Κάθε Σεπτέμβριο η ομιλία του Έλληνα Πρωθυπουργού στη Θεσσαλονίκη αποτελεί ad hoc συλλογικό οδοδείκτη και στρατηγικό χαρτογράφημα της εθνικής μας  πορείας. Η αξιολόγηση, πάντως, της φετινής παρουσίας του Κυριάκου Μητσοτάκη στην πρωτεύουσα της Μακεδονίας υποστυλώνεται σε δύο κεντρικά εκτιμητικά κριτήρια:

Το πρώτο από αυτά αφορά το γενικότερο πλαίσιο, στο οποίο κλήθηκε να μιλήσει ο Πρωθυπουργός: Όσα είπε και ειδικά όσα εξήγγειλε ως κομβικές πρωτοβουλίες της εφαρμόσιμης κυβερνητικής πολιτικής θα πρέπει να συνεκτιμηθούν με το συγκεκριμένο πολυπαραγοντικό πλαίσιο των χωρο-χρονικών δεδομένων: Η ιστορική συγκυρία την οποία βιώνουμε, οι αντικειμενικές συνθήκες στην Οικονομία, οι ιδιαιτερότητες της Ελλάδας έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί στο παρόν και ο βαθμός αναγκαιότητας για πολυμερείς μεταρρυθμίσεις και πολυεπίπεδες προσαρμογές στο μέλλον τόσο στην εσωτερική πραγματικότητα όσο και στο διεθνές περιβάλλον, η γεωπολιτική δυναμική της χώρας, η κατάσταση στην Ανατ. Μεσόγειο, στην Ευρώπη και στον Κόσμο, οι προσδοκίες και οι κίνδυνοι στο άμεσο μέλλον αλλά και στον ευρύτερο χρονικό ορίζοντα είναι «θεμελιακές σταθερές» αυτού του γενικότερου πλαισίου, επί του οποίου πρέπει να αξιολογηθούν όσα είπε ο Πρωθυπουργός.

Το δεύτερο κριτήριο αφορά τον καθορισμό, μέσα στο παραπάνω πλαίσιο, της δέουσας στάσης, που θα αναμέναμε να τηρήσει, υπό τις δεδομένες συνθήκες, ο Έλληνας Πρωθυπουργός, όποιος κι αν ήταν αυτός. Με πιο ξεκάθαρα λόγια, πριν κρίνουμε τον Πρωθυπουργό, θα πρέπει πρώτα εμείς να απαντήσουμε στο ερώτημα περί του τι θα έπρεπε να πει τούτες τις ώρες, σε ποιο βαθμό διαστολής (ή συστολής) θα έπρεπε να κινηθεί σε επίπεδο εξαγγελιών, ποιο μήνυμα έπρεπε να περάσει στην ελληνική κοινωνία, ειδικότερα σε ποιους τομείς έπρεπε να δώσει βάρος στην ομιλία του και βεβαίως με ποιο τρόπο και με ποια τεκμηρίωση θα ισχυριζόταν ότι θα έκανε πράξη αυτά που θα έλεγε ότι χρειάζεται να γίνουν.

Αν, επομένως, προσδιοριστεί το πλαίσιο στο οποίο μίλησε ο Πρωθυπουργός και αποσαφηνιστεί πώς θα περιμέναμε αυτός να παρουσιαστεί και δράσει εντός αυτού του πλαισίου, τότε ίσως διαθέτουμε ένα ορθολογικό αξιολογικό πρίσμα, μια καλή οπτική αφετηρία κριτικής και βάση συλλογιστικής για να αποτιμήσουμε τη φετινή παρουσία του Κ. Μητσοτάκη στη Θεσσαλονίκη.

Καταρχάς, στο πεδίο της Οικονομίας, οι συνθήκες που δημιουργήθηκαν ως αποτέλεσμα του πανδημικού εγκλεισμού (lockdown) λόγω του κορωνοϊού, έχουν προκαλέσει ένα αναμφισβήτητο οικονομικό shock, «εκρηκτικών»διαστάσεων. Η ύφεση στο πρώτο τρίμηνο του έτους ήταν 0,5% και κατά το δεύτερο τρίμηνο ήδη έφτασε το 15,2% (κοντά στον μέσο ευρωπαϊκό όρο). Και για όλη την τρέχουσα χρονιά προβλέπεται να κυμανθεί στο επίπεδο του 8 ή και 9%.Στην ανεργία (όπως και στο χρέος…) είμαστε η χειρότερη χώρα, στην υψηλότερη θέση της ευρωπαϊκής κατάταξης, με ποσοστά υπερδιπλάσια από τον μέσον όρο της  Ευρωζώνης και της Ε.Ε., με υπερδιπλάσια ανεργία των νέων κάτω των 25 ετών, με μακροχρόνια ανέργους 60% πάνω από τα ευρωπαϊκά ποσοστά. Ο αριθμός των ανέργων ανήλθε ήδη στις 836,6 χιλιάδες άτομα τον Ιούνιο και τον ίδιο μήνα καταγράφηκε από την ΕΛΣΤΑΤ ότι οι οικονομικά μη ενεργοί Έλληνες έφτασαν τα 3,31 εκατ., που είναι ο υψηλότερος αριθμός που έχει καταγραφεί από το 2014 και μετά.

Υπό αυτό το πλαίσιο, στο πεδίο της Οικονομίας θα περιμέναμε από τον Πρωθυπουργό να ανακοινώσει μέτρα αποφυγής κατάρρευσης της οικονομικής δράσης, στήριξης των πλουτοπαραγωγικών δραστηριοτήτων και αντιστροφής του ζοφερού οικονομικού κλίματος. Μάλιστα, δεδομένου ότι έχει ανασταλεί το δημοσιονομικό θεσμικό modusoperandi στην ΕΕ και καθ’ όσον τελούμε εν αναμονή των ποσών που θα εισρεύσουν στη χώρα, κατ’ εφαρμογή όσων πανευρωπαϊκά συμφωνήθηκαν για το Ταμείο Ανάκαμψης, τα μέτρα αυτά εκ των πραγμάτων θα έπρεπε να είχαν ορισμένο, βραχύ πάντως, χρονικό ορίζοντα και προπαντός apriori στοχεύσεις και προτεραιοποιήσεις. Ως προς δε το οικονομικό βεληνεκές τους, καθώς ίσως από το 2022 και μετά, το «Ευρωπαϊκό Εξάμηνο» (οι πάγιοι, διευρωπαϊκοί κεντρικοί δημοσιονομικοί κανόνες) θα επανατεθεί με απόφαση της Κομισιόν σε λειτουργία, τα μέτρα αυτά θα έπρεπε να είναι κοστολογημένα, λελογισμένα και αναλογικά των οικονομικών περιθωρίων της χώρας.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, λοιπόν, ανακοίνωσε 12 μέτρα οικονομικών παρεμβάσεων στη Θεσσαλονίκη. Τα τέσσερα από αυτά τα μέτρα αφορούν τον τομέα της εργασίας, τα τρία τη ρευστότητα και τις επιχειρήσεις και τα πέντε είναι μέτρα στήριξης του εισοδήματος των πιο αδύναμων και της μεσαίας τάξης. Ο Πρωθυπουργός έδωσε βάρος στη φορολογική ελάφρυνση της μισθωτής εργασίας και στην επανώθηση της επιχειρηματικής δράσης. Και τούτο με τη λογική ότι αυτά τα πεδία συνιστούν τους αναπτυξιακούς βατήρες για τη γέννηση νέου εθνικού πλούτου, για την υλοποίηση επενδύσεων και για την αλλαγή του  παραγωγικού υποδείγματος της χώρας.

Η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, έστω και στο εξαγγελθέν μέγεθος,  η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για τους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα, τους επαγγελματίες και τους αγρότες και κυρίως η προσπάθεια δημιουργίας 100.000 νέων θέσεων εργασίας, με ευνοϊκές αρχικές προϋποθέσεις για τους εργοδότες και τους εργαζόμενους, είναι μέτρα προς τη σωστή κατεύθυνση, αναγκαίες τομές για να ανασάνει ο κόσμος της εργασίας.

Παράλληλα, ο τρίτος κύκλος ευνοϊκής χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις μέσω του προγράμματος της επιστρεπτέας προκαταβολής σε συνδυασμό με το μέτρο των υπεραποσβέσεων σε ύψος 200% για ψηφιακές και πράσινες επενδύσεις και δη για τρία έτη συνιστούν κίνητρα για την επιχειρηματικότητα, η οποία τούτο το διάστημα είναι πασιφανές ότι «διψά» για τέτοια. Εν τέλει, η κατάργηση του ΕΝΦΙΑ (έστω μόνο σε 26  μικρά νησιά), η αναβολή καταβολής οφειλών μέχρι τον Απρίλιο του 2021 και η επέκταση για 6 μήνες του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ σε αρκετούς νέους κλάδους, είναι «καλοδεχούμενες ειδήσεις».

Από την άλλη πλευρά, στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής και των εθνικών μας θεμάτων, η τουρκική προκλητικότητα που φτάνει μέχρι τις πολλαπλές, επανειλημμένες και ωμές αμφισβητήσεις όχι απλά των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων αλλά ακόμα και της εθνικής μας κυριαρχίας, πέραν από το ότι συνιστά καταρράκωση της εθνικής μας αξιοπρέπειας, απειλεί όχι μόνο την εθνική υπόσταση αλλά και τη γεωπολιτική σταθερότητα και ασφάλεια αυτής της γωνιάς του Πλανήτη.

Θα περιμέναμε, συνεπώς, ο Πρωθυπουργός (όποιος κι αν ήταν) να μας δώσει δημόσιες απαντήσεις και αποσαφηνίσεις για τη στάση της χώρας και τον γενικότερο σχεδιασμό της απέναντι στο επιθετικογενές τουρκικό crescendo.

Όσον αφορά την άμυνα, λοιπόν, οι εξαγγελίες του Πρωθυπουργού στη Θεσσαλονίκη ενέχουν θεμελιώδη στοιχεία μιας εξισορροπητικής προσέγγισης. Όταν κάθε χρόνο η Τουρκία δαπανά 22 δισ. δολάρια για την άμυνα της και εμείς βαριά 5 δισ. δολάρια, μια κούρσα εξοπλισμών θα ήταν άνευ νοήματος και επαχθής καταλύτης των οικονομικών αντοχών της χώρας. Από την άλλη, η συνέχιση της αποεπένδυσης στον χώρο των αμυντικών εξοπλισμών ελέω των συνθηκών που επικράτησαν στη χώρα την προηγούμενη δεκαετία, θα ήταν εθνικά επικίνδυνη. Η εξισορρόπηση, επομένως, ανάμεσα στις δύο αυτές inextremis τακτικές βρίσκεται ακριβώς στη λελογισμένη δράση για το παρόν, που επιλέχθηκε από τον Πρωθυπουργό.

Μπορεί, λοιπόν, τα πρώτα αεροσκάφη Rafaleνα έρθουν στα μέσα του 2021 και η αγορά τους να ολοκληρωθεί μέχρι τις αρχές του 2022 και, επίσης, η απόκτηση των νέων 4 φρεγατών για το πολεμικό μας Ναυτικό και ο επανεξοπλισμός των 4 φρεγατών ΜΕΚΟ που έχουμε, να γίνει σε βάθος 5-7 ετών, αλλά… κάλλιο αργά παρά ποτέ. Η δεδομένη συγκυρία απαιτούσε επιτακτικά την αμυντική επαγρύπνηση της ελληνικής πλευράς και ο Πρωθυπουργός στοιχειωδώς κρατά ξάγρυπνο το έθνος με τις ανακοινώσεις του στον τομέα της άμυνας. Είναι, άλλωστε, τούτο το… τίμημα που πληρώνουμε για τη θέση μας στον Χάρτη.

Στη Θεσσαλονίκη, επομένως, ο Κ. Μητσοτάκης ανακοίνωσε μέτρα ύψους 7 περίπου δισ. ευρώ για την οικονομία και μέτρα αντίστοιχου σχεδόν ύψους για τις ανανεωτικές τομές στο πεδίο της εθνικής άμυνας. Αν δε ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι μέχρι σήμερα είχαμε αντλήσει, ως χώρα, 14 δισ. ευρώ από τις αγορές,  η πολιτική επιλογή του Πρωθυπουργού διαφαίνεται πια ξεκάθαρα: Στόχος του είναι να δαπανηθούν για το 2020 και 2021 ποσά σχεδόν αντίστοιχα με αυτά που κατάφερε να αντλήσει μέχρι τώρα η χώρα από τις αγορές, κρατώντας παράλληλα ως οικονομική παρακαταθήκη τα ταμειακά διαθέσιμά της, και μετά, με το που θα αρχίσει να εισέρχεται (ίσως από το δεύτερο εξάμηνο του 2021) μέρος των περιβόητων 72 δισ. από τα ευρωπαϊκά κονδύλια (για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας), η χώρα να επιχειρήσει το μεταρρυθμιστικό άλμα προς το μέλλον, το οποίο ήδη στηρίζουν 12 στοχευμένες δράσεις της υφιστάμενης μεταρρυθμιστικής ατζέντας.

Στη Θεσσαλονίκη, δεδομένων των συνθηκών, θα περιμέναμε «προσγειωμένο» τον Έλληνα Πρωθυπουργό. Και ο Κ. Μητσοτάκης κατάφερε να δώσει την αίσθηση ότι όντως πατά και με τα δύο πόδια επί γης, καθώς ήταν ακριβής και συγκρατημένος ως προς την ουσία και τον ορίζοντα των εξαγγελθέντων του.

Το δε μήνυμα εθνικής αυτοπεποίθησης που προσπάθησε να διαχύσει στην ελληνική μαζική ψυχολογία είναι σωστό και όχι «επικοινωνιακό πυροτέχνημα», διότι η ιστορική καμπή είναι κρίσιμη για τον Ελληνισμό.Τα δύσκολα, πάντως, είναι μπροστά μας. Την περίοδο 2021-2023 ο Πρωθυπουργός θα κριθεί για αυτά που είπε και κυρίως για αυτά που θα κάνει όχι μόνο από τους ομοϊδεάτες, το κομματικό του ακροατήριο ή ευρύτερα από τον ελληνικό λαό, αλλά, έχω την αίσθηση, και από την ίδια την Ιστορία. Η ποιότητα του προσωπικού του στίγματος, το πολιτικό του αποτύπωμα στην βαθιά διαδρομή του Ελληνισμού και η ηγετική του στόφα θα φανούν και μένει να επιβεβαιωθούν στα επόμενα καθοριστικά και «ζέοντα» 2-3 χρόνια. Ίδωμεν….

Κατερίνη, 16/9/2020

 

ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΚΟΥΓΚΟΥΡΕΛΑΣ

ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ

LLM IN INTERNATIONAL COMMERCIAL LAW

LLM IN EUROPEAN LAW

Cer. LSE in Business, International Relations and the political science