Του Γ. Τεκίδη
Της πλειοψηφίας του ΔΣ συγκεκριμένα για να μη παρεξηγούμαστε. Αφορμή του συγκλονισμού τους και των… καυτών δακρύων είναι η απεργία πείνας της συναδέλφου τους και μέλους της ΕΣΗΕΑ Μαρίνας Βήχου. Μόνη της η παραπάνω, χωρίς τυμπανοκρουσίες και βαρύγδουπες κουβέντες, δίπλα στα πανό που γράφουν «Δεν θωρακίζουν το ΕΣΥ. Καταπατούν το Σύνταγμα» το ένα, και «Επιβάλλουν λογοκρισία, στο στόχαστρό τους η Δημοκρατία. Ως εδώ» το άλλο. Ζητά δε, μεταξύ των άλλων που θα αναβαθμίσουν το κύρος, την αξιοπιστία της δημοσιογραφικής δουλειάς, και την δημιουργία παρατηρητηρίου καθημερινής καταγραφής περιστατικών παραβίασης του κώδικα δημοσιογραφικής δεοντολογίας.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η Διοίκηση της ΕΣΗΕΑ γίνεται δέκτης τέτοιων εκκλήσεων, τέτοιων αιτημάτων μέρους του δημοσιογραφικού κόσμου, που πονά και αισχύνεται για την σημερινή κατάντια του κάποτε λειτουργήματος, που έδωσε μάχες στο παρελθόν για την ανάδειξη της αλήθειας, που μετέτρεψε όχι λίγες φορές την δημοσιογραφική έρευνα και το ρεπορτάζ σε φλάμπουρο, σε βράχο υπεράσπισης του καλώς εννοούμενου δημόσιου συμφέροντος, της ίδιας της Δημοκρατίας. Ανάξιοι των παρακαταθηκών εκείνων των δημοσιογράφων που δεν λησμόνησαν και σε καιρούς δύσκολους, σε καιρούς όπου το κουμάντο είχε το δοσιλογικό παρακράτος που απειλούσε ευθέως και με βιολογικό αφανισμό, όποιον έψαχνε και δημοσίευε την αλήθεια, σημαντικό μέρος του σημερινού δημοσιογραφικού κόσμου έχει ενστερνιστεί άλλες αξίες και προτεραιότητες. Αξίες και προτεραιότητες που άμεσα εξυπηρετούν το προσωπικό τους όφελος, την πάση θυσία προσωπική ανάδειξη, την παροχή προστασίας και υπηρεσιών σε μεγαλόσχημους οικονομικούς και πολιτικούς παράγοντες, και πάντα με το αζημίωτο.
Το πόσο απασχολούν σήμερα αυτά τα φαινόμενα της δημοσιογραφικής σήψης, της απερίγραπτης κατάντιας αυτών που λάτρεψαν και έκαναν ευαγγέλιο το ψέμα, την παραποίηση, την κατασκευή της εικονικής εικόνας απέναντι στην πραγματική, την με επιμονή και φανατισμό συνεχή δημοσίευση χαλκευμένων ειδήσεων και συκοφαντιών για δημόσια πρόσωπα των οποίων επιδιώκουν φανερά την ηθική εξόντωση, την πλειοψηφία του ΔΣ της συνδικαλιστικής δημοσιογραφικής οργάνωσης, μόνο ένας Θεός γνωρίζει. Επειδή όμως είναι κομμάτι δύσκολο να τον ρωτήσουμε -τον Θεό- τι γνωρίζει, παρακολουθούμε με απογοήτευση την «ναι μεν αλλά…» και την «μακριά κακό από τα μάτια μας» στάση της. Τόσο η ΕΣΗΕΑ, όσο και το ΕΣΡ, δεν ενοχλούνται από τον μιντιακό ολοκληρωτισμό, την εν ψυχρώ λογοκρισία, τις διώξεις και απολύσεις καταξιωμένων δημοσιογράφων, που τόλμησαν να γράψουν ελεύθερα τη γνώμη τους ή και να ψελλίσουν κάποιες αλήθειες που δεν βολεύουν το καθεστώς Μητσοτάκη, το εικοσιτετράωρο λιβανωτό ιδιωτικών, κρατικών καναλιών, εφημερίδων και ραδιοφώνων εξαγορασμένων φανερά από την σημερινή κυβέρνηση;
Πώς να αισθάνονται άραγε και όσοι-όσες δημοσιογράφοι βιώνουν καθημερινά αυτήν την αθλιότητα, αυτόν τον κατήφορο, την ευτέλεια που έχει γίνει κράτος και εξουσία και ασφυκτιούν και ντρέπονται. Το αίσθημα μελαγχολίας που σε κατακλύζει αρχικά όταν αντικρίζεις στη φωτογραφία την μοναξιά της αγωνιζόμενης δημοσιογράφου, γρήγορα δίνει την θέση του στην περηφάνια και την ελπίδα για το θάρρος, το σθένος, το κουράγιο και την μαγκιά, να σηκώσει στις πλάτες της, τις αμαρτίες του κλάδου της. Να αντιμετωπίσει γενναία και να καταδείξει τους ηθικούς αυτουργούς της κατάντιας και αλλοτρίωσης αυτού που κάποτε ονομάζαμε δημοσιογραφία.
Είναι μόνη της; Κάθε άλλο. Δίπλα της συμπαραστέκονται εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας. Και το ξέρει. Όσο για τα δάκρια της ΕΣΗΕΑ, αυτά αφορούν μόνο τον κροκόδειλο.