Ανατροπές σε συντάξεις και εισφορές – Οι αλλαγές που έρχονται
Το νέο μοντέλο δεν θα έχει επίδραση στις καταβαλλόμενες συντάξεις, αλλά θα επηρεάζει το ύψος των νέων συντάξεων, που θα προκύψουν από το 2025 και μετά.
Μόνο όσους συνταξιοδοτηθούν μετά το 2025 αναμένεται να επηρεάσει ο νέος τρόπος υπολογισμού με βάση τον δείκτη μεταβολής μισθών. Σύμφωνα με τον υφυπουργό Κοινωνικής Ασφάλισης Πάνο Τσακλόγλου, εντός των ημερών συγκροτείται η αρμόδια επιτροπή για την κατασκευή του δείκτη μισθών που προβλέπει η νομοθεσία.
Με βάση τη μεταβολή αυτού του δείκτη θα γίνονται οι αναπροσαρμογές που προβλέπει η σχετική νομοθεσία (συντάξιμες αποδοχές για τον υπολογισμό της ανταποδοτικής σύνταξης, ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών, εισφορές αυτοαπασχολουμένων, ελευθέρων επαγγελματιών και αγροτών).
Η σχετική διάταξη προβλέπει ότι «η αναπροσαρμογή των συντάξιμων αποδοχών για το διάστημα έως και το 2024 διενεργείται κατά τη μεταβολή του μέσου ετήσιου Γενικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Η προσαύξηση των συντάξιμων αποδοχών για το διάστημα από το 2025 και εφεξής διενεργείται με βάση τον δείκτη μεταβολής μισθών, που υπολογίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ».
Πρόκειται για θεσμοθετημένη παρέμβαση ήδη από το 2020, που πρέπει να εφαρμοστεί με το νέο έτος. Θα ελέγχεται η μεταβολή των μισθών από το 2002 και μετά, με συνέπεια από το αποτέλεσμα που θα προκύπτει να κρίνεται εάν οι νέες συντάξεις θα είναι υψηλότερες ή χαμηλότερες από τις τωρινές.
Ανάλογη θα είναι και η επίδραση στις ασφαλιστικές εισφορές των μη μισθωτών. Υπενθυμίζεται ότι έως τώρα η παρέμβαση σε αυτά τα δύο πεδία γινόταν κυρίως σε σχέση με την ετήσια πορεία του πληθωρισμού.
Έτσι προέκυψαν δύο διαδοχικές αυξήσεις στις καταβαλλόμενες συντάξεις το 2023 και το 2024 (αντίστοιχα 7,5% και 3%), αλλά καταγράφηκαν και δύο ανάλογες αυξήσεις στις ασφαλιστικές εισφορές των μη μισθωτών ασφαλισμένων (9,6% το 2023 και 3,5% το 2024).
Το νέο μοντέλο θα επηρεάσει τις νέες συντάξεις
Το νέο μοντέλο δεν θα έχει επίδραση στις καταβαλλόμενες συντάξεις, αλλά θα επηρεάζει το ύψος των νέων συντάξεων, που θα προκύψουν από το 2025 και μετά. Ουσιαστικά, η συγκεκριμένη παρέμβαση που είχε προβλεφθεί στον «νόμο Βρούτση» (ν. 4670/20) στοχεύει σε πιο «δίκαιες» συντάξεις, αλλά και ασφαλιστικές εισφορές, αφού θα συνδέονται πιο άμεσα με τους μισθούς που καταβάλλονται κατά την τρέχουσα, αλλά και την αμέσως προηγούμενη χρονική περίοδο.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, για τις ασφαλιστικές εισφορές «από την 1η Ιανουαρίου 2025 και εφεξής τα ποσά των ασφαλιστικών κατηγοριών προσαυξάνονται κατ’ έτος κατά τον δείκτη μεταβολής μισθών».
Σχετική επισήμανση έχει ήδη γίνει και από τον ΕΦΚΑ, καθώς σε εγκύκλιο του Φορέα έχει καταγραφεί ότι «η αναπροσαρμογή των συντάξιμων αποδοχών, για το διάστημα έως και το έτος 2024, διενεργείται κατά τη μεταβολή του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Η προσαύξηση των συντάξιμων αποδοχών για το διάστημα από το 2025 και εφεξής διενεργείται με βάση τον δείκτη μεταβολής μισθών, που υπολογίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ».
Τα προβλήματα
Το πρόβλημα που ενδεχομένως να προκύψει, όμως, αφορά περιόδους κατά τις οποίες οι μισθοί κινήθηκαν σε χαμηλά επίπεδα, κάτι που συνέβη την τελευταία 15ετία, λόγω της οικονομικής κρίσης που βίωσε η χώρα.
Εκεί, είναι πιθανό ο δείκτης μισθολογικού κόστους να μην καταλήξει σε ιδιαίτερα θετικό αποτέλεσμα για τις συντάξεις που θα απονέμονται από το νέος έτος και μετά.
Αντίστοιχα, λόγω πιθανής μείωσης εσόδων για τον ΕΦΚΑ, ίσως προκύψει περαιτέρω επιβάρυνση για τους μη μισθωτούς ασφαλισμένους, καθώς θα πρέπει να καλύψουν τη διαφορά που ενδεχομένως να προκύψει, με υψηλότερες ασφαλιστικές εισφορές που θα πρέπει να καταβάλλουν.
Πηγή:dnews