Κυριακή 2 Ιουλίου σήμερα και σύμφωνα με το εορτολόγιο γιορτάζουν όσοι φέρουν το όνομα: Ιουβενάλιος, Ιουβενάλης, Γιουβενάλης, Ιουβεναλία.
Ο Άγιος Ιουβενάλιος
Ο Άγιος Ιουβενάλιος, κατέχει μία από τις επισημότερες θέσεις στην εκκλησιαστική Ιστορία. Κατά την πιο πιθανή γνώμη, πατριάρχευσε 28 συνεχή χρόνια και υπήρξε σύγχρονος των βασιλέων Θεοδοσίου του μικρού, Πουλχερίας, Μαρκιανού και Λέοντος του Α’. Στη Γ’ Οικουμενική Σύνοδο (βλέπε 9 Σεπτεμβρίου), που έγινε στην Εφεσο, η συμμετοχή του Ιουβενάλιου ήταν ενεργητικώτατη. Διότι ήταν άνδρας όχι μόνο πολλού ζήλου, αλλά και λόγου και παιδείας.
Ο Ιουβενάλιος έγραψε για την Κοίμηση της Θεοτόκου και τη Μετάσταση αυτής. Επίσης, αυτός είναι που έστειλε στον αυτοκράτορα Μαρκιανό τα εντάφια της σπάργανα, που κατατέθηκαν στο Ναό των Βλαχερνών. Ο Άγιος Ιουβενάλιος, πέθανε, σύμφωνα με τα λεγόμενα του Δοσίθεου, το έτος 457 μ.Χ.
Κατάθεσις της τιμίας Εσθήτος της παναγίας Θεοτόκου
Η Εκκλησία εορτάζει σήμερα, 2 Ιουλίου, την κατάθεση της Τιμίας Εσθήτος της Υπεραγίας Θεοτόκου, εν Βλαχερναίς, Ιουβεναλίου πατριάρχου Ιεροσολύμων.
Σύμφωνα με το saint.gr, στο ναό των Βλαχερνών, που είχε κτίσει η βασίλισσα Πουλχερία, κόρη του αυτοκράτορα Αρκαδίου και σύζυγος του αυτοκράτορα Μαρκιανού (451 – 457 μ.Χ.), είχαν κατατεθεί τα σπάργανα (εντάφια) της Θεοτόκου, τα όποια είχαν σταλεί από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Ιουβενάλιο (βλέπε ίδια ημέρα). Όταν δε ήταν αυτοκράτορας ο Λέων Α’ ο Θράξ (457 – 474 μ.Χ.), οι πατρίκιοι Γάλβιος και Κάνδιδος έφεραν από τα Ιεροσόλυμα και την τίμια εσθήτα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Ο Λέων την παρέλαβε και την κατέθεσε στο ναό των Βλαχερνών, μέσα σε χρυσή λάρνακα.
Η εσθήτα αυτή υπήρχε μέσα στο ναό των Βλαχερνών μέχρι το έτος 820 μ.Χ. Αλλά ο ναός αυτός το 1070 μ.Χ. κάηκε και κατόπιν, αφού ανοικοδομήθηκε, από απροσεξία ξανακάηκε στις 19 Ιανουαρίου του 1434 μ.Χ. Βέβαια, πάντα τα τίμια αντικείμενα της Υπεραγίας Θεοτόκου γίνονται αφορμή στους αγωνιζόμενους χριστιανούς να μιμηθούν την αρετή της. Και όπως, λοιπόν, αυτή «διετήρει πάντα τὰ ρήματα (τοῦ Κυρίου) ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῆς» (Λουκά, θ’ 51.), διατηρούσε, δηλαδή, τα λόγια του Υιού της βαθειά χαραγμένα στην καρδιά της, έτσι ας κάνουμε κι εμείς.