώτον, είναι η 1η φορά που εισάγονται σε ΑΕΙ υποψήφιοι από κατώτερη βαθμίδα χωρίς Πανελλαδικές εξετάσεις, δεύτερον πριμοδοτούνται σαφέστατα τα ιδιωτικά ΙΕΚ, αφού πλέον του 50% των ΙΕΚ είναι ιδιωτικά και τρίτον δημιουργείται εύκολη παρακαμπτήρια οδός και αφήνεται πεδίο για τη μελλοντική διεκδίκηση για είσοδο των ΙΕΚ στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και τη δημιουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων.
– Παραχώρηση τμημάτων της Πιστοποίησης Προσόντων σε ιδιωτικούς φορείς αντί του δημόσιου οργανισμού (ΕΟΠΠΕΠ), με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την αξιοπιστία του συστήματος.
– Τέλος, καταργούνται οριστικά, αποδεικνύοντας πόσο αληθινή ήταν η προσωρινή αναστολή λειτουργίας τους, τα διετή προγράμματα επαγγελματικής εκπαίδευσης των πανεπιστημίων (ΚΕΕ), που αποτελούσαν μια διέξοδο και δυνατότητα για συνέχιση σπουδών σε ανώτερο επίπεδο των αποφοίτων ΕΠΑΛ.
Οι ρυθμίσεις που προβλέπονται στο νομοσχέδιο θα επιφέρουν συρρίκνωση των ΕΠΑΛ, με αποτέλεσμα τη δημιουργία μίας μεγάλης δεξαμενής πλεοναζόντων εκπαιδευτικών. Θα υπάρξουν υπεραριθμίες τόσο στους εκπαιδευτικούς ειδικοτήτων όσο και στους εκπαιδευτικούς γενικής παιδείας, οι συνέπειες των οποίων θα διαχυθούν άμεσα σε όλη τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση -και στα Γυμνάσια και στα ΓΕΛ. Συνακόλουθα, θα μειωθούν οι θέσεις εργασίας για τους αναπληρωτές, οι οποίοι θα οδηγηθούν στην ανεργία αλλά και ο αριθμός των διορισμών στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Ταυτόχρονα στα άρθρα 122-123 και 114 που προστέθηκαν μετά τη διαβούλευση, προβλέπεται:
– η αντιδημοκρατική αντικατάσταση των αιρετών εκπαιδευτικών στα Υπηρεσιακά Συμβούλια από διορισμένα μέλη, οριζόμενα επί της ουσίας από το ΥΠΑΙΘ. Η κυβέρνηση, μετά τις εκλογές παρωδία της Κεραμέως, υλοποιεί το όραμά της για την κατάργηση του θεσμού των αιρετών
– η δυνατότητα των ΔΔΕ να βγάζουν τοπικές προσκλήσεις για προσλήψεις ωρομισθίων στα σχολεία, με ξεκάθαρο στόχο την «εξυπηρέτηση των ημετέρων».
Είναι ξεκάθαρο ότι οι βασικοί στόχοι του νομοσχεδίου αυτού είναι:
– Η ιδιωτικοποίηση μεγάλους μέρους της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης και η προσφορά φθηνού εργατικού δυναμικού στις επιχειρήσεις.
– Η μείωση του κόστους λειτουργίας των δημόσιων αλλά και ιδιωτικών δομών της ΕΕΚ αλλά και της Παιδείας γενικότερα, όπως άλλωστε αποδεικνύεται και από τον προϋπολογισμό που μειώνει τόσο τις συνολικές δαπάνες για την Παιδεία όσο και τις δαπάνες για την ΕΕΚ.
– Η πλήρης κομματικοποίηση του κράτους και η επαναφορά της απόλυτης αδιαφάνειας σε όλες τις διαδικασίες που αφορούν στις προσλήψεις και τις υπηρεσιακές μεταβολές των εκπαιδευτικών
H Εκτελεστική Επιτροπή της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. ζητά την απόσυρση του αντιεκπαιδευτικού νομοσχεδίου Κεραμέως για την Επαγγελματική εκπαίδευση και Κατάρτιση.
Από την Εκτελεστική Επιτροπή της Α.Δ.Ε.Δ.Υ.