Τούτες τις μέρες ο Κόσμος ολάκερος μοιάζει να ασχολείται με την Τουρκία του Erdogan. Με δεδομένο ότι οι ΗΠΑ έθεσαν κάποιας μορφής κυρώσεις στην Τουρκία, για την αγορά του πυραυλικού συστήματος S-400 από τη Ρωσία, η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) βρέθηκε ξανά στο στόχαστρο. Το θυμικό του ‘‘μέσου Έλληνα’’, που περίμενε αν όχι η ΕΕ να ‘‘γονατίσει τον Σουλτάνο’’ μπροστά της, τουλάχιστον να επιβάλει στη χώρα του σκληρούς περιορισμούς, δεν ικανοποιήθηκε. Έτσι, για ακόμη μια φορά, η Ευρώπη χαρακτηρίζεται στα μέρη μας ως ‘‘αναιμική’’, ‘‘αναβλητική’’, ‘‘διχασμένη’’, ‘‘αναποφάσιστη’’ και πάντως ως ‘‘νίπτουσα τας χείρας’’, καθοδηγούμενη από τα στενώς εννοούμενα συμφέροντα και τις διεθνείς σχέσεις ορισμένων κρατών– μελών (κ-μ) της με την Τουρκία.

Είναι, όμως, όλα τα παραπάνω, προϊόν ορθολογικής ανάλυσης, πολυπρισματικής εποπτείας και κριτικής αντιμετώπισης της γεωπολιτικής και γεωοικονομικής κατάστασης στην Ανατολική Μεσόγειο ή απλά ‘‘έκρηξη’’ ενός λαϊκού συναισθηματισμού και έκφραση του γνωστού ‘‘blamegame’’ κατά της Ευρώπης, όταν η χώρα βρίσκεται στα δύσκολα ή όταν η ίδια η ΕΕ δεν συμπλέει απολύτως και απαρεγκλίτως με τα εθνικά μας desiderata;

Καταρχάς, για να αποκτήσει κάποιος στέρεο υπόβαθρο κρίσης θα πρέπει να εισέλθει στην πολυδιαστασιακή μορφολογία του γεωπολιτικού status της περιοχής και να αποτυπώσει τις ζώνες των ζητημάτων και τα μέτωπα που έχουν διαμορφωθεί επ’ αυτών. Στην Ανατ. Μεσόγειο, λοιπόν, εκτυλίσσεται ένα τριζωνικό παίγνιο, στο οποίο ενεργούν και αλληλεπιδρούν τοπικοί, περιφερειακοί και παγκόσμιοι ‘‘παίκτες’’: 1) Η διαμάχη Ελλάδας-Τουρκίας σχετικά με τις θαλάσσιες ζώνες επιρροής τους στο Αιγαίο και τη Λεκάνη της Λεβαντίνης, 2) Το Κυπριακό Ζήτημα, στο οποίο εμπλέκονται αναγκαστικά οι Έλληνες με τους Τούρκους και 3) Η ενδο-λυβική σύγκρουση, στην οποία συμμετέχει ενεργά η Τουρκία, στο πλευρό του Σάρατζ, αλλά αφορά και την Ελλάδα μετά τις υπογραφείσες συμφωνίες περί ΑΟΖ ανάμεσα σε Τουρκία και Λιβύη και, αντιστοίχως, Ελλάδα και Αίγυπτο, οι οποίες επέφεραν αλληλοεπικάλυψη των θαλασσίων ζωνών των τεσσάρων κρατών.

Επομένως, στο τριζωνικό τούτο παίγνιο λαμβάνουμε μέρος και η Ελλάδα και η Τουρκία αλλά με δεδομένο ότι επί του καμβά του τίθενται παγκοσμίου βεληνεκούς θέματα, όπως η ενεργειακή ασφάλεια και αυτονόμηση της ΕΕ, το ελεύθερο εμπόριο και η προστασία των εμπορικών δρόμων και οικονομικών συναλλαγών, η γεωπολιτική ισορροπία της ΝΑ Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής, ο προς τη Δύση Ισλαμικός επεκτατισμός, ο έλεγχος των μεταναστευτικών ροών, το Συριακό, στο παίγνιο αυτό εξ’ αντικειμένου λόγο και ρόλο έχουν οι ΕΕ, το ΝΑΤΟ, οι ΗΠΑ, η Ρωσία, η Κίνα και τα περιβάλλοντα τη μεσογειακή λεκάνη υπόλοιπα κράτη της περιοχής.

Τα μέτωπα δε στο παίγνιο αυτό είναι ήδη ξεκάθαρα. Όσον αφορά τις γεωπολιτικές θεματικές της Ελλάδας και της Κύπρου, το ‘‘Eastmed Forum’’ περιλαμβάνει τη χώρα μας, την Κύπρο, την Αίγυπτο, το Ισραήλ, την Παλαιστινιακή Αρχή και την Ιορδανία, ενώ ήδη αιτήθηκε συμμετοχή η Γαλλία και έχουν τον ρόλο παρατηρητή οι ΗΠΑ. Πέραν τούτων, είναι ήδη διαμορφωμένα τα τρίπτυχα ενεργειακά σχήματα Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ και Ελλάδας-Αιγύπτου-Ισραήλ. Στο δε λιβυκό ζήτημα, ήδη Γαλλία, Αίγυπτος, ΗΑΕ και Ρωσία, όντας στο πλευρό του Στρατηγού Χαφτάρ, αντιμάχονται την Τουρκία και το Κατάρ που υποστηρίζουν την Κυβέρνηση Σάρατζ.

Προκύπτει, λοιπόν, από την ανάγνωση του τριζωνικού παιγνίου και των ήδη σχηματισθέντων μετώπων του, η κεντρική γεωπολιτική παραδοχή ότι ενώ η χώρα μας έχει ενταχθεί έξυπνα σε πολυσυμμετοχικά μέτωπα και δρα ούτως ή άλλως στο ευρύτερο πλαίσιο του δυτικού γεωστρατηγισμού, η Τουρκία, μοιάζει τούτη την ώρα, αν όχι διπλωματικά και πολιτικά ‘‘αποκλεισμένη’’, τουλάχιστον ‘‘ασφυκτιούσα’’. Και αυτό έχει μέγιστη σημασία στον καθορισμό της γενικότερης στάσης του Δυτικού Κόσμου απέναντί της, μιας στάσης που ενέχει αφενός γεωπολιτικές έγνοιες και αφετέρου οικονομικούς προβληματισμούς.

Καταρχάς, λοιπόν, αυτό που πρέπει να γίνει αντιληπτό είναι ο ρόλος της Μεσογείου ως ‘‘θάλασσας κόμβου’’. Η Μεσόγειος ενώνει την Ευρώπη με την Αφρική και αποτελεί τη διασυνδετήρια θαλάσσια ζώνη ανάμεσα στη Μαύρη Θάλασσα και τον Περσικό Κόλπο μέσω των στενών του Σουέζ. Έτσι, η έξοδος της Ρωσίας στους μεγάλους ωκεανούς πρακτικά πραγματοποιείται δια της Μεσογείου. Αυτός δε που θέλει να είναι διαπεριφερειακή δύναμη πρέπει να διαθέτει στιβαρό αποτύπωμα στον κόμβο της Μεσογείου. Στην κατάσταση που βρίσκεται η Τουρκία, όμως, με την οικονομία της κλονισμένη και με πολλές υποθέσεις ‘‘ανοιχτές’’, η επιβολή σκληρών περιορισμών εις βάρος της, ίσως όχι μόνο θα επεξέτεινε τον στρατηγικό της αποκλεισμό, αλλά πιθανώς θα τίναζε στον αέρα τις όποιες ισορροπίες στην περιοχή και ίσως μετέτρεπε το Μεταναστευτικό σε ‘‘χειροπιαστό Ευρωπαϊκό Εφιάλτη’’.

Δεν είναι, ωστόσο, μόνο η ΕΕ, είναι και το ΝΑΤΟ στη μέση. Καθώς η Μεσόγειος συνδέει τη Μαύρη θάλασσα με τους ωκεανούς, η Τουρκία είναι χώρα- θεματοφύλακας και ελεγκτής της ρωσικής καθόδου-εξόδου στον εκτεταμένο υδάτινο ορίζοντα του Πλανήτη, επί του οποίου εκτελούνται οι μεταφορές και η παγκόσμια οικονομική διάδραση. Η Δύση, συνεπώς, θέλει την Τουρκία ‘‘όρθια’’. Αν την ‘‘χάσει’’ ολοσχερώς, η Τουρκία είτε μπορεί να κινηθεί κατ’ ανεξέλεγκτο και πολύ πιο επικίνδυνο τρόπο στη διασύνδεση της με το ριζοσπαστικό Ισλάμ, είτε μπορεί να συμμαχήσει πρόδηλα και χωρίς την παρούσα περίπλοκη φαινομενικότητα, με την Ρωσία. Ήδη βρήκε μαζί της ένα modusvivendi στο Συριακό (είναι η λεγόμενη ‘‘Astanaprocess’’), έλυσε από κοινού με τους Ρώσους την ανάφλεξη στο Ναγκόρνο Καραμπάχ και ίσως ψάξει τη φόρμουλα αμοιβαία επωφελούς συνδιαχείρισης της Λιβυκής εμφύλιας σύρραξης. Από την άλλη, ήδη από το 2015 η Τουρκία είναι μέρος της κινέζικης πρωτοβουλίας του ‘‘Δρόμου του Μεταξιού’’, και μετά την εγκατάλειψή της από τη ‘‘Δυτική Συμμαχία’’ θα μπορούσε, θεωρητικά, να γίνει έρμαιο και μοχλός των κινεζικών γεωπολιτικών ορέξεων.

Η οικονομία, από την άλλη, δεν είναι ένα καθόλου αμελητέο πεδίο. Είναι γνωστή η έκθεση των τραπεζών πολλών χωρών της Δύσης στο τουρκικό χρέος. Την ‘‘πρωτοκαθεδρία’’ σε τούτη την όχι και τόσο ευχάριστη θέση κατέχουν οι ισπανικές τράπεζες με διακράτηση 62 δισ. δολαρίων τουρκικού ομολογιακού χρέους, ενώ η συνολική έκθεση του δυτικού τραπεζικού τομέα είναι 122,7 δισ. δολάρια. Οι συνέπειες, λοιπόν, μιας πιθανής κατάρρευσης της Τουρκίας, που προφανώς οι κυρώσεις σε τούτο το χρονικό σημείο θα επέσπευδαν ουσιαστικά, ήταν και είναι πολύ σοβαρές για τη Δύση και προφανώς ελήφθησαν αρκούντως υπόψη ως προς τη διαμόρφωση της στάσης της απέναντι στη χώρα του Erdogan.

Πως εξηγείται, όμως, από την άλλη πλευρά, η συμπεριφορά της ΕΕ στο θέμα των κυρώσεων; Νομίζω ότι δύο βασικές επισημάνσεις, εν προκειμένω, προσφέρουν θεωρητική τεκμηρίωση στη στάση της. Η πρώτη είναι τεχνικού-δομικού χαρακτήρα και η άλλη έχει να κάνει με έναν ουσιαστικό λόγο.

Κατά πρώτον, λοιπόν, η διαδικαστική νόρμα με την οποία, παγίως πλέον, η ΕΕ διεκπεραιώνει την ουσιαστική λειτουργία της είναι αυτό που καλείται ‘‘διαπραγματευτικός διακυβερνητισμός’’ (negotiating intergovernmentalism). Η τελική στάση της ΕΕ, ιδιαιτέρως σε κρίσιμα ζητήματα, συνιστά τη συνισταμένη πολλές φορές αποκλινουσών, ετερογενών, ακόμη και αντιθετικών ή σφόδρα συγκρουσιακών συνιστωσών, δηλαδή διαφορετικών, ίσως και αλληλοαναιρούμενων απόψεων, στόχων και προγραμμάτων των κ-μ. Γι’ αυτό ακριβώς, ούτε εξ’ αρχής υφίσταται ως ‘‘ατόφια πολιτική συνταγή’’, ούτε είναι primafacie δεδομένη. Αντιθέτως, στο τραπέζι του ευρω-διαλόγου τίθενται όλες οι συνιστώσες ή δέσμες συνιστωσών, αναμοχλεύονται και αλληλεπιδρούν ανταλλάσσοντας τα ιδεολογικο-πολιτικά τους φορτία και η τελική ενωσιακή τοποθέτηση προκύπτει, μέσω της διαπραγματευτικής ζύμωσης, συνήθως ως συμβιβασμός ή συμπεριληπτικό συμπέρασμα. Αυτό ακριβώς συνέβη και στην περίπτωση των τουρκικών κυρώσεων.

Ο δεύτερος λόγος, ο ουσιαστικός, αφορά τη νομικο-πολιτική ratio των κυρώσεων. Προφανώς, κυρώσεις επιβάλλονται όταν με τη συμπεριφορά του παραβατικού κράτους επιβεβαιώνεται η ακύρωση, η κατάργηση, η καταστρατήγηση, έστω ο ‘‘μη σεβασμός’’ του ήδη τεθέντος, άρα υπαρκτού και εφαρμόσιμου, πλαισίου διεθνούς νομιμότητας. Δεδομένου, λοιπόν, ότι το διεθνές δίκαιο ορίζει για τον συγκαθορισμό των θαλασσίων ζωνών (υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ) μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας αρχικώς ‘‘διαπραγματεύσεις’’ και εν συνεχεία συνιοριοθέτηση, είτε αυτοβούλως, είτε ‘‘μέσω Χάγης’’, δεδομένου, επίσης, ότι δεν έχουμε προβεί με τους Τούρκους σε καμία συνοριοθέτηση για το οτιδήποτε, συνυπολογιζομένου του γεγονότος ότι το τουρκο-λυβικό σύμφωνο είναι για εμάς ‘‘resinteraliosacta’’ (όπως το ίδιο ισχυρίζονται οι Τούρκοι ότι είναι γι’ αυτούς η ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία περί ΑΟΖ), ποιο είναι, άραγε, εν προκειμένω το διεθνές πλαίσιο νομιμότητας, η παραβίαση του οποίου θα επέφερε κυρώσεις κατά της Τουρκίας;

Είναι, λοιπόν, απολύτως κρίσιμο, απολύτως σημαντικό, να θυμόμαστε ότι η επιβολή κυρώσεων από την ΕΕ αποκτά διεθνοπολιτική βαρύτητα πολύ περισσότερο στην περίπτωση που παραβιάζονται διακεκηρυγμένα και πρακτικώς διαμορφωθέντα κυριαρχικά δικαιώματα κ-μ (όπως είναι αυτά επί της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ) παρά σ’ αυτήν που αμφισβητούνται, έστω και εν τοις πράγμασιν, εν δυνάμει κυριαρχικά δικαιώματα ευρωπαϊκών κρατών επί των θαλασσίων ζωνών τους. Έτσι, η εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας υπήρξε, και μάλλον όχι άστοχα, η πυξίδα της ευρωπαϊκής στάσης και στην παρούσα κατάσταση.

Από τα παραπάνω, συνεπώς, μάλλον συνάγεται η διαπίστωση ότι η Δύση φαίνεται να επιλέγει απέναντι στην Τουρκία, έστω και αποσπασματικά ή αυθόρμητα, έστω δηλ. χωρίς τη συνυιοθέτηση ενός προσυνεννοημένου σχεδίου δράσης απέναντί της, την τακτική του ‘‘καρότου και μαστιγίου’’και δη τόσο στην ‘‘ενδο-οργανική’’, όσο και στην ‘‘υπερ-οργανική’’ δομή της. Έτσι, στην ‘‘ενδο-οργανική’’ βαθμίδα της ΕΕ, αφενός η Γερμανία διαδραματίζει τον ρόλο του ‘‘διαμεσολαβητή’’ (mediator) και του εξισορροπιστή που προβάλλει τη χρεία των συμβιβαστικών προσεγγίσεων, ενώ η Γαλλία, προφανώς εκκινούμενη από τον δικό της στρατηγικό συμφεροντολογισμό, εμφανίζεται πιο σκληρή, διπλωματικά άτεγκτη, στρατιωτικά πρόθυμη και άμεσα αντιπαραθετική. Στο δε ‘‘υπερ-οργανικό’’ επίπεδο, η ΕΕ, ως θεσμικό ολοκλήρωμα, φαίνεται επιφυλακτική, το ΝΑΤΟ ουδέτερο ενώ (μερικώς) ‘‘τιμωρητικοί’’ προβάλλουν, τουλάχιστον προσώρας, οι Αμερικανοί.

Αυτό όμως που, από γεωπολιτικής και γεωοικονομικής απόψεως, έχει την καθοριστικότερη σημασία είναι ότι έχει μάλλον ριζώσει βαθιά η αντίληψη στον Δυτικό Κόσμο ότι η Τουρκία δεν είναι μόνο ‘‘μέρος της λύσης’’ στην Ανατ. Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή για τα δυτικά στρατηγήματα αλλά, ταυτόχρονα, και ‘‘μέρος του προβλήματος’’. Και αυτή η παραδοχή, αν αληθεύει, απεικονίζει εναργέστερα από οτιδήποτε άλλο την επαμφοτερίζουσα στάση του Δυτικού Κόσμου απέναντι στην Τουρκία αλλά δημιουργεί και μια ‘‘λεπτή γραμμή’’ στην άσκηση της ‘‘δυτικής πολιτικής’’. Από τη στιγμή, λοιπόν, που εκληφθεί ότι η Τουρκία είναι περισσότερο μέρος του προβλήματος και όχι της λύσης, τότε διαβαίνοντας τη λεπτή αυτή γραμμή, ο Δυτικός Κόσμος ίσως παραμερίσει τη διπλωματία και τις συνομιλίες και μετέλθει σκληρότερων μεθοδολογιών διάδρασης έναντι του τουρκικού διεθνούς ακτιβισμού.

Η προσώρας στάση της Δύσης, όμως, είναι, κατά την άποψη μου, και μια ‘‘υπαρξιακή παγίδα’’ αν όχι για την Τουρκία, τότε σίγουρα για τον Erdogan. H ρητορική και διπλωματική αμφισημία της Δύσης μπορεί να οδηγήσει τον Τούρκο Ηγέτη στη ‘‘θανάσιμη’’ πεποίθηση ότι είναι άτρωτος. Αλλά, ως γνωστόν, όπως έδειξε πολλές φορές η Ιστορία, η ώρα που χάνεις (ή και αφανίζεσαι) είναι ακριβώς εκείνη που θα πιστέψεις ότι τίποτε δεν μπορεί να σε σταματήσει, να σε καθυποτάξει, να σε νικήσει… Περιμένετε και θα δείτε ότι οι εξελίξεις θα είναι κάτι περισσότερο… από συγκλονιστικές….

Κατερίνη, 16/12/2020

 

ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΚΟΥΓΚΟΥΡΕΛΑΣ

ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ

LLM IN INTERNATIONAL COMMERCIAL LAW

LLM IN EUROPEAN LAW

Cer. LSE in Business, International Relations and the political science