Ένα ντοκιμαντέρ που δείχνει πόσο ξεχωριστός ήταν ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ
Πριν μερικούς μήνες προβλήθηκε ένα πολύ σπουδαίο ντοκιμαντέρ διάρκειας τριών επεισοδίων και έξι ωρών, για έναν από τους σπουδαιότερους συγγραφείς του 20ου αιώνα, τον Έρνεστ Χέμινγουεϊ.
Το ντοκιμαντέρ υπογράφουν οι Κεν Μπερνς και Λιν Νόβικ, οι οποίοι δεν κάνουν καμία προσπάθεια να αγιοποιήσουν τον “Papa”, αλλά σίγουρα αναγνωρίζουν την ιδιοφυΐα του.
Ενώ ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ μπορεί να μην κυριαρχεί πλέον στη λογοτεχνική σκηνή όπως στα μέσα του 20ού αιώνα, η επιρροή του ωστόσο είναι ιδιαίτερα αισθητή ακόμα και σήμερα. Αποτέλεσε μέλος της αποκαλούμενης «Χαμένης Γενιάς» των Αμερικανών λογοτεχνών στο Παρίσι, στις δεκαετίες του 1920 και του 1930.
Ανάμεσα στα πιο γνωστά έργα του συγκαταλέγονται “Ο Γέρος και η Θάλασσα”, “Για ποιον χτυπά η καμπάνα” και ο “Αποχαιρετισμός στα όπλα”. Το 1953 τιμήθηκε με το Βραβείο Πούλιτζερ, ενώ τον επόμενο χρόνο βραβεύθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, αρκετά προβλήματα υγείας στάθηκαν εμπόδιο στην συνέχιση του έργου του. Η κατάσταση του επιδεινώθηκε από την υπερβολική χρήση αλκοόλ καθώς και από την κατάθλιψη που εμφάνιζε. Παρά τις αντιξοότητες, κατάφερε να ολοκληρώσει το αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα “Μια κινητή γιορτή”, έργο που τελικά εκδόθηκε μετά τον θάνατο του.
Αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Κούβα τον Ιούλιο του 1960 και εγκαταστάθηκε στην πόλη Ketchum του Άινταχο. Τον ίδιο χρόνο, νοσηλεύτηκε στην κλινική Mayo κυρίως λόγω της κατάθλιψης και της παράνοιας του. Εκεί υποβλήθηκε και σε θεραπείες με ηλεκτροσόκ.
Αποπειράθηκε για πρώτη φορά να αυτοκτονήσει την Άνοιξη του 1961 και τελικά στις 2 Ιουλίου αυτοπυροβολήθηκε με κυνηγετική καραμπίνα στο κεφάλι, λίγες ημέρες πριν κλείσει τα 62 του χρόνια .
Ο θάνατος στοιχειώνει σχεδόν όλο το έργο του Χέμινγουεϊ, κάτι που οφείλεται στο γεγονός ότι ενώ όταν ήταν μικρόε δεν πίστευε ότι μπορεί να τον “ακουμπήσει” τελικά τραυματίστηκε κάτα την διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, από μια έκρηξη στις 8 Ιουλίου 1918 στις Ιταλικές Άλπεις. Έγραψε: “Όταν πηγαίνεις στον πόλεμο ως αγόρι έχεις την ψευδαίσθηση της αθανασίας. Άλλοι σκοτώνονται, όχι εσύ… Τότε, όταν τραυματίζεσαι άσχημα, χάνεις αυτή την ψευδαίσθηση και ξέρεις ότι μπορεί να συμβεί και σε σένα.”
Ο μύθος του Χέμινγουεϊ θολώνει το δημιουργικό του έργο και όπως αποδεικνύει και το ομώνυμο ντοκιμαντέρ, δεν ήταν πάντα αξιοθαύμαστος άνθρωπος. Οι Μπερνς και Νόβικ, που είναι γνωστοί για τις καινοτομίες τους στην δημιουργία ντοκιμαντέρ, δεν έχουν καμία ατζέντα και προσπαθούν να αποκαλύψουν τον Χέμινγουεϊ και το έργο, τον οποίο είναι σαφές ότι θαυμάζουν πολύ, αλλά δεν τον ειδωλοποιούν.
Στην πραγματικότητα είναι προβληματισμένοι από την περιπετειώδη και πολυτάραχη ζωή του. Η ιδέα ότι ένας άντρας με σπουδαία ταλέντα δικαιούται να είναι απερίσκεπτος στην προσωπική του ζωή, ότι η κατανάλωση αλκοόλ, ο τζόγος, οι γυναίκες και η παραμέληση των παιδιών είναι ένα υπερασπίσιμο υποπροϊόν καλλιτεχνικής ιδιοφυΐας, έχει ακόμη θέση στην συνείδηση των ανθρώπων του 21ου αιώνα, εν μέρει χάρη στον Χέμινγουεϊ, αλλά αυτή η άποψη δεν βρίσκει σύμφωνους τους Μπερνς και το Νόβικ.
Οι Μπερνς και Νόβικ συγκέντρωσαν ένα πολύ πλούσιο υλικό και πολλές συντεντεύξεις με σπουδαίους ανθρώπους (συγγραφείς, κριτικούς, ακαδημαϊκούς, ακομα και πολιτικούς), καθένας από τους οποίους δίνει στην ουσία ένα master class για τη ζωή και τα επιτεύγματα του Χέμινγουεϊ. Ο πρώην γερουσιαστής των ΗΠΑ και ο ήρωας πολέμου, Τζον Μακέιν κάνει μια αξέχαστη εμφάνιση για να εξηγήσει τον θαυμασμό του για τον ανιδιοτελή ήρωα Ρόμπερτ Τζόρνταν στο έργο “Για ποιον χτυπά η καμπάνα”.
Ενώ είναι πολύ δύσκολο να βάλεις τους τηλεθεατές στο πνεύμα των βιβλίων του Χέμινγουεϊ που δεν έχουν διαβάσει ή δεν θυμούνται, οι Μπερνς και Νόβικ το έκαναν να δείχνει πολύ εύκολο και αποδεικνύουν ότι ήταν οι ιδανικοί άνθρωποι για να παρουσιάσουν το πορτρέτο του συγγραφέα που αποθεώθηκε ακόμα και οταν ήταν εν ζωή.
Σίγουρα πολλοί άνθρωποι που θα δουν το ντοκιμαντέρ θα αναζητήσουν έργα του συγγραφέα, καθώς μερικά από τα καλύτερα γραπτά του Χέμινγουεϊ, και όπως λέει στο ντοκιμαντέρ, είναι αρκετά απλά για να διαβαστούν από άτομα ακόμα και με χαμηλή εκπαίδευση και αρκετά λαμπρά για να κερδίσουν τον σεβασμό των πιο απαιτητικών κριτικών της λογοτεχνίας.
Πηγή:perpetual.gr