Της Χριστίνας Μετενίδου

19 Μαΐου | Ημέρα μνήμης της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου

Η διαφορετικότητα, δυστυχώς, έχει αποτελέσει διαχρονικά πηγή έριδας και βίας, οδηγώντας σε τραγικές συγκρούσεις με ολέθριες συνέπειες. Ο αφανισμός των ιθαγενών πληθυσμών της Αμερικής, το ολοκαύτωμα των Εβραίων, η γενοκτονία των Αρμενίων και η γενοκτονία των Ποντίων αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα της θηριωδίας που μπορεί να φτάσει η ανθρώπινη φύση όταν τυφλώνεται από φανατισμό και μίσος. «Μακρά, λαμπρή, αγωνιστική και συνάμα οδυνηρή υπήρξε η ιστoρία τoυ ποντιακoύ
ελληνισμoύ». Η πανάρχαια παρoυσία του χάνεται στα βάθη του χρόνου, με μύθους όπως αυτοί των Αμαζόνων, του Φρίξου και της Έλλης, και των Αργοναυτών να μαρτυρούν την αρχαία κληρονομιά του.
Σε πείσμα των δύσκολων καιρών, υπό την οθωμανική κυριαρχία, οι Πόντιοι δε λύγισαν. Διατήρησαν την πίστη τους, είτε ανοιχτά είτε κρυφά, υπομένοντας παρά τις αντίξοες συνθήκες, τα βασανιστήρια και τους διωγμούς. Απέναντι στην πίεση του εξισλαμισμού, πολλοί υιοθέτησαν τον μουσουλμανισμό μόνο φαινομενικά, διατηρώντας άσβεστη τη φλόγα της χριστιανικής τους πίστης στα βάθη της ψυχής τους. Ο κρυπτοχριστιανισμός, φαινόμενο που άνθισε στον Πόντο, αποτελεί μαρτυρία της ακλόνητης θέλησης για διατήρηση της ταυτότητας και της κληρονομιάς. Η άρνηση παραχώρησης ίσων δικαιωμάτων σε όλους τους κατοίκους, ανεξαρτήτως θρησκεύματος ή καταγωγής, τροφοδότησε τα εθνικιστικά κινήματα μειονοτήτων, όπως οι Έλληνες, οι Αρμένιοι και οι Κούρδοι. Τελικά, οδήγησε στην αποσύνθεση της αυτοκρατορίας
μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο Τούρκικος εθνικισμός, με την έμφαση στην εθνική ομοιογένεια και την κυριαρχία, έθεσε
εμπόδια στην πρόοδο και την ισότητα, έχοντας ολέθριες συνέπειες για τις μειονοτικές
ομάδες. Έχουμε για πρώτη φορά την εμφάνιση του όρου Τούρκος και τα εδάφη στα οποία
εκτεινόταν η οθωμανική αυτοκρατορία άρχισαν να ονομάζονται Τουρκία.
Η άρνηση παραχώρησης ίσων δικαιωμάτων σε όλους τους κατοίκους, ανεξαρτήτως
θρησκεύματος ή καταγωγής, τροφοδότησε τα εθνικιστικά κινήματα μειονοτήτων. Στόχος
ήταν η δημιoυργία μιας τoυρκικής αυτoκρατoρίας όπoυ κανένα άλλo έθνoς δε θα είχε θέση.

Σε μια μυστική σύσκεψη υπό την προεδρία του Ταλαάτ Πασά, ο Σακίρ Μπεχαεντίν,
στέλεχος των Νεοτούρκων λέει:

«Τα έθνη που απόμειναν από παλιά στην Αυτοκρατορία μας μοιάζουν με ξένα και βλαβερά
χόρτα που πρέπει να ξεριζωθούν. Να ξεκαθαρίσουμε τη γη μας. Αυτός άλλωστε είναι και ο σκοπός της επανάστασής μας».
Η τραγική ιστορία των Ελλήνων του Πόντου σημαδεύτηκε ανεξίτηλα από τις σφαγές και
τους εκτοπισμούς που διαπράχθηκαν από το κίνημα των Νεότουρκων κατά την περίοδο
1914-1923.
1915: Ακολουθώντας τη θηριωδία της Γενοκτονίας των Αρμενίων το 1915, που προκάλεσε
σφοδρές αντιδράσεις από τη διεθνή κοινότητα, η ηγεσία των Νεότουρκων υλοποίησε ένα σχέδιο εξόντωσης των Ποντίων, με βίαιους εκτοπισμούς. Φθινόπωρο 1916: Ξεκινά η συστηματική εξόντωση, με σφαγές, εκτοπίσεις, δολοφονίες και διώξεις που διαρκούν έως το καλοκαίρι του 1917. Εκείνη την περίοδο, γεννήθηκε το Αντάρτικο του Πόντου με σκοπό να υπερασπιστούν την ζωή τους, την ελευθερία τους και την
κληρονομιά τους.
Απρίλιος 1916 – Φεβρουάριος 1918: Ο ρωσικός στρατός καταλαμβάνει την Τραπεζούντα και
τον ανατολικό Πόντο.
19 Μαΐου 1919: Ο Μουσταφά Κεμάλ φτάνει στην Αμισό (Σαμψούντα) με πρόφαση την
ειρήνευση της περιοχής, αλλά αργότερα ηγείται της συνέχισης των διώξεων.
29 Μαΐου 1919: Ο Κεμάλ συναντά τον Τοπάλ Οσμάν, ηγέτη μουσουλμανικών συμμοριών,
και συνεργάζονται.
1921-1922: Ισχυροποιείται ο Κεμάλ και λαμβάνουν χώρα οι δεύτερες μεγάλες σφαγές
Ποντίων.
Ο Γερμανός καθοδηγητής των Τούρκων, στρατηγός Λίμαν Φον Σάντερς για να μην προκληθεί αντίδραση στον «πολιτισμένο» κόσμο προτείνει, ως «τελική λύση», τον λευκό θάνατο, τις ατέλειωτες οδοιπορίες. «Σας διαβεβαιώνω ότι οι παγωνιές και το κρύο του χειμώνα, οι βροχές και η μεγάλη υγρασία, ο ήλιος και η τρομερή ζέστη του καλοκαιριού, οι αρρώστιες του εξανθηματικού τύφου και της χολέρας, οι κακουχίες και η ασιτία, θα φέρουν το ίδιο αποτέλεσμα, με τις σφαγές που λογαριάζετε να κάνετε εσείς» Η Γενοκτονία των Ποντίων άφησε πίσω της ένα τοπίο γεμάτο θλίψη και καταστροφή. Ο
Πόντος, γεμάτος πτώματα που οι Τούρκοι απαγόρευαν να ταφούν.

Η Αμερικανίδα δημοσιογράφος Έθελ Τόμσον, όπου περιόδευε στην περιοχή υπό την προστασία της Αμερικανικής Επιτροπής με δυσκολία περιέγραψε τα ακόλουθα:
«Στο δρόμο», έγραφε η Τόμσον, «συναντούσαμε ομίλους γερόντων, παιδίων, σε μια
ατέλειωτη πορεία μαρτυρίου, όπου έπεφταν νεκροί από την εξάντλησιν και από τα χτυπήματα των συνοδών Τούρκων. Οι περισσότεροι εκλιπαρούν τον θάνατον. Στην πόλη Μεζερέχ, ξαφνικά ακούσαμε φωνές περίπου τριακοσίων μικρών παιδιών μαζεμένα σε κύκλο. Είκοσι τσανταρμάδες – χωροφύλακες που κατέβηκαν από τα άλογα τους, χτυπούσαν σκληρά και ανελέητα τα παιδιά με τα μαστίγια και τα τρυπούσαν με τα ξίφη τους για να μην κλαίνε. Το θέαμα ήτο πρωτοφανές, φρικώδες! Τα παιδάκια έσκυβαν κι έβαζαν τα χεράκια τους πάνω στο κεφάλι για ν’ αποφύγουν τα χτυπήματα. Μία μητέρα που όρμησε για να σώσει το παιδί της, δέχτηκε το ξίφος στην καρδιά κι έπεσε κατά γης! Πάθαμε νευρική κρίση! Παντού
βλέπαμε πτώματα γυναικών, παιδιών και γερόντων. Η Αμερικανική Υπηρεσία υπολογίζει τους ΄Ελληνες που εξολόθρευσαν οι Τούρκοι στην Σεβάστεια, σε τριάντα χιλιάδες».
Η λέξη «γενοκτονία» δεν υπήρχε πριν το 1944. Ο όρος επινοήθηκε από τον Πολωνοεβραίο νομικό Ράφαελ Λέμκιν, ο οποίος αφιέρωσε μεγάλο μέρος της ζωής του στην καταπολέμηση των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας. Η σφαγή περίπου 3.000 Ασσυρίων χριστιανών από το Ιρακινό κράτος το 1933, σε συνδυασμό με τις μαζικές σφαγές Αρμενίων, Ασσυρίων και Ελλήνων από τους Τούρκους μεταξύ 1914 και 1924, αποτέλεσαν ισχυρό κίνητρο για τον Λέμκιν. Συγκεκριμένα, η Γενοκτονία των Ποντίων, με την άγρια εξόντωση και τον ξεριζωμό του ελληνικού πληθυσμού, άφησε βαθύ στίγμα στον Λέμκιν.
Καθώς παρατηρούσε αυτές τις θηριωδίες, ο Λέμκιν συνειδητοποίησε την ανάγκη για έναν νέο όρο που θα περιέγραφε με ακρίβεια την συστηματική εξόντωση ολόκληρων ομάδων με βάση την εθνικότητα, τη θρησκεία ή την εθνότητα. Έτσι, το 1944, συνδύασε το ελληνικό `«γένος» με το λατινικό «cide» (δολοφονία), δημιουργώντας τον όρο «γενοκτονία».
Η λέξη αυτή έμελλε να αποκτήσει τεράστια σημασία, καθώς χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει το Ολοκαύτωμα, τη Γενοκτονία των Ποντίων και άλλα φρικτά εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Η συμβολή του Λέμκιν στην ανάπτυξη του διεθνούς δικαίου και η δημιουργία του όρου «γενοκτονία» υπήρξαν καθοριστικές για την αναγνώριση και την τιμωρία τέτοιων εγκλημάτων. Καίριο ρόλο στην αποκάλυψη και τεκμηρίωση της Γενοκτονίας των Ποντίων διαδραμάτισε η έρευνα του Χάρη Τσερκινίδη που έφερε στο φως πλήθος μαρτυριών Γάλλων αξιωματούχων και διπλωματών:

«Γιατί με πιάνετε; Εγώ δεν είμαι Έλληνας», φώναζε έντρομος στους Τούρκους στρατιώτες ένας Ιταλός, υπάλληλος σε αυστριακή εταιρεία καπνού στην περιφέρεια της Σαμψούντας, στο χωριό Άτα. Οι Τούρκοι κατάλαβαν ότι λέει αλήθεια και έπειτα τον άφησαν ελεύθερο. Στα επόμενα λεπτά ο Ιταλός υπάλληλος είδε τους Τούρκους να μαζεύουν περίπου 3.000 Έλληνες, να τους στριμώχνουν σε τρία σπίτια και να τους
καίνε ζωντανούς. Μέρες αργότερα κόντεψε να χάσει τα λογικά του όταν στο νοσοκομείο της Σαμψούντας είδε περίπου 40 κοριτσάκια, ηλικίας 6 έως 12 ετών,να περιθάλπονται από τους βάρβαρους βιασμούς που υπέστησαν από Τούρκους.» 353.000 καταγεγραμμένοι επίσημα νεκροί και άλλοι τόσοι ξεριζωμένοι και διασκορπισμένοι αγνοούμενοι, αποτελούν πάντοτε για τους Πόντιους, μια μνήμη στοιχειωμένη στην ψυχή.
Αφήνοντας πίσω τους μνήμες, περιουσίες, γη και σπίτια, οι επιζώντες πήραν μαζί τους μόνο ό,τι χωρούσε στα δισάκια τους: ρούχα, εικόνες αγίων, λίγα χρυσαφικά και την ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον.
Αυτός ο ξεριζωμός άφησε ανεξίτηλα σημάδια στους Πόντιους και στους απογόνους τους. Η απώλεια της πατρίδας, η βίαιη εκτόπιση, η απώλεια αγαπημένων προσώπων, όλα αυτά δημιούργησαν ένα αβάσταχτο φορτίο πόνου και θλίψης.
Το 1994, η Ελληνική Βουλή αναγνώρισε ομόφωνα τη Γενοκτονία των Ποντίων, έπειτα από δεκαετίες άρνησης. Η 19η Μαΐου, λοιπόν, δεν είναι απλά μια ημερομηνία. Είναι μια ημέρα μνήμης για τα θύματα της γενοκτονίας, μια ημέρα πόνου και θλίψης για τον ελληνισμό, αλλά και μια ημέρα υπενθύμισης για τα δεινά που μπορεί να επιφέρει ο φανατισμός και το μίσος. Στον αντίποδα, οι Τούρκοι την τιμούν και τη γιορτάζουν ως ημέρα μνήμης του Μουσταφά Κεμάλ και Γιορτή Νεολαίας και Αθλητισμού, καθώς σύμφωνα με την ιστoριογραφία τους από εκεί ξεκίνησε τον «απελευθερωτικό αγώνα» ο Μoυσταφά Κεμάλ, που οδήγησε στην ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας.
Είναι χρέος μας να τιμούμε τη μνήμη των αδικοχαμένων, να αγωνιζόμαστε ενάντια στην
αδιαφορία και την άρνηση, και να διασφαλίζουμε ότι τέτοιες θηριωδίες δεν θα επαναληφθούν
ποτέ ξανά.
Η μνήμη της Γενοκτονίας των Ποντίων οφείλει να διατηρηθεί ζωντανή, όχι μόνο για να τιμήσουμε τα θύματα, αλλά και για να μην επιτρέψουμε ποτέ ξανά τέτοιες φρικαλεότητες να λάβουν χώρα.
Οφείλουμε να διαφυλάξουμε τη μνήμη, ενσωματώνοντας την ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού στα σχολικά βιβλία, ώστε οι νέες γενιές να γνωρίζουν και να τιμούν.

Η Γενοκτονία των Ποντίων δεν αφορά μόνο τους Έλληνες ποντιακής καταγωγής. Αφορά όλο τον ελληνισμό, όλη την ανθρωπότητα. Είναι θέμα δημοκρατίας, ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ελευθερίας και αξιοπρέπειας.
Ο αγώνας για τη διεθνή αναγνώριση της γενοκτονίας θα συνεχιστεί μέχρι την τελική
δικαίωση, και αυτόν τον αγώνα θα τον συνεχίσουν τα παιδιά μας.

Μνημόνευουμε, τιμούμε, διεκδικούμε.