Του Γ. Τεκίδη

Είναι ο τίτλος της ταινίας του Φίλιππου Τσίτου γυρισμένης το 2012 και βραβευμένης στο διεθνές φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν. Πρόκειται σύμφωνα με τον σκηνοθέτη για μια τραγική κωμωδία για το πώς οι άνθρωποι αδικούν ο ένας τον άλλο επειδή είναι δυστυχείς.

Και αναρωτιέται κανείς πόσο δυστυχείς άραγε να νοιώθουν οι συμπολίτες μας στα Βίλια Αττικής, στην Κόνιτσα, στη Σάμο, στο Ωραιόκαστρο και αλλού, ώστε να επιτίθενται σε πρόσφυγες και μάλιστα σε μικρά παιδιά που τόλμησαν να πάνε στα σχολεία η σε νηπιακούς σταθμούς, αδικώντας κατάφωρα εαυτούς και τα προσφυγόπουλα. Όταν μάλιστα οι λόγοι που επικαλούνται για την απάνθρωπη αυτή στάση και συμπεριφορά τους είναι χωρίς αντίκρισμα αφού τα παιδιά αυτά έχουν τύχει της ανάλογης ιατρικής φροντίδας και δεν κινδυνεύουν τα ίδια ούτε οι άλλοι συμμαθητές τους.

Η διαχρονική ρατσιστική προπαγάνδα, χέρι-χέρι με την νεοφασιστική, στοχοποιεί όπως ξέρει καλά να κάνει τον ξένο, τον διαφορετικό τον αλλόθρησκο, τον έγχρωμο και τον καθιστά υπόλογο και αίτιο για τα κοινωνικά δεινά που μαστίζουν τις δυτικές κοινωνίες και όχι μόνο αυτές. Αποδιοπομπαίος τράγος και φορτωμένος τις ενοχές ενός πολιτικού συστήματος και μιας νεοφιλελεύθερης πολιτικής καταιγίδας που μοιράζει αφειδώς δυστυχία και απόγνωση στην κοινωνία, ο καταδιωκόμενος ξένος ή πρόσφυγας μετατρέπεται σε εύκολο εξιλαστήριο θύμα.

Δεν παραγνωρίζει κανείς το γεγονός ότι υπήρξαν και υπάρχουν προβλήματα με το προσφυγικό. Προβλήματα με τις συνθήκες διαβίωσης και υγιεινής, την γραφειοκρατία και τις δυσκολίες μετακίνησης τους στον τελικό προορισμό, όμως δεν μπορεί κανείς καλόπιστος να μην αναγνωρίσει ότι αυτή η χώρα η παραδομένη τα τελευταία χρόνια σε μια ασύλληπτη οικονομική κρίση, περιέθαλψε και έδωσε καταφύγιο στο πλαίσιο των δυνατοτήτων της στους σύγχρονους απόκληρους αυτού του κόσμου, σώζοντας την τιμή και την υπόληψη της πάλε-ποτέ πρωτοπόρας στην υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών, γηραιάς ηπείρου. Η μεγάλη πλειοψηφία του λαού μας, απλοί συμπολίτες μας, εθελοντικές ομάδες, ΜΚΟ, γύρισαν την πλάτη στο δηλητήριο της ρατσιστικής και μισαλλόδοξης προπαγάνδας .

Ποιο το αξιακό φορτίο και σε ποιόν Θεό, άραγε πιστεύει αυτή η μειοψηφία των συμπολιτών μας που ασχημονεί, βρίζει και χειροδικεί ακόμη και με τα προσφυγόπουλα, από τα οποία πιστεύει ότι κινδυνεύει; Στα χείλη αυτών των λιλιπούτιων κατατρεγμένων γίνεται κραυγή απόγνωσης και διαμαρτυρίας ο τίτλος της ταινίας για την οποία κάναμε λόγο παραπάνω. Όχι τίποτα άλλο, αλλά για να θυμόμαστε ότι αυτοί οι άδικα βαλλόμενοι από τους ισχυρούς του κόσμου μικροί πρόσφυγες, έβαλαν υποθήκη τις ζωές τους και αρκετοί τις έχασαν ως άλλοι μικροί Χριστοί που ξανασταυρώνονται, στα νερά του Αιγαίου, της Μεσογείου, στα ποτάμια και τα βουνά, αναζητώντας σωτηρία και φωτεινό αύριο. Η απώλεια, η άδικη πέρα για πέρα απώλεια αυτών των παιδικών ψυχών θα αποτελεί στίγμα, μελανό σημείο και διαρκή ντροπή για την υποτιθέμενη πολιτισμένη ανθρωπότητα.

Στον ουρανό της Ευρώπης που αρχίζει και σκοτεινιάζει, μέσα από την πυκνή ομίχλη και καταχνιά ξεπροβάλλει ξανά το κτηνώδες πρόσωπο του φασισμού, του μίσους και των απάνθρωπων ενστίκτων. Ο απανταχού δημοκρατικός κόσμος δεν θα απαλλαγεί από το φαιό μίασμα και το κοινωνικό σκοτάδι με ευχολόγια, εξορκισμούς και αναθέματα, αλλά με διαρκή αγώνα, ενότητα και σιδερένια αποφασιστικότητα.