Προϋπολογισμός ρύπων κάθε χρόνο και συγκεκριμένες υποχρεώσεις ανά υπουργείο. Πιο φιλόδοξοι στόχοι για μείωση CO2, ΑΠΕ και ενεργειακή αποδοτικότητα το 2030, 2040 και 2050
Με νόμο που θα ορίζει συγκεκριμένες υποχρεώσεις στα υπουργεία και τους δημόσιους φορείς αλλά και τη συμμετοχή των πολιτών και της επιστημονικής κοινότητας στη διαμόρφωση δράσεων για την προστασία του περιβάλλοντος η κυβέρνηση επιδιώκει να αντιμετωπίσει την κλιματική αλλαγή.
Προχωρά σύμφωνα με τα πρότυπα άλλων ευρωπαϊκών χωρών στη σύνταξη του κλιματικού νόμου ανεβάζοντας ακόμη υψηλότερα, σε σχέση με το τρέχον Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), τους στόχους για τη μείωση των εκπομπών των αέριων ρύπων του θερμοκηπίου. Τα νέα αναθεωρημένα όρια τίθενται πια υποχρεωτικά και τοποθετούνται χρονικά για το 2030, 2040 και 2050. Σε 30 χρόνια από σήμερα η επιδίωξη είναι οι μηδενικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.
Το θεσμικό πλαίσιο θα είναι έτοιμο τον Ιούλιο, ενώ ήδη για αύριο Τρίτη 18 Μαΐου στη Βουλή θα πραγματοποιήσουν κοινή συνεδρίαση η Διαρκής Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων, η Ειδική Μόνιμη Επιτροπή Προστασίας Περιβάλλοντος και η Ειδική Διαρκής Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων
Είχε προηγηθεί αίτημα στον πρόεδρο της Βουλής από τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστα Σκρέκα κατόπιν συνεννόησης με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Η πρωτοβουλία για τη θέσπιση κλιματικού νόμου ξεκίνησε από την πρόεδρο του ΚΙΝΑΛ Φώφη Γεννηματά η οποία και απέστειλε και σχετική επιστολή στον Μητσοτάκη για τη συζήτηση της πρότασης του κόμματος της αντιπολίτευσης στις επιτροπές της Βουλής. Πρόταση την οποία και αποδέχτηκε ο πρωθυπουργός.
Ο κλιματικός νόμος φέρνει μεγάλες ανατροπές στη ζωή των πολιτών, στις δραστηριότητες των επιχειρήσεων καθώς και πρωτίστως στις υποχρεώσεις που αναλαμβάνουν τα υπουργεία και άλλοι φορείς του δημοσίου για την επίτευξη των στόχων που θα θέτει το νέο πλαίσιο ως προς τον περιορισμό του ανθρακικού αποτυπώματος.
Οι νέοι φιλόδοξοι στόχοι
Σύμφωνα με πληροφορίες των Νέων, η κυβέρνηση κινείται με βάση τις νέες προτάσεις της Κομισιόν σύμφωνα με τις οποίες αναθεωρεί το στόχο της μείωσης των εκπομπών αερίων ρύπων. Συγκεκριμένα στις 21 Απριλίου επιτεύχθηκε μεταξύ των κρατών μελών προσωρινή συμφωνία για περιορισμό έως το 2030 των ρύπων κατά 55% έναντι του 1990. Ο προηγούμενος στόχος ήταν 40%. Σημειώνεται ότι και η Ε.Ε. κινείται στην κατεύθυνση της ψήφισης κλιματικού νόμου.
Έτσι, και όπως αναφέρουν πηγές οι νέοι στόχοι που θέτει για την Ελλάδα η κυβέρνηση θα προβλέπουν:
1. Μείωση έως το 2030 των εκπομπών αέριων ρύπων θερμοκηπίου κατά 55%, έναντι 42% που ορίζει το τρέχον ΕΣΕΚ. Η σύγκριση γίνεται με βάση τα επίπεδα του 1990. Αυτό σημαίνει σε απόλυτα μεγέθη ότι από τις εκπομπές 103 μεγατόνων διοξειδίου του άνθρακα να πέσουμε στους 47 μεγατόνους. Το ΕΣΕΚ όριζε ως στόχο τους 60 μεγατόνους.
2. Το μερίδιο των ΑΠΕ στην εγχώρια κατανάλωση ενέργειας να ανέλθει μέχρι το 2030 στο 50% από 35% που ήταν ο στόχος του ΕΣΕΚ
3. Η συμμετοχή των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή να αυξηθεί μέχρι το 2030 στο 70% από 60% που προέβλεπε το ΕΣΕΚ.
4. Τα κτίρια που θα αναβαθμιστούν ενεργειακά να είναι 80.000 κάθε χρόνο έως το 2030 από 60.000 σύμφωνα με το ΕΣΕΚ.
5. Αντίστοιχοι στόχοι, σαφώς υψηλότεροι θα θεσπιστούν και για το 2040.
6. Κλιματική ουδετερότητα για το 2050, δηλαδή σε 30 χρόνια να μηδενιστούν οι εκπομπές αέριων ρύπων.
Σύμφωνα με πληροφορίες του Ο.Τ., οι νέοι στόχοι του κλιματικού νόμου σηματοδοτούν την κινητοποίηση επιπλέον επενδύσεων για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής στο τέλος της δεκαετίας ύψους 20 δις. ευρώ. Το ΕΣΕΚ τις υπολόγιζε με βάση τα ισχύοντα όρια τις επενδύσεις στους τομείς της ελληνικής οικονομίας στα 44 δις. ευρώ έως το 2030.
Προϋπολογισμός ρύπων
Ο νέος κλιματικός νόμος, όπως αναφέρουν πηγές των Νέων, θα θεσμοθετεί την υποχρέωση ετήσιων προϋπολογισμών ρύπων συνολικά ως χώρα αλλά και ανά τομέα, για κάθε υπουργείο. Θα υπάρχουν δεσμευτικοί στόχοι επίσης ως προς το ύψος των εκπομπών για το 2030, το 2040 και το 2050. Αν κάποιο υπουργείο δεν πιάνει τους ετήσιους προϋπολογισμούς ρύπων θα υποχρεούται να κόβει χρηματικές δαπάνες από άλλους τομείς ώστε να τους επιτυγχάνει. Κάθε υπουργείο θα πρέπει με κατάλληλες πολιτικές νόμους ή υπουργικές αποφάσεις να εξειδικεύσει το πλαίσιο του κλιματικού νόμου ανά τομέα της καθημερινότητας των πολιτών και ανά τομέα οικονομικής δραστηριότητας.
Αυτές, οι πολιτικές επιλογές, σύμφωνα με πληροφορίες, μπορεί να είναι από τη χορήγηση κινήτρων για την προστασία του περιβάλλοντος και τη μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης μέχρι ενδεχομένως, αν κι εφόσον χρειαστεί, η επιβολή «πράσινων» φόρων. Στον αντίποδα, το ΚΙΝΑΛ έχει προτείνει και την καθιέρωση χαμηλών συντελεστών ΦΠΑ για «πράσινα» προϊόντα ή «καθαρές» ενεργειακές υπηρεσίες, τις «πράσινες» συμβάσεις για προμήθειες του δημοσίου, κίνητρα για την ενεργειακή αποδοτικότητα και μέτρα για την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας.
Κλιματικές συνελεύσεις
Με το νέο θεσμικό πλαίσιο, ουσιαστικά, η χώρα μας προσπαθεί να θωρακίσει θεσμικά τις κλιματικές της δράσεις. Ταυτόχρονα, σύμφωνα με πηγές, θα θεσπιστούν όργανα και δομές που θα τις σχεδιάζουν, θα παρακολουθούν την εξέλιξη τους και ταυτόχρονα θα υπάρχει και η υποχρέωσης της λογοδοσίας.
Μέσα από τον κλιματικό νόμο προτείνεται, με βάση και την πρόταση που έκανε το ΚΙΝΑΛ, η σύσταση ενός ανεξάρτητου Κλιματικού Συμβουλίου. Θα στελεχώνεται από ειδικούς και διακεκριμένους επιστήμονες, οι οποίοι και θα παρακολουθούν την πορεία της επίτευξης των στόχων και θα εισηγούνται στην κυβέρνηση μέτρα.
Θα επιδιωχθεί επίσης η καθιέρωση Κλιματικών Συνελεύσεων και η σύσταση Επιτροπών Διαλόγου, όπου πολίτες, επιστήμονες, κοινωνικοί και επιχειρηματικοί φορείς να συμμετέχουν στη διαμόρφωση προτάσεων για κλιματικές δράσεις.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μετά την ψήφιση του Κλιματικού Νόμου θα ακολουθήσει και η αναθεώρηση του ΕΣΕΚ.
Σε επίπεδο κρατών μελών, μέχρι στιγμής οι Γαλλία, Γερμανία, Δανία, Ιρλανδία, Ισπανία, Ολλανδία, Σουηδία και Φινλανδία έχουν ψηφίσει εθνικούς κλιματικούς νόμους, ενώ αρκετές άλλες χώρες βρίσκονται σε στάδιο προετοιμασίας.
Εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Ηνωμένο Βασίλειο (ΗΒ) και η Νορβηγία έχουν επίσης κλιματικούς νόμους, με το ΗΒ να είναι το πρώτο που ήδη από το 2008, εφαρμόζει κλιματικό νόμο, έχοντας τεκμηριώσει μέσω σχετικών μελετών, όπως η έκθεση του N. Stern το 2007, το τεράστιο κόστος της απραξίας.
Πηγή: ot.gr