«Ξύπνησα και πάλι νωρίς. Δεν μου κολλάει ύπνος τις τελευταίες μέρες». Κουβέντες που γίνονται με φίλους τα τελευταία εικοσιτετράωρα.
Κι εγώ συλλογιέμαι, «Ελλάδα μου γιατί στέλνεις τα παιδιά σου σε ξένες πατρίδες;». Οι απαντήσεις έρχονται καταιγιστικές από την σκληρή πραγματικότητα της καθημερινότητας.
«Φύγαμε στο εξωτερικό αφού τα πτυχία μας δεν είχαν καμιά αξία στη χώρα. Με πενταροδεκάρες δεν επιβιώνεις σήμερα»
«Να φύγουν έξω να σωθούν, κι αυτοί και τα παιδιά τους»
«Βλέπω τον γιο μου μια στις τόσες, αλλά τουλάχιστον έχει δουλειά και ζει με αξιοπρέπεια»
«Πήρε τόσα πτυχία, διάβασε, μόχθησε, εδώ θα καθόταν;»
«Εγώ πατέρα θέλω να ασκώ το επάγγελμα που μου αρέσει, αυτό που σπούδασα κι όχι να κάνω αυτό που πρέπει για να ζω με δανεικά».
Στείλαμε τους νέους μας στο εξωτερικό. Άξιους και ικανούς επιστήμονες που τους εμπιστεύτηκαν ξένες δυνάμεις. Αναβίωσε η μετανάστευση των δεκαετιών του ’60 και του ’70, τότε που οι γονείς μας ξενιτεύονταν στην Γερμανία για να την χτίσουν από την αρχή, για να ζήσουν τρώγοντας κι αυτοί λίγο γλυκό ψωμί.
Μα, εσύ Ελλάδα μου σπουδάζεις τα παιδιά σου σε δικά σου πανεπιστήμια. Ξοδεύεις τεράστια ποσά για να βγάλεις επιστήμονες. Οι γονείς των φοιτητών κάνουν τεράστιες θυσίες για να προκόψουν τα βλαστάρια τους. Κι εσύ τους διώχνεις μακριά. Που είναι οι καρποί των εξόδων σου, των προϋπολογισμών σου;
Παγκόσμια πρωτοτυπία. Να βγαίνουν σπουδαίοι επιστήμονες από αξιόλογα πανεπιστήμια του τόπου σου για να στελεχώσουν τις δομές άλλων χωρών. Πατρίδα μου δαπάνησες χρήματα στα αμφιθέατρα, στα έδρανα, στα εργαστήρια για να εξάγεις έτοιμους εργάτες μένοντας πάμφτωχη από εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό.
«Δεν υπάρχουν δουλειές στην Ελλάδα. Δεν υπάρχει προοπτική. Δεν υπάρχει ελπίδα».
Μα χρειαζόμαστε γιατρούς. Χρειαζόμαστε επιστήμονες όλων των ειδικοτήτων. Δεν μπορεί οι απόφοιτοι καθηγητικών σχολών να γίνονται αστυνομικοί, υπάλληλοι σεκιούριτι και νυχτοφύλακες. Ούτε οι οικονομολόγοι, οι μηχανολόγοι και οι απόφοιτοι όλων των κλάδων να ασχολούνται με άσχετα επαγγέλματα, από ανάγκη και μόνο. Που είναι η εξειδίκευση;
Το τραγικό γεγονός των Τεμπών πιστοποίησε πόσο αξιόλογους νέους διαθέτουμε και πόσους χάνουμε άδικα σε περίοδο ειρήνης ως πρωταθλήτρια χώρα της υπογεννητικότητας. Η νεολαία μας είναι άξια και περήφανη. Της στερήσαμε τις υποδομές και την οργάνωση. Δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο το ξεπούλημα και η «εκδίωξη» των παιδιών μας.
Πρέπει κάποτε να μονιάσουμε. Επιβάλλεται να χαραχτεί μια κοινή στρατηγική που θα ακολουθείται πιστά και διαχρονικά από την κρατική μηχανή είτε έχει μπλε, είτε κόκκινο, είτε πράσινο χρώμα. Αυτή την κοινή γραμμή οφείλουμε να απαιτούμε και να μην γινόμαστε υποτελείς σε συμβόλαια δούναι λαβείν χωρίς αντίκρισμα στο κοινό συμφέρον.
Είναι σοβαρό το μερίδιο ευθύνης που αναλογεί σε όλους μας. Ας μείνουμε κάποτε ενωμένοι στα πολλά που μας ενώνουν κι ας αφήσουμε στην άκρη τα λίγα που μας χωρίζουν. Οι εμφύλιες διαμάχες στέρησαν πολλά στον τόπο και στους πολίτες του.
Ελλάδα μη χάνεις άλλο τα παιδιά σου.
Μη τα διώχνεις μακριά.
Γιάννης Τσαπουρνιώτης