«Για  κάτσετε  τριγύρω μου να δούμε ποιος μας λείπει . Μας λείπει ο καλός του σπιτιού , της φαμίλιας ο πρώτος  , που ήταν στο σπίτι  φλάμπουρο , της εκκλησιάς  φανάρι  . Το φλάμπουρο  τσακίστηκε και το φανάρι έσβήσθη . »

Σεισμός έκλεισε η πόρτα η δική μας , η πόρτα της καρδιάς μας . Ήλιου φως το πέρασμα σου από την ζωή μου . Φως ήσουν για όλους , όχι δεν έλεγες , ψεύτικα λόγια ωραία  δεν έλεγες . Καρδιά είχες πουλιού ολομόναχου που τρεμούλιαζε για  το καλό της οικογένεια  σου .

Πισώπλατη μαχαιριά σε διέλυσε . Τα σημάδια μέσα σου σκότος και φώς αντάμα . Τον πόνο σου τον ταξίδεψες για να βρεις το όνειρο , την ζωή , την ώρα της σμίξεις που θα ολοκληρωνόταν η ζωή σου και όλο έφθανες έφθανες   . Εσύ ήσουν πιο κοντά στο φως και στην αλήθεια .

Είχα την ευτυχία ,  την χαρά  να σε κάνω φίλο , να είμαστε συνεργάτες , να ανταλλάσσουμε γνώμες για την δουλειά μας , ο ένας στήριζε  τον άλλον στα δύσκολα χρόνια  , να λέμε τα προσωπικά μας . Από την ημέρα που έφυγες  από το γραφείο δεν μπόρεσα να σε ξαναδώ , να σου μιλήσω  από το τηλέφωνο να σου δώσω κουράγιο .

Βιάστηκες  Γιάννη να εγκαταλείψεις τον μάταιο τούτο κόσμο και να μεταβείς εκεί  «ένθα ουκ εστί πόνος  , ου λύπη , ου στεναγμός αλλά ζωή ατελεύτητος   >>  . Θα σε αναζητούμε , θα σε αναζητεί  ο Σβορώνος σου που τόσο πολύ αγάπησες , τον στήριζες , τον υπηρέτησες . Φίλους , συγχωριανούς αμέσως να τους  εξυπηρετήσεις , να τους βρεις μια λύση   , να πεις λόγο καλό , να αδελφώσεις τους μαλωμένους .

Είθε ο οικτίρμων Θεός    να δώσει δύναμη στην οικογένεια σου  που πάντα μιλούσες γι΄ αυτούς   με μελωμένα  λόγια .

Δυσαναπλήρωτο  το κενό που αφήνεις . Γενναίος , έντιμος , αξιαγάπητος και άριστος  αρχιτέκτων . Χαιρόσουν με τα νέα προγράμματα  «τώρα Αντώνη   δουλεύω δεν κουράζομαι»   .

«κόσμε γλυκέ , κόσμε πικρέ , κόσμε φαρμακωμένε  σ΄  αποχαιρετά  ο όμορφος , ο αντρειωμένος»

«ω  του σπιτιού μου καμάρι , θυμάμαι του ερχομού σου την Άγια μέρα  μια χαραυγούλα σαν  μαργαριτάρι  , λεύκαινε τον  αστρόσπαρτο  ακόμα αιθέρα . Σιωπή μάνα , σιωπή  μητέρα  δως μου να πιώ στον κόρφο σου νέο γάλα , νέο αιθέρα  και αυτό το κάτι που ανασταίνει»

Άγγελος βαρκάρης σ΄ έφθασε   στο ωραίο νησάκι  με τα διπλά ακρογιάλια  , με ανοιχτό φως  χιονάτο  που έχει δάση από μυρτιές  , κήπους με ζουμπούλια .  Σε οδήγησε να κάτσεις κάτω  από  την νεραντζιά την φουντωτή που τα κλαριά  της είναι γεμάτα αηδόνια .

ΚΑΛΟ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΑΔΕΛΦΈ !

ΑΝΤΩΝΙΟΣ  ΕΥΘ. ΡΑΛΛΗΣ