Του Γ. Τεκίδη
Εξηγήσιμο και κατανοητό να πανηγυρίζει σύμπασα η νεοεθνικοφροσύνη με το αποτέλεσμα των πρόσφατων Ευρωεκλογών, να τρίβει τα χέρια από αγαλλίαση και χαρά μετρώντας από τώρα το μέγα πλιάτσικο και τη λαφυραγώγηση του δημοσίου που θα ακολουθήσει τυχόν επικράτηση στις εκλογές της εβδόμης Ιουλίου, του κακέκτυπου της μετεμφυλιακής ΕΡΕ που ακούει σήμερα στο όνομα ΝΔ.
Εκείνο όμως που θλίβει και γεννά εύλογα ερωτηματικά στη μεγάλη πλειοψηφία του κόσμου της δημοκρατικής και ριζοσπαστικής αριστεράς, είναι ότι σύντροφοι του πρόσφατου παρελθόντος, συναγωνιστές και συνοδοιπόροι στον κακοτράχαλο δρόμο του αγώνα στα πέτρινα πολιτικά χρόνια, του αγώνα για μια πνοή ελπίδας και ανακούφισης της χειμαζόμενης για δεκαετίες τώρα εγχώριας πλεμπάγιας, να μην κρύβουν την χαρά και την ανακούφιση τους, για το τιμωρητικό για τον Τσίπρα και τον Σύριζα εκλογικό αποτέλεσμα.
Πιθανόν σ’ αυτό το αποτέλεσμα να βρίσκουν αποκούμπι, παρηγοριά και δικαίωση για την ισοπεδωτική και εν πολλοίς άδικη κριτική τους για τους κυβερνητικούς χειρισμούς το καλοκαίρι του 2015, όταν ελαφρά τη καρδία και με μια ομοβροντία καταγγελιών και απαράδεκτων προσωπικών χαρακτηρισμών κατά κυβερνητικών στελεχών, αποχώρησαν από το κοινό μας πολιτικό σπίτι. Αιχμάλωτοι και αυτάρεσκοι κάποιοι από αυτούς για την πολιτική και θεωρητική τους κατάρτιση, αθεράπευτοι εραστές της ιδεολογικής καθαρότητας και κάτοχοι της μιας και μοναδικής αλήθειας της αριστεράς, το αξιακό και ηθικό φορτίο της οποίας μόνο αυτοί υπηρετούν αυθεντικά και ως εκ τούτου μπορούν να κρίνουν και να απονείμουν τον βαθμό αριστεροσύνης και πολιτικής συνέπειας στους άλλους.
Θιασώτες μιας αριστεράς ασυμβίβαστης που πετροβολάει εκ του ασφαλούς το σύστημα από τη γωνία, που δεν μπαίνει στο πειρασμό ανάληψης οιασδήποτε κυβερνητικής ευθύνης, κι αν το κάνει κάποτε, στην πρώτη δυσκολία το βάζει στα πόδια επιλέγοντας τη σιγουριά της δικής της πραγματικότητας, του αναθέματος και της απριόρι καταδίκης όλων των υπολοίπων που… υπέκυψαν στη γλυκιά μελωδία των σειρήνων της εξουσίας. Μια αριστερά κλεισμένη στο δικό της μικρόκοσμο να αναπολεί δόξες και θυσίες του παρελθόντος αυτολιβανιζόμενη, προσδοκώντας από ότι φαίνεται στον αιώνα τον άπαντα την ρήξη και την επανάσταση.
Μα αυτή την αριστερά σέβεται, λέει, και παραδέχεται και η δεξιά μηδέ εξαιρουμένων και των ακραίων της Γεωργιάδη, Βορίδη και άλλων που δεν φείδονται επαινετικών σχολίων για τους «συνεπείς» αριστερούς και κομμουνιστές, τους σοβαρούς, που φωνασκούν, καταλαμβάνουν ρούγες και πεζοδρόμια, υψώνουν γροθιές και δονούν τον αέρα με συνθήματα και άλλα επαναστατικά τσιτάτα, όμως δεν ενοχλούν το σύστημα καθόλου, επί της ουσίας δεν το αμφισβητούν, κερδίζοντας έτσι την ανοχή, ακόμη και την συμπάθεια του.
Με μια χαιρεκακία, λοιπόν, μερικοί από τους πρώην συνοδοιπόρους του κοινού μας ονείρου, εμφανίζονται αυτές τις ημέρες στην επικαιρότητα, αυτοδικαιωμένοι με ισοπεδωτικά κριτικά κείμενα, διανθισμένα με μίζερα, μικρόψυχα και στα πλαίσια του μαύρου χιούμορ σχόλια για τον Σύριζα και την κυβέρνηση.
Οξυδερκείς σίγουρα οι περισσότεροι και με μεγάλη πολιτική διαδρομή στον προοδευτικό και αριστερό χώρο, αγνοούν η μάλλον υποκρίνονται ότι αγνοούν τις συνθήκες κάτω από τις οποίες υπογράφηκε η συμφωνία και το τρίτο μνημόνιο τον Σεπτέμβρη του 2015. Ξεχνούν γιατί θέλουν να ξεχάσουν, ότι τίποτα πιο εύκολο για τον Τσίπρα τότε να επιλέξει την πλήρη ρήξη με τις Βρυξέλλες να ηρωοποιηθεί για ένα δεκαήμερο στα μάτια της κοινής γνώμης και αφού ακολουθούσε το άμεσο κλείσιμο των τραπεζών και η γενικευμένη χρεωκοπία με όλες τις ζοφερές της κοινωνικές συνέπειες, η λαϊκή κατακραυγή θα γίνονταν απαίτηση για δημόσιο απαγχονισμό του προδότη πρωθυπουργού.
Όπως θέλουν να λησμονούν ότι τα εκατομμύρια των μικροκαταθετών συμπολιτών μας, αυτών που με αίμα και αμέτρητο κόπο μιας ζωής εναπόθεσαν στις τράπεζες το υστέρημα τους για μελλοντικές δύσκολες στιγμές, θα έβλεπαν αυτή την ύστατη ελπίδα τους να εξανεμίζεται σαν ατμός. Ποιος αλήθεια, ασυμβίβαστοι φίλοι και σύντροφοι θα αναλάμβανε μια τόσο τεράστια ευθύνη όπως η παραπάνω που θα συνεπάγονταν την άμεση καταστροφή των ζωών αυτών των συμπολιτών μας;
Στη χωρία αυτών που καταλογίζουν τα χίλια – μύρια στον Τσίπρα δικαίως και αδίκως, και γνωστοί και μη άνθρωποι που με προσωπική επιλογή του πρωθυπουργού κλήθηκαν να υπηρετήσουν το κυβερνητικό σχέδιο από θέσεις ευθύνης, σε ένδειξη αναγνώρισης των δυνατοτήτων τους αλλά και της εμπιστοσύνης με την οποία τους περιέβαλλε. Το γεγονός ότι διακόπηκε αργά η γρήγορα αυτή η συνεργασία για διάφορους λόγους, αρκούσε γι’ αυτούς να περάσουν στην αντίπερα όχθη και με αρκετή δόση αναιτιολόγητης πικρίας και έλλειψης σοβαρότητας και προσωπικής αξιοπρέπειας, ξιφουλκούν σήμερα εναντίον του, αγκαλιά με τη σημαία της αχαριστίας. Δεν μπορεί κανείς να μην αναρωτηθεί άραγε όλοι αυτοί έχουν ειλικρινά πείσει τον εσωτερικό κριτή και δικαστή που κουβαλάμε μέσα μας και ο οποίος αποφαίνεται πάντα πέρα για πέρα αμερόληπτα και δίκαια, για την στάση και συμπεριφορά τους, που εξακολουθεί και σήμερα να πληγώνει το σώμα της αριστεράς;
Ήμουν και θα είμαι ο τελευταίος που θα αποκηρύξει το δικαίωμα στην κριτική όσο σκληρή κι αν είναι αυτή, όπως και την υποχρέωση στην ειλικρινή αυτοκριτική. Ποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι είναι όλα καλώς καμωμένα από την σημερινή κυβέρνηση; Ουδείς. Αν οι παραπάνω ασκούν μια και δύο κριτικές για πολλά μικρά και μεγάλα ζητήματα που βασανίζουν τον τόπο, ίσως εμείς να ασκήσουμε πολύ περισσότερες. Αρκεί να είναι ψύχραιμες, στοιχειοθετημένες, δίκαιες, μακριά από προσωπικές πικρίες και το θυμικό που μπορεί τελικά να μας οδηγήσει σε μια προσωπική ικανοποίηση που καμία σχέση δεν θα έχει με την αλήθεια και την πραγματικότητα.
Ο κίνδυνος έλευσης μιας ΝΔ με έντονα τα ακροδεξιά εκδικητικά και ρεβανσιστικά σημάδια είναι προ των πυλών. Ίσως οι δεύτερες πιο ψύχραιμες σκέψεις όσων ακόμη θέλουν να τιμωρήσουν τον Σύριζα γιατί το 2015 δεν ανακήρυξε την χώρα σε Σοσιαλιστική Δημοκρατία, να είναι άκρως απαραίτητες για το καλό του τόπου.