‘Oσο μεγαλύτερη είναι η έκθεση στους ατμοσφαιρικούς ρύπους πριν από τα πέντε έτη ζωής, τόσο μεγαλύτερες είναι οι αλλαγές που παρατηρούνται στην προεφηβεία στη λευκή ουσία του εγκεφάλου, σύμφωνα με νέα ισπανική μελέτη

 

Η έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση εξ απαλών ονύχων προκαλεί αλλαγές στη λευκή ουσία του εγκεφάλου. Μάλιστα όσο μεγαλύτερη είναι η έκθεση πριν από τα πέντε έτη ζωής, τόσο μεγαλύτερες είναι οι δομικές αλλαγές στον εγκέφαλο που παρατηρούνται στην προεφηβεία, σύμφωνα με νέα μελέτη ειδικών του Ινστιτούτου για την Παγκόσμια Υγεία της Βαρκελώνης (ISGlobal) που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Εnvironmental Pollution».

Η λευκή ουσία του εγκεφάλου αποτελείται από δέσμες νευραξόνων που διασφαλίζουν τη συνδεσιμότητα μεταξύ των διαφορετικών περιοχών του. Οι ανωμαλίες στη δομή της λευκής ουσίας συνδέονται με ψυχικές διαταραχές όπως για παράδειγμα καταθλιπτικά συμπτώματα, άγχος και διαταραχές του αυτιστικού φάσματος.

Τα ΡΜ2,5 πλήττουν σημαντική εγκεφαλική δομή
Από τη μελέτη προέκυψε επίσης σύνδεση μεταξύ συγκεκριμένα της έκθεσης σε μικροσωματίδια της ατμόσφαιρας (ΡΜ2,5) και του όγκου του κελύφους του φακοειδούς πυρήνα, μιας δομής του εγκεφάλου που εμπλέκεται στις κινητικές λειτουργίες, στη διαδικασία της μάθησης αλλά και σε πολλές άλλες σημαντικές λειτουργίες. Συγκεκριμένα, με βάση τα ευρήματα, όσο μεγαλύτερη είναι η έκθεση στα επικίνδυνα μικροσωματίδια ΡΜ2,5 τα οποία λόγω της πολύ μικρής διαμέτρου τους διεισδύουν βαθύτερα στον ανθρώπινο οργανισμό προκαλώντας βλάβες – ειδικά κατά τα πρώτα δύο έτη ζωής – τόσο μεγαλύτερος είναι ο όγκος του κελύφους του φακοειδούς πυρήνα στην προεφηβεία.

Ανάλυση σε μηνιαία βάση
«Το μεγαλύτερο κέλυφος του φακοειδούς πυρήνα συνδέεται με ορισμένες ψυχικές διαταραχές όπως η σχιζοφρένεια, οι διαταραχές του αυτιστικού φάσματος και ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή» ανέφερε η Αν-Κλερ Μπίντερ, ερευνήτρια στο ISGlobal και πρώτη συγγραφέας της μελέτης και προσέθεσε ότι η καινούργια πτυχή την οποία για πρώτη φορά φωτίζει η μελέτη της ίδιας και των συνεργατών της είναι ότι προσδιορίζει συγκεκριμένες ηλικίες κατά τις οποίες ο παιδικός εγκέφαλος είναι πιο ευάλωτος στην ατμοσφαιρική ρύπανση. «Μετρήσαμε την έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση αναλύοντας δεδομένα σε μηνιαία βάση σε αντίθεση με προηγούμενες μελέτες στις οποίες τα δεδομένα αναλύονταν με βάση τα τρίμηνα της κύησης ή το κάθε έτος ηλικίας. Στη συγκεκριμένη μελέτη αναλύσαμε την έκθεση των παιδιών στην ατμοσφαιρική ρύπανση από τη σύλληψη ως τα 8,5 έτη ζωής μήνα προς μήνα».

Σημαντικό πλεονέκτημα της μελέτης ήταν και το μεγάλο δείγμα της – τα δεδομένα αφορούσαν μια μεγάλη κοόρτη 3.515 παιδιών που συμμετείχαν στη Generation R Study στο Ρότερνταμ της Ολλανδίας.

Η μελέτη
Προκειμένου να προσδιορίσουν την έκθεση του κάθε συμμετέχοντα στην ατμοσφαιρική ρύπανση οι ερευνητές εκτίμησαν τα ημερήσια επίπεδα διοξειδίου του αζώτου (ΝΟ2) και μικροσωματιδίων (ΡΜ2,5) στα σπίτια των παιδιών ενόσω βρίσκονταν στη μήτρα και έως τα 8,5 έτη ζωής τους. Οταν τα παιδιά ήταν ηλικίας 9-12 ετών υποβλήθηκαν σε μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου ώστε να εξεταστεί η δομική συνδεσιμότητα του εγκεφάλου τους καθώς και ο όγκος διαφορετικών περιοχών του.

Επικίνδυνα για τον εγκέφαλο επίπεδα ρύπανσης εντός των ευρωπαϊκών ορίων

Πρέπει να σημειωθεί ότι τα επίπεδα ΝΟ2 και ΡΜ2,5 που κατεγράφησαν στο πλαίσιο της μελέτης υπερέβαιναν τα ανώτατα επιτρεπόμενα όρια που ορίζει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (10 µg/m3 και 5 µg/m3 αντιστοίχως), αλλά ήταν εντός των ορίων που θέτει η Ευρωπαϊκή Ενωση.

Αυτό μαρτυρεί ότι η ανάπτυξη του παιδικού εγκεφάλου μπορεί να επηρεαστεί από την έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση σε επίπεδα χαμηλότερα από εκείνα που ορίζουν οι ευρωπαϊκές οδηγίες. «Ενα από τα σημαντικά συμπεράσματα της μελέτης μας είναι ότι ο εγκέφαλος των βρεφών είναι ιδιαιτέρως ευάλωτος στην ατμοσφαιρική ρύπανση όχι μόνο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, όπως είχε φανεί σε προηγούμενες μελέτες, αλλά και κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας» είπε η δρ Μπίντερ.

Απαιτούνται πιο μακροπρόθεσμες μετρήσεις
Σύμφωνα με τη Μόνικα Γκάξενς, ερευνήτρια στο ISGlobal και κύρια συγγραφέα της νέας μελέτης, η ερευνητική ομάδα πρέπει να συνεχίσει να παρακολουθεί την ίδια ομάδα παιδιών σε μάκρος χρόνου. «Πρέπει να συνεχίσουμε να μετράμε τις ίδιες παραμέτρους στη συγκεκριμένη κοόρτη ώστε να διερευνήσουμε τις πιθανές μακροπρόθεσμες επιδράσεις στον εγκέφαλο εξαιτίας της έκθεσης στην ατμοσφαιρική ρύπανση».

 

 

 

Πηγή: in.gr