Η μακεδονική γη βγάζει χρυσές μάσκες πολεμιστών από την αρχαιότητα και επιβεβαιώνει εν μέρει τη φιλολογική εκδοχή, μέσω των γενεαλογικών μύθων, για την προέλευση των βασιλέων (Τημενίδες, Βακχιάδες) της Μακεδονίας από τη βορειoανατολική Πελοπόννησο, το Άργος και την Κόρινθο, με πατρώο ήρωα τον Ηρακλή, ενώ αναδεικνύει, όπως και πλήθος άλλων ευρημάτων από τη Μακεδονία, την πολιτισμική συγγένεια με τα δωρικά φύλα.

Οι χρυσές μάσκες ανακαλύπτονται στους μυκηναϊκούς τάφους και στη μακεδονική γη, με μεταγενέστερη ωστόσο χρήση. Οι Μυκηναίοι πήραν την ιδέα του χρυσού νεκρικού προσωπεία πιθανόν από τους Αιγυπτίους και στον ταφικό κύκλο Α’ των Μυκηνών βρέθηκαν πέντε χρυσές προσωπίδες.

Το 1980 χρυσά προσωπεία βρέθηκαν σε ταφικό σύνολο αρχαίου νεκροταφείου που χρονολογείται στο 520-500 π.Χ. στη Σίνδο Θεσσαλονίκης και αργότερα ήρθε η μεγάλη ανασκαφή στο Αρχοντικό Πέλλας με χρυσές μάσκες που επίσης χρονολογούνται στα 560-540 π.Χ. Με αυτήν ξεκίνησε μια συζήτηση για το αν και με ποιον τρόπο συνδέονται τα νεκρικά προσωπεία Μυκηνών και Μακεδόνων.

 

 

Η ανασκαφή που διενεργείται σε μεγάλο αρχαιολογικό χώρο στην Αχλάδα, μόλις 22 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της πόλης της Φλώρινας, όπου γίνεται εντατική εξόρυξη λιγνίτη, έφερε στο φως νέα χρυσά προσωπεία και αναθερμαίνει τη σχετική συζήτηση μεταξύ των αρχαιολόγων, καθώς γίνεται η τρίτη περιοχή μετά τη Σίνδο και το Αρχοντικό όπου αποκαλύπτονται τέτοια ευρήματα.

Τα ευρήματα που βγάζει η μακεδονική γη ενισχύουν τη φιλολογική εκδοχή μιας πολιτισμικής συγγένειας των βασιλέων του μακεδονικού βασιλείου με τα δωρικά φύλα, στα ταφικά έθιμα, στη θρησκεία και στη γλώσσα. Στη φετινή ανασκαφική περίοδο αποκαλύφθηκαν περισσότερες από 200 ταφές, από τις οποίες 131 χρονολογούνται στους βυζαντινούς χρόνους και 75 στους αρχαϊκούς.

Λόγω του μνημειακού τους χαρακτήρα, οι περισσότερες ταφές ήταν συλημένες -πιθανόν από τους αρχαίους ακόμα χρόνους-, ωστόσο σε μια περιοχή τα ευρήματα διέλαθαν την προσοχή των τυμβωρύχων και μαρτυρούν τον πλούτο, την αριστοκρατική καταγωγή, τον ηρωικό χαρακτήρα και τον ηγετικό ρόλο κάποιων οικογενειών της μακεδονικής αριστοκρατίας στην πολιτική και κοινωνική ζωή της Αρχαίας Λύγκου κατά το δεύτερο μισό του 6ου π.Χ. αι.

Μοναδικό εύρημα του νεκροταφείου αποτελεί το χρυσό προσωπείο που εντοπίστηκε σε λακκοειδή ανδρική ταφή με κάλυψη από αργούς λίθους. Μολονότι ο τάφος ήταν συλημένος και διαταραγμένος, εκτός της νεκρικής μάσκας σώθηκαν ένα χρυσό δακτυλίδι, μια αργυρή διφυής περόνη, τμήματα από σιδερένια ξίφη και σιδερένιες αιχμές, κεχριμπαρένιες ψήφοι, ένας χάλκινος λέβητας και μια οπισθότμητη πρόχους (αγγείο με μακρύ στόμιο για το πλύσιμο των χεριών).

 

 

Τέσσερα κράνη του λεγόμενου «ιλλυρικού τύπου», που ήρθαν για πρώτη φορά στο φως, διαφοροποιούν τους συγκεκριμένους νεκρούς ως προς την οπλική εξάρτυση από τους υπόλοιπους πολεμιστές της Αχλάδας.

Ο «ιλλυρικός τύπος» κράνους αφορά σε μια ορειχάλκινη περικεφαλαία που χρησιμοποιούνταν ευρύτατα τον 8ο και τον 7ο π.Χ. αιώνα ειδικά στην Πελοπόννησο και εσφαλμένα πήρε το όνομά του από την Ιλλυρία – ίσως επειδή εκεί βρέθηκαν αρκετά τέτοια κράνη στη διάρκεια αρχαιολογικών ανασκαφών.

 

 

Το κράνος ήταν κατασκευασμένο από μπρούντζο και προστάτευε το κεφάλι και τον αυχένα του πολεμιστή, χωρίς να εμποδίζει την όρασή του. Από το ταφικό σύμπλεγμα ξεχωρίζει ο τάφος ενός πολεμιστή, εν μέρει συλημένος, στον οποίο διατηρήθηκαν, μεταξύ άλλων, χάλκινο κράνος «ιλλυρικού τύπου», χάλκινη περικνημίδα, σιδερένια δόρατα, σιδερένιο ομοίωμα δίκυκλης αγροτικής άμαξας, χρυσά ελάσματα και αργυρά καττύματα.

Σε πέντε ταφές εφαρμόστηκε η πρακτική της δευτερογενούς καύσης. Η μία εντοπίστηκε σε μεγάλο κρατηρόσχημο χάλκινο αγγείο, εξαιρετικό δείγμα της αρχαίας μεταλλοτεχνίας. Το αγγείο σώζεται σε σχετικά καλή κατάσταση, έχει διάμετρο 0,55μ. και η λαβή του απολήγει σε δύο προσφύσεις με τη μορφή ανθρώπινων χεριών. Πρόκειται για δευτερογενή καύση ανδρός, και μάλιστα πολεμιστή, όπως υποδηλώνουν τα κτερίσματα: δύο σιδερένια ξίφη, δύο σιδερένια δόρατα και ένα χάλκινο κράνος “ιλλυρικού τύπου” πλαισίωναν το αγγείο, το οποίο καλυπτόταν με οριζόντια τοποθετημένη σχιστολιθική πλάκα.

 

 

Επίσης, για πρώτη φορά ήρθαν στο φως, σφαιρικός αρύβαλλος (σ.σ.: μικρό σφαιρικό αγγείο με στενό στόμιο) από φαγεντιανή, πήλινα ειδώλια καθιστής σε θρόνο γυναικείας μορφής που κρατά περιστέρι και ένθρονης Σφίγγας με λύρα. Βρέθηκαν δύο πλαστικά αγγεία με όρθια γυναικεία μορφή και με προτομή ανδρικής μυθικής μορφής με δορά ζώου στο κεφάλι, πιθανώς του Ηρακλή, που χρονολογούνται στα αρχαϊκά χρόνια.

Η σωστική ανασκαφή βρίσκεται σε εξέλιξη και διενεργείται υπό την εποπτεία της αρχαιολόγου, Λιάνας Γκέλου, σε εκτεταμένο νεκροταφείο με διαχρονική χρήση, οι τάφοι του οποίου έχουν ήδη φτάσει τους 1.290. Οι πρωιμότεροι από αυτούς ανάγονται στην Ύστερη Εποχή του Χαλκού, οι πολυπληθέστεροι ανήκουν στην περίοδο μεταξύ 6ου και 3ου π.Χ. αι., ενώ διαπιστώνεται εκτεταμένη χρήση του νεκροταφείου και στα βυζαντινά χρόνια. Στο νότιο τμήμα του ίδιου αρχαιολογικού χώρου, εν μέρει πάνω από προϊστορικούς και αρχαϊκούς-κλασικούς τάφους, αποκαλύφθηκαν δύο ρωμαϊκά οικοδομικά συγκροτήματα αγροικιών με παραγωγικές και εργαστηριακές εγκαταστάσεις.

 

Πηγή: ethnos.gr