Γ. Τεκίδης: Γύρευε τώρα τίνος κατσαπλιά γιος να είναι κι αυτός
Του Γ. Τεκίδη
Μάιος 1963 και στη φωτισμένη με λουξ μπακαλοταβέρνα του χωριού μια παρέα πάνω από δέκα άτομα τρωγοπίνει σχολιάζοντας μεγαλόφωνα τα τελευταία νέα και ιδιαίτερα αυτά από τη Θεσσαλονίκη όπου την προηγουμένη είχε δολοφονηθεί ο συνεργαζόμενος με την ΕΔΑ βουλευτής Γρ. Λαμπράκης.
Τα χαχανητά και η φασαρία χαμήλωσαν όταν από το ραδιόφωνο πλάι τους ακούστηκε η γυναικεία φωνή να αναγγέλλει έκτακτο δελτίο ειδήσεων. Στήσανε όλοι αυτί ζητώντας από τον μπακάλη να δυναμώσει τη φωνή. Σάλος εις την τοπική κοινωνία της Θεσσαλονίκη από το τροχαίο χθες βράδυ, άρχισε η εκφωνήτρια, το οποίον υπήρξε η αφορμή δια την απώλεια της ζωής του βουλευτού της ΕΔΑ κ. Γρ. Λαμπράκη. Η αντιπολίτευση καταγγέλλει με βαρύτατες εκφράσεις την κυβέρνηση στην οποία αποδίδει δια το συμβάν εγκληματικές ευθύνες. Οι έρευναι εκ μέρους των αστυνομικών αρχών συνεχίζονται αμείωται….
Κλείσ’ το ρε το ρημάδι, φώναξε κάποιος από την παρέα, δεν μας ενδιαφέρει τι έπαθε το κομμούνι αφού πήγαινε γυρεύοντας. Ναι, ναι, συνέχισε άλλος, διάβαζα που λέτε το πρωί σε κάποια εφημερίδα ότι τον φάγανε οι δικοί του και τώρα τα ρίχνουν στην κυβέρνηση. Αυτοί ρε, πήρε το λόγο αυτός που φαινόταν να κάνει κουμάντο στη παρέα, είναι ικανοί για να περάσουν τη προπαγάνδα τους να ξεπουλήσουν και τη μάνα τους. Τα μάτια μας δεκατέσσερα παιδιά, συμπλήρωσε άλλος, αυτά τα κουμάσια θα ξεκινήσουν φασαρίες στ’ όνομα αυτουνού του… γύρευε να βρεις τώρα ποιού κατσαπλιά γιος είναι.
Πάνω στην φασαρία, την ένταση και τον εθνικό οίστρο η παρέα δεν αντιλήφθηκε την είσοδο του νεαρού δάσκαλου που κάθισε σε μια γωνιά, παραγγέλνοντας τον καφέ του. Κι εσύ ρε δάσκαλε τι λες, τον ρώτησε κάποιος της παρέας, όταν συνειδητοποίησαν τη παρουσία του. Τι να πω, απάντησε διστακτικά εκείνος, πάντως από ότι γνωρίζω, επρόκειτο για ένα αξιόλογο άνθρωπο και επιστήμονα με σημαντική δράση και αγώνα για την διεθνή ύφεση και ειρήνη. Χώρια που δόξασε τα ελληνικά χρώματα και στον αθλητισμό.
Τι είναι αυτά που λες δάσκαλε, χίμηξαν με μια φωνή οι άλλοι, ξεχνάς ρε για ποιους μιλάμε; Τέτοια γράμματα μαθαίνεις και στα παιδιά μας; Θέλεις να τα κάνεις σαν τα μούτρα τα δικά σου και εκείνου του σκοτωμένου; Έννοια σας όμως και εμείς τα ΤΕΑ (τάγματα εθνοφυλακής αμύνης) δεν πήραμε τα όπλα για να τα καμαρώνουνε σαν πασχαλιάτικες λαμπάδες. Και ως απόδειξη των λεγομένων τους ενημέρωσαν αστυνομία κα επιθεώρηση δημοτικής εκπαίδευσης για τα… ύποπτα και γεμάτα υπονοούμενα λόγια του δάσκαλου. Τον δάσκαλο, που για τον εντοπισμό του από τους δικούς του σε μια άκρη της άκρης του Έβρου, χρειάστηκαν ένα ολόκληρο χρόνο.
Κλείνουν 57 χρόνια από εκείνο τον θλιβερό Μάη του 1963, όταν στη Θεσσαλονίκη η αγέλη των αφιονισμένων παρακρατικών με την προστασία και αρωγή του επίσημου κράτους δολοφονούσε τον αγωνιστή της ειρήνης, τον Άνθρωπο με την κοινωνική και πολιτική δράση, αυτόν που έταξε σκοπό της ζωής του τον αγώνα για την ανακούφιση από τον πόνο και την δυστυχία του πολύπαθου λαού μας. Αυτόν που ύψωσε στεντόρεια την φωνή εν μέσω ψυχρού πολέμου για τερματισμό των πολεμικών συγκρούσεων, για αφοπλισμό και παγίωση της ειρήνης.
Πώς να ανεχτεί η εθνικόφρων δεξιά με τις παραδεξιές και παρακρατικές παραφυάδες της την δράση, το ήθος, τη συνέπεια και την επίμονη πάλη αυτού του ανθρώπου για τις ιδέες του; Το σχέδιο της βιολογικής εξόντωσης του δεν ήταν μια τυχαία πράξη εκείνης της νύχτας, αλλά προμελετημένο από πολύ καιρό, όπως αποδείχτηκε κατά την διάρκεια της δίκης που ακολούθησε. Η αντισυγκέντρωση… αγανακτισμένων που προηγήθηκε της δολοφονίας εκείνο το βράδυ, δεν ήταν καινούργιο φαινόμενο.
Η καθιέρωση από το παρακράτος αυτής της τακτικής επισημοποιείται από το 1959 και εντεύθεν. Τακτική και πρακτική που επανεμφανίστηκε πρόσφατα με αφορμή το Μακεδονικό από τα ακροδεξιά και νεοφασιστικά λεφούσια, στο όνομα πάντα ενός κάλπικου πατριωτισμού. Για να αποδειχτεί άλλη μια φορά ότι παρελθόν που δεν διδάσκει και περνά ελαφρά τη καρδία στην αιώνια λήθη, νεκρανασταίνεται και εκδικείται.
Αμετανόητη η σημερινή δεξιά συναγελάζεται και υποθάλπει για πρόσκαιρα κομματικά συμφέροντα τα ιδεολογικά απομεινάρια εκείνου του παρακράτους των δεκαετιών του ’50 και του ’60. Ο δημοκρατικός κόσμος στο τόπο μας ευτυχώς ακόμη διαθέτει και μνήμη και κρίση και σύντομα θα δώσει στους καπηλευτές των ελπίδων και των προσδοκιών του, την πρέπουσα απάντηση.
ΥΓ. «Σήμερα εδώ, ένα σύμφυρμα κλεφτών, βιαστών, δωσίλογων και κάθε είδους κακοποιών, εμφανίζεται – ως προστάτης κοινωνικών καθεστώτων, ως φύλακας ιερών και οσίων και ως κέρβερος του νόμου και της τάξης. Τι άλλο έπρεπε να περιμένει κανείς από αυτό, πλην του ότι θα εξελισσόταν σε κακοήθη νεοπλασία της κοινωνίας»
Απόσπασμα από την αγόρευση του εισαγγελέα της δίκης Π. Δελαπόρτα. Του εισαγγελέα που δεν δείλιασε μπροστά στο παρακράτος.