Αμετανόητη εμφανίστηκε η 36χρονη κατηγορούμενη της επίθεσης με το βιτριόλι σε βάρος της Ιωάννας Παλιοσπύρου, τον Μάιο του 2020 που συγκλόνισε το Πανελλήνιο. Μετά το τέλος της συγκλονιστικής κατάθεσης της Ιωάννας, η οποία προκάλεσε συγκίνηση και ανατριχίλα στο ακροατήριο, η 36χρονη ζήτησε να πάρει το λόγο και ανέφερε προς το θύμα της: «Ξέρω ότι αυτό που έχει γίνει δεν είναι αποδεκτό, αλλά εσύ Ιωάννα γνωρίζεις γιατί έχει γίνει όλο αυτό. Σε καμία περίπτωση δεν ήθελα να της αφαιρέσω τη ζωή».

Η Ιωάννα περιέγραψε τις δραματικές στιγμές που έζησε, όταν η 36χρονη την έλουσε με το καυστικό υγρό. Περιέγραψε με λεπτομέρεια τα πρώτα λεπτά μετά την επίθεση, αλλά και το Γολγοθά που πέρασε μέσα στο νοσοκομείο. Αναφέρθηκε στις διαρκείς χειρουργικές επεμβάσεις στις οποίες υπεβλήθη, ενώ αποκάλυψε πως σκέφτηκε ακόμη και την αυτοχειρία.

«Ήταν 20 Μαΐου και η ίδια είχε ξεκινήσει για τη δουλειά. Σηκώθηκα για να πάω στη δουλειά μου και ήμουν στην είσοδο της πολυκατοικίας των γραφείων. Πάτησα το κουμπί του ασανσέρ και περίμενα να κατέβει. Κοιτούσα προς το κάτω περιμένοντας. Άκουσα κάποιους θορύβους. Δεν έδωσα σημασία. Σκέφτηκα ότι μπορεί να είναι η καθαρίστρια ή κάποιος άστεγος. Καθώς περίμενα το ασανσέρ εμφανίστηκε μπροστά μου μια γυναίκα, σήκωσα το βλέμμα και με κοίταξε στα ,μάτια. Μου μου έριξε το βιτριόλι που εκείνη τη στιγμή δεν κατάλαβα τι ήταν και έφυγε τρέχοντας», είπε και συνέχισε:

«Θέλω να σας πω ότι λούστηκα με αυτό το υγρό, το ένιωσα παντού πάνω μου. Ήμουν παντού στο σώμα μου λουσμένη και κατευθείαν μου ήρθε η μυρωδιά. Το πρώτο πράγμα ήταν να τρέξω για  βοήθεια. Θυμήθηκα ότι είχε φαρμακείο δίπλα και έτρεξα προς το φαρμακείο». 

Το υγρό είχε ήδη αρχίσει να επιδρά στο σώμα της Ιωάννας, καίγοντας την. «Οι πόνοι ήταν φρικτοί, δεν έβλεπα καθόλου από το ένα μάτι. Μπήκα μέσα στο φαρμακείο ουρλιάζοντας οι άνθρωποι δεν καταλάβαιναν τι έλεγα πανικοβλήθηκαν. Τους έλεγα δώστε μου λίγο νερό πεθαίνω βοήθεια” φώναζα».

«Ένιωθα ότι μόνο εγώ μπορώ να σώσω τον εαυτό μου»

«Με πήγαν στο νιπτήρα και μου έριχναν νερό. Τα μαλλιά μου πέφτανε μέσα στο νιπτήρα. Έπιαναν το πρόσωπό μου και καταλάβαινα ότι καιγόμουν, λιώνω. Φώναζα για βοήθεια, οι άνθρωποι τρόμαζαν. Καταλάβαινα ότι εκείνη τη στιγμή κάτι χάνω. …Κάλεσαν σε βοήθεια το 166. Μου είπανε να βγάλω τα ρούχα μου γιατί λιώνανε πάνω  μου. Εγώ το μόνο που σκεφτόμουν ήταν  να μη χάσω τις αισθήσεις  μου. Γιατί καταλάβαινα ότι μόνο εγώ μπορούσα να σώσω τον εαυτό μου. Φώναζα θεέ μου βοήθησε με γιατί μόνο εσύ μπορείς.:.».

Ως προς την περίοδο που πέρασε στο νοσοκομείο, η Ιωάννα Παλιοσπύρου, ανέφερε: «Θυμάμαι απλά να με βρέχουν να ουρλιάζω να πονάω να ξανακοιμάμαι να ξανά ξυπνάω, μου έκαναν τομές στο μάτι μου και στο αυτί. Αυτά δεν θυμάμαι παραπάνω. Προσπαθούσα απλά να αντέχω για να μην πονάω. Την επόμενη μέρα με ενημέρωσαν ότι θα διακομιστώ στο Θριάσιο. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τη διακομιδή μου, επειδή δεν μπορούσα να δω, μπορούσα μόνο να ακούω, θυμάμαι την ώρα που περνούσαν τα φορεία στους διαδρόμους. Μια κυρία αναφώνησε θεέ μου και κατάλαβα ότι το είπε για μένα (κλαίει) κατάλαβα ότι η κατάσταση δεν είναι καλή. Κατάλαβα ότι έχω σοβαρά εγκαύματα κ απλά παρακαλούσα να επιβιώσω. Μέσα στο νοσοκομείο ήταν η πιο δύσκολη περίοδος της ζωής μου, έκανα επτά χειρουργεία. Θυμάμαι ότι δεν άντεχα το φως για τα μάτια μου ήταν τραυματισμένα, ακόμα και το φως του δωματίου ήταν επίπονο».

«Σκέφτηκα να δώσω τέλος στη ζωή μου»

«Σκέφτηκα να δώσω τέλος στη ζωή μου. Για όσα διάστημα ήμουν στο νοσοκομείο έλεγα  στους αστυνομικούς ότι δεν έχω πειράξει κανένα. Προσπαθούσα να τους βοηθήσουν αλλά δε μπορούσα. Δεν πίστευα ότι κάποιος μπορεί να κάνει τέτοιο κακό. Κάποια στιγμή λοιπόν μου είπαν ότι είχαν καταλήξει ποιος έκανε την επίθεση. Μου μιλούσαν για τη κατηγορούμενη και μου έλεγαν ότι εκείνη μου επιτέθηκε. Μαζί με αυτούς προσπαθούσα να και εγώ να καταλάβω και να τους βοηθήσω. Αν ισχύει τους έλεγα αυτό που μου λέτε ότι με παρακολουθεί εδώ και 1,5 χρόνο άρα ξέρει ότι δεν έχω καμία σχέση με αυτόν τον σύντροφο που είχε. Δεν μπορούσαν να απαντήσουν σε αυτό το ερώτημα. Δεν ήξερα αν ισχύουν όλα αυτά, γιατί το έκανε αυτή, τι μου έχει συμβεί δε καταλάβαινα και δεν μπορούσαν να μου απαντήσουν», ανέφερε στη συνέχεια και πρόσθεσε:

«Μετά τη προφυλάκισή της προσπάθησα να εστιάσω στις δυνάμεις για να μπορέσω να βγω από το νοσοκομείο και να βγάλω σε πέρας τα χειρουργεία που έπρεπε. Στα μισά των χειρουργείων ο οργανισμός μου δεν άντεξε. Ανέβαζα πυρετό είχα πάθει λοίμωξη. Οι γιατροί μου είπαν ότι κινδύνευσε η ζωή μου. Κόλλησα και δεύτερη λοίμωξη στο μάτι που κινδύνεψα για δεύτερη φορά να το χάσω. Κάποια στιγμή με τη βοήθεια των γιατρών τα ξεπεράσαμε. Ήρθε η στιγμή που μου ανακοίνωσαν ότι θα πάρω εξιτήριο. Μου είπαν ότι επούλωσαν τα τραύματα που είχα ότι ξεκινάει ένας μαραθώνιος και ότι χρειάζονται πολλά χειρουργεία για να είμαι λειτουργική, να κουνάω τα χέρια μου, το λαιμό μου. Μου λέγανε ότι είναι ένας μαραθώνιος με διάρκεια. Κάποια στιγμή αφού επέστρεψα στο σπίτι μου η έρευνα συνεχίζονταν».

«Σίγουρα ξέρω ότι δεν έχει μετανιώσει»

«Κάποια στιγμή οι αστυνομικοί με ενημέρωσαν για κάποια στοιχεία που βρίσκονταν στο υπολογιστή της και με ρώτησαν αν γνωρίζω κάτι. Είμαστε από διπλανά χωριά αλλά ποτέ δε κάναμε παρέα με την κατηγορούμενη, γνωριστήκαμε εδώ στην Αθήνα. Βρεθήκαμε σε κάποιες γιορτές γενέθλια στο σπίτι συγγενών μου και ανταλλάζαμε κάποιες κουβέντες. Μου είπανε για κάποιες κουβέντες που είχαν γίνει μεταξύ της ξαδέλφης μου και της κατηγορουμένης μετά την επίθεση. Οι αστυνομικοί με ρώτησαν αν γνωρίζω κάτι. Μου ζητήθηκε αν μπορώ να μάθω τι είχε ειπωθεί μεταξύ τους. Κάλεσα τη ξαδέλφη μου στο τηλέφωνο και την ρώτησα τι έχουν πει. Τα ρώτησα αν ισχύει και τι ακριβώς είχε ειπωθεί. Μου είπε ότι ισχύει ότι υπήρχε επικοινωνία μεταξύ τους, ότι δεν μου είπε για να μη με φέρει σε δύσκολη θέση. Μου είπε μεταξύ των συζητήσεων ότι είχαν μιλήσει και για μένα, όπως όλοι φίλοι και γνωστοί μιλούσαν για μένα. Τη ρωτούσε η κατηγορουμένη πως είμαι αν με είδε και πως ήταν τα μέτρα στο νοσοκομείο λόγω covid. Εκείνη της είπε ότι δε μπορούσε να μπει στο νοσοκομείο και ότι είχε δει μόνο τη μητέρα μου στο προαύλιο», συνέχισε και επεσήμανε:

«Επίσης μου ανέφερε ένα συγκεκριμένο περιστατικό που της είχε κάνει εντύπωση. Η κατηγορούμενη, όπως της είπε, έκανε ένα σχόλιο πολύ προσβλητικό για μένα. Της είπε η Εφη οκ αν δε μπορεί να δουλέψει θα πάρει την αποζημίωση και θα ζήσει. Δεν έγινε κάτι. Αυτό θύμωσε τη ξαδέλφη μου. Αυτό το περιστατικό σε συνδυασμό με τις αναζητήσεις που με ενημέρωσαν πως είχε κάνει μετά την επίθεση και σε συνδυασμό με άλλα τουλάχιστον 2 περιστατικά που έλαβαν χώρα στο νοσοκομείο – η μητέρα μου μου είπε ότι κάποιο ήλθαν στο νοσοκομείο να με δουν αλλά δεν τους επετράπη η είσοδος- όλα αυτά με έκαναν να πιστέψω ότι ήθελα πραγματικά να με σκοτώσει και δε σταμάτησε ούτε και μετά. Όλα αυτά αν τα συνδυάσει κανείς και σύμφωνα με το συμπέρασμα των αστυνομικών ήταν να με σκοτώσει. Έμαθα εκ τω υστέρων ότι έγιναν άλλες τρεις απόπειρες. Άλλες δυο έξω από το σπίτι μου, την είδαν οι γείτονες να κουβαλάει κάτι ύποπτο πάνω της. Σύμφωνα με τα στοιχεία είχε γίνει μια ακόμη απόπειρα τη προηγούμενη ημέρα, η οποία απλά απετράπη διότι δε με πρόλαβε. Δε κατάφερε να με σκοτώσει. Επίσης, θέλω να επισημάνω ότι πάλι σύμφωνα με την αστυνομική έρευνα με τρομάζει ότι είχε μια συμπεριφορά ανθρώπου – είχε αναστατωθεί όλος κόσμος για το ποιος το έκανε – και αυτή βγαίνει και διασκεδάζει και χορεύει πάνω στα τραπέζια. Αντί να πει τι πήγα και έκανα ενθαρρύνεται ακόμη περισσότερο και αρχίζει και αναζητά τρόπους και όπλα ..Βλέπουμε έναν άνθρωπο που δεν πτοείται που γίνεται ακόμη χειρότερος. Αυτό είναι που με φοβίζει. Και δε ξέρω ακόμη ούτε τα κίνητρα ούτε ποιοι άλλοι γνώριζαν γιατί υπάρχουν και άλλοι. Σίγουρα ξέρω ότι δεν έχει μετανιώσει».

«Θέλω να πω ότι από εκείνη την ημέρα το μεγαλύτερο συναίσθημα που νιώθω είναι φόβος. Φόβος γιατί δεν γνωρίζω το λόγο της επίθεσης, αλλά και γιατί δε γνωρίζω ποιοι άλλοι είχαν συμμετάσχει σε αυτή τη επίθεση εναντίον μου. Είμαι βέβαιη ότι αν είχε καταφέρει να μου επιτεθεί στο σπίτι μου, όπως αρχικά σχεδίαζε, αν είχε γίνει η επίθεση εκεί που είμαι μόνη μου και βράδυ που συνήθως γυρίζω στο σπίτι, εγώ σήμερα δε θα ήμουν εδώ. Θα επιτύχει το σκοπό της», είπε η Ιωάννα καταλήγοντας.

Η προκλητική τοποθέτηση της κατηγορούμενης

Αμέσως μετά, ο συνήγορος της κατηγορούμενης ζήτησε να κάνει δήλωση με τον αδελφό της Ιωάννας να εκνευρίζεται.

Κατηγορούμενη: Θα ήθελα να απευθυνθώ προς το Θύμα…

Αδελφός θύματος: Μη ξανά κοιτάξεις από εδώ!

Κατηγορούμενη: Ξέρω ότι αυτό που έχει γίνει δεν είναι αποδεκτό, αλλά εσύ Ιωάννα γνωρίζεις γιατί έχει γίνει όλο αυτό. Σε καμία περίπτωση δεν ήθελα να της αφαιρέσω τη ζωή.

Επίσης, όταν η Ιωάννα ερωτήθηκε εάν  η κατηγορούμενη της έχει ζητήσει συγγνώμη, η 36χρονη κάτι σχολίασε χαμηλόφωνα.

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την έκρηξη της οικογένειας της Ιωάννας Παλιοσπύρου και ακολούθησε ο εξής διάλογος:

Αδελφός: Σκάσε μ@@ή, που θα μιλήσεις κιόλας! Φίδι Ε φίδι μιλάς. Γ@@@ το @@@!

Μητέρα Ιωάννας: Σκύλα, απόβρασμα της κοινωνίας! μας διέλυσες…

 

Πηγή: ethnos.gr, dikaiologitika.gr