Γ. Τεκίδης; Άσπρα μούρα, μαύρα μούρα είσαι…
Του Γ. Τεκίδη
Ποιος σοβαρός και στοιχειωδώς νοήμων πολίτης σ’ αυτή τη χώρα θα έτρεφε την ελπίδα, την ψευδαίσθηση ότι αυτή η κυβέρνηση του Κυρ. Μητσοτάκη θα ήταν ικανή να υπερβεί ιδεολογικές αγκυλώσεις και ιδεοληψίες διαχρονικές της συντηρητικής παράταξης, για να μπορέσει πορευτεί στο πλάι των αναγκών της κοινωνικής πλειοψηφίας;
Ακόμη και μεγάλο μέρος αυτών που τον ψήφισαν με συντηρητική πολιτική καταγωγή, υιοθετούν σε στιγμές ειλικρίνειας το παραπάνω ερώτημα και δεν τρέφουν αυταπάτες για τις κυβερνητικές προθέσεις και προτεραιότητες. Προθέσεις και προτεραιότητες στις οποίες οι εργαζόμενοι και η λαϊκή πλεμπάγια δεν έχουν καμιά θέση. Και δεν έχουν καμία θέση, ούτε λαμβάνεται γι’ αυτούς κάποια ουσιαστική μέριμνα, αφού αυτές που πρέπει άμεσα να εξυπηρετηθούν έστω εν μέσω πανδημιών και άλλων κακών, είναι οι ελίτ, η ολιγαρχία και όλοι αυτοί που… μάτωσαν βουτώντας στο ψέμα, την συκοφαντία, την μαύρη προπαγάνδα τα τελευταία χρόνια προκειμένου να φύγει η… επάρατος αριστερά από την διακυβέρνηση της χώρας. Απόδειξη τα έργα και οι μέρες τους στο δεκάμηνο που κυβερνούν. Πέρα από τους νόμους και τις ΠΝΠ που σκοτώνουν κομμάτια της κοινωνίας, δεν διαφεύγει της προσοχής η συμπεριφορά και ο σοκαριστικός τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουν τις ερωτήσεις και την κριτική, δημοσιογραφική και κοινοβουλευτική, τα κυβερνητικά στελέχη.
Οι λέξεις υποκρισία, αναλγησία, ντροπή είναι τόσο αθώες και ανίσχυρες να περιγράψουν το εύρος της χυδαιότητας με την οποία αντιμετωπίζουν τα στελέχη της ακροδεξιάς κυβέρνησης τους ενοχλητικούς και όσους επιμένουν να τους ρωτούν για τις σκανδαλώδεις μεθοδεύσεις εξυπηρέτησης ημετέρων που κερδοσκοπούν σε βάρος του κρατικού κορβανά, τις χαριστικές πράξεις και πριμοδοτήσεις ιδιωτικών συμφερόντων, το ξεπούλημα φιλέτων της δημόσιας περιουσίας.
Αντί υπαντήσεων και επιχειρημάτων δημοσιογράφοι, βουλευτές και άλλοι ερωτώντες εισπράττουν επιθετικές αντιδράσεις, απαξίωση, μαύρο χιούμορ και μια ολοκληρωτική νοοτροπία που έχει τις ρίζες της σε μαύρους για τη χώρα μας πολιτικούς καιρούς. Είναι ο καινούργιος πολιτικός πολιτισμός που λανσάρει στο έμπα της τρίτης δεκαετίας του 21ου αιώνα η κυβέρνηση της δεξιάς. Ο πολιτικός πολιτισμός του «έτσι γουστάρω και έτσι κάνω», ο πολιτικός πολιτισμός του «σκάσε εμάς ψήφισε ο λαός και δεν σου πέφτει λόγος», η συνέχεια του πολιτικού πολιτισμού του διορισμένου από τη χούντα Νομάρχη σε μεγάλο Νομό της Μακεδονίας στη διάρκεια της επταετούς εθνικής ψυχοθεραπείας, που πίστευε ακράδαντα στην εσαεί διακυβέρνηση της χώρας από την δεξιά έστω και με διάφορετικά πολιτικά κουστούμια.
Καλεσμένος ο Νομάρχης σε κεφαλοχώρι του Νομού από τον επίσης διορισμένο κοινοτάρχη, σε τοπική γιορτή και αφού τελείωσαν τα τελετουργικά, η παρέα των στυλοβατών της εθνοσωτήριου κατευθύνθηκε σε κοντινή ταβέρνα όπου η κοινότητα δεξιώθηκε τον επίσημο προσκεκλημένο. Τσίπουρο και κρασί σύντομα ξεκλείδωσαν γλώσσες και σκέψεις, το κέφι πήρε τον ανήφορο, ο ταβερνιάρης ύστερα από σχετικό νόημα του κοινοτάρχη κλείνει πόρτες και κατεβάζει τα κουρτινάκια στα παράθυρα του μαγαζιού για την προστασία της παρέας από τα περίεργα βλέμματα των διερχομένων. Στο πικάπ το σαρανταπεντάρη του αείμνηστου Τσιτσάνη «άσπρα μούρα, μαύρα μούρα είσαι μια γλυκιά μουρμούρα» μόνο που αντί για το γλυκιά μουρμούρα εν χορώ η παρέα με πρώτο το Νομάρχη τραγουδά «είσαι μια παλιοχαμούρα». Χαμός στο μαγαζί και ο ιερέας του χωριού πετά στην άκρη το ράσο και αρχίζει τις γυροβολιές. Η έκπληξη στα μούτρα του Νομάρχη γρήγορα δίνει τη θέση της στον ενθουσιασμό. Τα τσουγκρίσματα των ποτηριών και οι ζητωκραυγές υπέρ της… επανάστασεως παίρνουν και δίνουν. Πάτερ είσαι λεβεντιά, παίρνει το λόγο ο Νομάρχης, είμαστε και θα είμαστε για πολλά χρόνια η κυβέρνηση σ’ αυτό τον τόπο. Τι, δηλαδή, μήπως και τα παιδιά που ηγήθηκαν της επαναστάσεως δεν ψήφιζαν ΕΡΕ; Ζήτω ρε η εθνικόφρων δεξιά.
Κάτι ήξερε ο περιβόητος εκείνος Νομάρχης.