Του Γ. Τεκίδη

Μαρτυρούσε την ταυτότητα, τα διαπιστευτήρια, τις συστάσεις ενός κόσμου που έκτισε, έδωσε πνοή, μετουσίωσε το όνειρο σε πραγματικότητα  με το σύνθημα-τρίπτυχο των δεκαετιών του ’50 και του ’60 «Παοκ – Στέλιος (σ.σ. Καζαντζίδης) – ΕΔΑ». Σύνθημα του προσφυγικού, του ταλαιπωρημένου κόσμου, των οπαδών του ΠΑΟΚ, του κόσμου που γνώρισε όπως οι απανταχού στην οικουμένη πρόσφυγες, τον κατατρεγμό, την ανέχεια, την περιφρόνηση και απαξίωση, ακόμη και από τους ίδιους τους συμπατριώτες του, και από την ίδια την μητέρα πατρίδα, που πολλές φορές αποδείχτηκε γι’ αυτούς σκληρή μητριά.

Τυχαία δεν επιλέχτηκε η Τούμπα, η κόκκινη από τότε Τούμπα, η προσφυγομάνα, ως το σπίτι, η έδρα της πολυαγαπημένης τους ομάδας, του ΠΑΟΚ. Το γήπεδο που έγινε υπόθεση της προσφυγιάς κυρίως στη βόρεια Ελλάδα. Στο γήπεδο που κτίστηκε στους δύσκολους κοινωνικοπολιτικά καιρούς στο μεγαλύτερο μέρος του με εθελοντική εργασία και από το υστέρημα του καθημαγμένου πρόσφυγα οπαδού της ιδέας του Παοκ. Του βαθειά δημοκρατικού κόσμου που δεν έπαψε ποτέ και σε καμία συγκυρία να δηλώνει τις προοδευτικές πολιτικά πεποιθήσεις του, την αλληλεγγύη του στους πάσχοντες, σε αυτούς που αγωνίζονται για ελευθερία, αξιοπρέπεια και προκοπή. Ο κόσμος αυτός, και όχι μόνο αυτός, που βρήκε καταφύγιο και παρηγοριά στην ανεπανάληπτη λαϊκή φωνή του μεγάλου Στέλιου Καζαντζίδη, του μέγιστου εκφραστή των καημών, των ελπίδων και προσδοκιών του. Έτσι το όνομα του λαϊκού μας βάρδου δεν μπορούσε να λείψει από το θρυλικό σύνθημα της εποχής.

Έτσι με το τραγούδι, την σκληρή δουλειά, την αμέριστη και δίχως τσιγκουνιά αγάπη και βοήθεια του Παοκτσίδικου λαού, κτίστηκε ο μεγάλος ΠΑΟΚ που δεν άργησε να καταξιωθεί στις καρδιές όχι μόνο των Βορειοελλαδιτών, αλλά και όλης της επικράτειας. Είναι η ομάδα που αμφισβήτησε με το ταλέντο, την αξία και το πάθος, την πρωτοκαθεδρία και μονοπωλιακή συμπεριφορά του πάλαι ποτέ κραταιού ποδοσφαιρικού ομίλου κέντρου, του γνωστού ΠΟΚ. Ήταν τότε που ο δικέφαλος του βορρά γνώρισε τον παραγκωνισμό, την αδικία και την μεροληψία σε βάρος του. Τότε που οι… επαρχιώτες από τον βορρά δεν είχαν καμία ελπίδα διεκδίκησης τίτλων και διακρίσεων, παρά το γεγονός ότι υπήρξαν ποδοσφαιρικές περίοδοι, αρχής γενομένης από τις δεκαετίες του ’70 και ’80, όπου η ποιότητα και ανωτερότητα του στο γήπεδο, έναντι των άλλων ήταν πασιφανής. Η επιμονή, η ασίγαστη συμπαράσταση του κόσμου του, γκρέμισαν έκτοτε αρκετές φορές συμπεριφορές ενός ιδιόμορφου ποδοσφαιρικού απαρτχάιντ, σκοπιμότητες πολιτικού χαραχτήρα και μεθοδεύσεις αποκλεισμού του, φέρνοντας διακρίσεις και τίτλους πανάξια, δικαιώνοντας τις προσδοκίες και ελπίδες του λαού του.

Η προχθεσινή του ανάδειξη ως κυπελλούχου Ελλάδας, είναι μια ακόμη πιστοποίηση της αξίας και της δυναμικής της Θεσσαλονικιώτικης ομάδας. Μια ακόμη ειδοποιός διαφορά από τις άλλες ομάδες, όσο η ταυτότητα του στην προμετωπίδα θα συμπεριλαμβάνει το παραπάνω σύνθημα-τρίπτυχο προσαρμοσμένο στους καιρούς μας. Σύνθημα μετουσιωμένο με τα χρόνια σε ιδέα, για να μην πεθάνει ποτέ.