Δεν θα πιστέψετε ποιος είναι ο δεύτερος μακροβιότερος πληθυσμός στον πλανήτη
Έφυγαν από τα πατρογονικά τους εδάφη τις δεκαετίες του ’50, του ’60 και του ’70 αναζητώντας στη μακρινή Αυστραλία ένα καλύτερο μέλλον. Δεν φαντάζονταν ότι μισό αιώνα αργότερα θα κατείχαν ένα παγκόσμιο ρεκόρ: ο δεύτερος μακροβιότερος πληθυσμός στη Γη είναι oι Έλληνες της Αυστραλίας, σύμφωνα με έρευνες των τελευταίων ετών. Πεθαίνουν σε μεγαλύτερη ηλικία από τους περισσότερους ανθρώπους στον πλανήτη και προσβάλλονται σε μικρότερο βαθμό από καρδιαγγειακές νόσους και καρκίνο. Ο διασημότερος γιατρός της Αυστραλίας εξήγησε πριν από λίγες ημέρες σε τηλεοπτική του εμφάνιση το «γιατί».
Οι ειδικοί άρχισαν να εστιάζουν το ενδιαφέρον τους στους Έλληνες μετανάστες της Αυστραλίας από τη δεκαετία του ’80, όταν τα επίσημα στοιχεία θνησιμότητας κατέδειξαν ότι κατείχαν τη δεύτερη θέση μακροζωίας στον κόσμο μετά τους Ιάπωνες της Χαβάης. Οι έρευνες συνεχίστηκαν τα επόμενα χρόνια και το 2011 τα ευρήματα επιβεβαιώθηκαν ξανά: οι Ελληνοαυστραλοί πρώτης γενιάς συνεχίζουν να κατέχουν ένα από τα μεγαλύτερα προσδόκιμα ζωής στον κόσμο, γεγονός που εν πολλοίς συνδέεται με το ότι προσβάλλονται κατά 35% λιγότερο από καρδιαγγειακές νόσους και καρκίνο σε σχέση με τους υπόλοιπους κατοίκους της Αυστραλίας.
Το εντυπωσιακό είναι πως η συγκεκριμένη πληθυσμιακή ομάδα παρουσιάζει χαμηλότερη θνησιμότητα και από τους Έλληνες που ζουν στην Ελλάδα. Παρά τις εικασίες, τα στοιχεία που είχαν οι επιστήμονες στη διάθεσή τους δεν ήταν αρκετά για να εξηγήσουν το φαινόμενο, το οποίο έφτασε να αποκαλείται ως το «παράδοξο των Ελλήνων μεταναστών».
Σε πρόσφατη εμφάνισή του στο τηλεοπτικό δίκτυο Nine Network ο δημοφιλής γιατρός, ειδικός σε θέματα υγιεινής διατροφής και επί τέσσερις δεκαετίες ιατρικός συντάκτης στην Αυστραλία Norman Swan εξήγησε γιατί οι Ελληνοαυστραλοί πεθαίνουν σε μεγαλύτερη ηλικία από ό,τι οι περισσότεροι άνθρωποι στον κόσμο.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η μεσογειακή διατροφή διαδραματίζει κομβικό ρόλο, χωρίς όμως να συνιστά από μόνη της το κλειδί της μακροζωίας. «Ξεκίνησα να γράφω ένα βιβλίο για όσους γεννήθηκαν από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 και μετά, καθώς έχουν πολλά ερωτήματα για την υγεία τους και ενδιαφέρονται πολύ για τη διατροφή», ανέφερε επισημαίνοντας πως στον σύγχρονο κόσμο υπάρχει πολύ άγχος για τα διατροφικά στοιχεία, τις βιταμίνες και τα συμπληρώματα που θα πρέπει να συμπεριλάβουμε στη δίαιτά μας, ενώ «για τους Ελληνοαυστραλούς, οι οποίοι έχουν το δεύτερο υψηλότερο προσδόκιμο ζωής στον κόσμο, όλα αυτά είναι ένα πακέτο πραγμάτων. Έχουν τον δικό τους βοτανόκηπο και λαχανόκηπο, μαγειρεύουν με φρέσκα υλικά, κι αυτό είναι πολύ σημαντικό για τη διατήρηση της υγείας τους», εξήγησε. Έτσι, ασκούνται στον καθαρό αέρα, διαχειρίζονται το καθημερινό άγχος και αποκτούν μια δημιουργική ενασχόληση που αποτελεί πηγή καθημερινών στόχων και ικανοποίησης.
Επιστροφή στην παράδοση
Όπως είχε επισημάνει σε παλαιότερη μελέτη της η καθηγήτρια Διαιτολογίας Antigone Kouris – Blazos, παρά τις δυσμενείς αλλαγές που έχουν επέλθει στη διατροφή των ανθρώπων τις τελευταίες δεκαετίες, «δεδομένα από την Ελλάδα τη δεκαετία του 1960 και από την Αυστραλία τη δεκαετία του 1990 έδειξαν ότι οι Έλληνες μετανάστες συνέχισαν να τρώνε μεγάλες μερίδες τροφίμων που θεωρούνται προστατευτικά για την υγεία, όπως φυλλώδη λαχανικά, κρεμμύδια, σκόρδο, ντομάτες, πιπεριά, χυμός λεμονιού, βότανα, όσπρια, ψάρια, παρασκευασμένα σύμφωνα με την ελληνική κουζίνα, για παράδειγμα βρασμένα λαχανικά με ελαιόλαδο.
Επιπλέον, διαπιστώθηκε πως η ελληνοαυστραλιανή κοινότητα επιστρέφει στο παραδοσιακό ελληνικό φαγητό με το πέρασμα των χρόνων». Ίσως έτσι εξηγούνται και τα συμπεράσματα μελέτης του 2010, σύμφωνα με την οποία στο αίμα των Ελληνοαυστραλών ηλικίας 50-70 ετών είχαν εντοπιστεί διπλάσιες ποσότητες αντιοξειδωτικών καροτενοειδών – και ειδικά λουτεΐνης – σε σχέση με τους Αυστραλούς αγγλοκελτικής καταγωγής. Σύμφωνα, μάλιστα, με τη δρα Kouris – Blazos, στα τέλη της δεκαετίας του ’90 το 81% των ηλικιωμένων Ελλήνων μεταναστών στην Αυστραλία υιοθετούσε τη μεσογειακή διατροφή, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην Ελλάδα έφτανε μόλις το 57%.
Ένας επιπλέον λόγος στον οποίο οφείλεται η μακροβιότητα των Ελλήνων μεταναστών είναι, σύμφωνα με τον Norman Swan, η έντονη θρησκευτική πίστη και η ευλαβική τήρηση των κανόνων της Εκκλησίας από την κοινότητά τους. «Οι ηλικιωμένοι Ελληνοαυστραλοί νηστεύουν για περίπου 100 ημέρες τον χρόνο, ακολουθώντας αυστηρή χορτοφαγία», σημείωσε. Και πρόσθεσε: «Δεν τρώνε κρέας, αβγά ή γαλακτοκομικά. Και πράγματι ζουν περισσότερο από τους υπόλοιπους». Τα συμπεράσματα του δρος Swan θα συμπεριληφθούν στο βιβλίο του που αναμένεται να κυκλοφορήσει τον Ιούνιο ως «ο απόλυτος Οδηγός Υγείας από τον πιο αξιόπιστο γιατρό της Αυστραλίας».
Αξίζει να σημειωθεί πως με τη διατροφή φαίνεται να συνδέεται και η μακροβιότητα των Ιαπώνων της Χαβάης. Οι πρώτοι Ιάπωνες έφτασαν στο νησί το 1868 και σήμερα αποτελούν τη δεύτερη μεγαλύτερη εθνικότητα που ζει εκεί. Σύμφωνα με έρευνες που διεξήχθησαν μεταξύ του 1950 και του 2000, οι Ιάπωνες της Χαβάης έχουν το μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής στον κόσμο, που υπερβαίνει έως και κατά 10 έτη το προσδόκιμο ζωής των υπόλοιπων κατοίκων του νησιού.
Πηγή: in.gr