Του Γ. Τεκίδη

«Ξεκινήσαμε με καλό καιρό, που δεν κράτησε όμως για πολύ. Τα κύματα πελώρια, έτοιμα να καταπιούν το σαπιοκάικο που θα μας μετέφερε απέναντι στη Σάμο. Έπεσα στη αφρισμένη θάλασσα κρατώντας σφικτά με το ένα χέρι το δωδεκάμηνο αγοράκι μου. Οι δυνάμεις μου με εγκατέλειπαν, όταν είδα κάποια στιγμή όρθιο πάνω στο σκάφος τον ένα από αυτούς που μας μετέφεραν στο νησί. Τον ικέτεψα να σώσει το μικρό μου, να το πάρει μαζί του, αλλά εκείνος κάτι είπε που δεν καταλάβαινα και μου γύρισε την πλάτη. Συνήλθα εδώ στο νοσοκομείο, το μωρό μου, η ζωή μου χάθηκαν στη θαλασσα».

Είναι η αφήγηση της πρόσφυγα μάνας από τη Συρία που ακόμη ελπίζει και προσεύχεται για το θεωρούμενο ως αγνοούμενο από τις αρχές , αγοράκι της. Το αγοράκι που αυξάνει την λίστα των αδικοχαμένων ψυχών, των κολασμένων και ξεγραμμένων από Θεό και ισχυρούς της γης, αυτών που η ζωή στο αισχρό παγκόσμιο χρηματιστήριο των άνομων συμφερόντων δεν  αξίζει ούτε μια χούφτα νερό.

Αόρατοι για την παγκόσμια κοινότητα άνθρωποι, ανώνυμα αναλώσιμα πιόνια πάνω στην σκακιέρα αυτών που διαφεντεύουν τον πλανήτη, ένα πλανήτη που θεωρούν ιδιοκτησία τους, ένα πλανήτη που πάει κατά διαόλου, που καταστρέφεται στο βωμό του ανθρωποφάγου κέρδους.

Και μόνο σαν συμβαίνουν και συμβαίνουν συχνά-πυκνά στη θάλασσα και στην ξηρά οι  τραγωδίες με θύματα τις ανθρώπινες σκιές που απεγνωσμένα ζητούν ελπίδα και αύριο γι’ αυτούς και τα παιδιά τους, ακούς να ψελλίζουν οι ηθικοί στην ουσία αυτουργοί αξιωματούχοι και παρατρεχάμενοι κυβερνήσεων και οργανισμών για λήψη μέτρων πάταξης των δουλεμπόρων , καθώς και για… ασφαλή διέλευση των προσφύγων μέχρι τον τελικό προορισμό τους. Τώρα ποιοι κοροϊδεύουν ποιόν είναι μια άλλη ιστορία.

Πάντως έστω και τα κηρύγματα αλληλεγγύης αληθινά η ψεύτικα για τους αναίτια κατατρεγμένους αυτού του κόσμου, ο κάθε Σαλβίνι, ο κάθε Ορμπαν, ο κάθε Κούρτς και οι λογής ψευδεπίγραφοι δημοκράτες κεντρικοευρωπαίοι ηγέτες τα έχουν γραμμένα στα παλιά τους τα παπούτσια. Απόδειξη οι απάνθρωπες πολιτικές τους για τους πρόσφυγες, πολιτικές που ονειρεύονται μια περίκλειστη και αυστηρά φρουρούμενη Ευρώπη προς αποφυγή των σκουρόχρωμων κατά το πλείστον… εισβολέων που θα μολύνουν τα όσια και ιερά της γηραιάς ηπείρου.

Απερίφραστα και κυνικά προτιμούν αντί της αναγνώρισης του δικαιώματος για ζωή και ελπίδα όλων αυτών των δυστυχισμένων δίχως καμιά δική τους ευθύνη, των θυμάτων πολέμων και διατεταγμένων από τους ισχυρούς αυτού του κόσμου εμφύλιων συρράξεων, την μετατροπή της πιο όμορφης θάλασσας του κόσμου, της Μεσογείου σε ένα απέραντο ανθρώπινο τάφο.

Από τόπος αναψυχής και ανθρώπινης χαράς και ευχαρίστησης σε ατελείωτο πεδίο θανάτου ανθρώπων μεγάλων και παιδιών, αόρατων ανθρώπινων τάφων δίχως σταυρούς και επιτύμβιες στήλες που να μαρτυρούν την ύπαρξη των αδικοχαμένων ψυχών. Ανάσα, παρηγοριά μα και υπερηφάνεια κι ας είναι και πικρή, κάθε συμπατριώτη μας άσχετα από την πολιτικοϊδεολογική του τοποθέτηση, είναι η όχι και τόσο παλιά δήλωση του Πάπα για το τεράστιας σημασίας ζήτημα της σύγχρονης μαζικής προσφυγιάς:

«Μίλησα με ένα πολιτικό, ένα άνθρωπο που σέβομαι και θα πω το όνομά του. Αλέξης Τσίπρας. Μου εξήγησε το πρόβλημα και στο τέλος μίλησε στη καρδιά μου, λέγοντας ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα πρέπει να είναι πάνω από κάθε συμφωνία. Αυτή η φράση του αξίζει το Νόμπελ ειρήνης».

Ένα Νόμπελ που αξίζει η μεγάλη πλειοψηφία των συμπολιτών μας για τη στάση και συμπεριφορά του απέναντι στο προσφυγικό δράμα συνανθρώπων μας τα τελευταία χρόνια. Συμπεριφορά ανθρωπιάς, ανοχής και αλληλεγγύης, όπως αρμόζει σε ένα πολύπαθο λαό που δοκίμασε την αδικία και τον κατατρεγμό των ισχυρών της γης σε άλλες εποχές. Συμπεριφορά στον αντίποδα εκείνης της μικρόψυχης, άδικης και απάνθρωπης μικρής μερίδας συμπολιτών μας, όπως αυτής των μελών του συλλόγου γονέων μαθητών του Δημοτ. Σχολείου στο Βαθύ της Σάμου, οι οποίοι ακόμη καταδιώκουν και με δικαστικές αγωγές τη δασκάλα που… τόλμησε να βάλει στην τάξη και να διδάξει μικρά προσφυγόπουλα. Οι λόγοι που επικαλούνται; Μόνο ένας Θεός ξέρει. Άλλωστε μόνο αυτός μπορεί και να τους συγχωρέσει, καθότι αρκετοί από αυτούς θα τυγχάνουν και θεοσεβούμενοι.

Α ρε Άκη Πάνου, οι εφτά νομά έγιναν χιλιάδες, αυτοί όχι σε ένα δωμά, αλλά καταμεσής στη θάλασσα παλεύοντας για το δικαίωμα στη ζωή και τη χαρά. Σαν τα τσουβά, σαν τα σκουπί, χιλιάδες νομά χωρίς ελπί, ποιος να φωνά και τι να πει.

Υ.Γ. Αγορεύει σαν πραγματικός Λουδοβίκος, αλαζονικά και με ύφος πρώτου τη τάξει καρδινάλιου κοντά στον Πάπα ο Κυριάκος στη βουλή, κατά την συζήτηση για τα κατεδαφιστικά για την κοινωνία και τους εργαζόμενους νομοσχέδια. Ένας δεν θυμήθηκε να  ρωτήσει τον μπαταχτσή πρωθυπουργό πότε θα εξοφλήσει το χρέος με τα εκατομμύρια δανεικά του κόμματος του; Όπως και την συνοδοιπόρο του την κ. Φώφη που από κεκτημένη ταχύτητα και ένα άπαιχτο αντιτσιπρικό μένος αντιπολιτεύεται ακόμη τον Σύριζα.