Ήταν 5 Φεβρουαρίου το 1982, όταν στο βραδινό δελτίο ειδήσεων ανακοίνωσαν ότι από το πρωινό της επόμενης ημέρας η σχολική ποδιά δεν ήταν πλέον υποχρεωτική για τις μαθήτριες. Ο υπουργός Παιδείας της τότε κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, Λευτέρης Βερυβάκης ανακοίνωνε με κάθε επισημότητα την απόφαση για την κατάργησή της.

Η ποδιά που μεγάλωσε γενιές κοριτσιών και εξελίχθηκε και η ίδια μέσα στην πάροδο των χρόνων και με τις κυβερνητικές ευλογίες, έπαιρνε το δρόμο προς το μπαούλο και κατόπιν το δρόμο προς το χρονοντούλαπο της ιστορίας.

 

Το τέλος μίας εποχής και ο ερχομός μίας άλλης

Ο αέρας της «Αλλαγής» που είχε έρθει έναν χρόνο πριν με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, είχε φέρει και μία γενικότερη διάθεση για αλλαγή σε πολλούς τομείς. Και ένας από αυτούς ήταν και το εκπαιδευτικό σύστημα.

 

 

Η σχολική ποδιά ήταν από τα πρώτα που έπεσαν «υπέρ δόξης και πατρίδας» ως ένδειξη πλουραλισμού και απόδειξη ελευθερίας στην ανάπτυξη της προσωπικότητας. Η απόφαση σε γενικές γραμμές δε βρήκε αντιδράσεις. Οι περισσότεροι την υποδέχτηκαν θετικά, μιας και πίστευαν πως η ομοιομορφία στο ντύσιμο των μαθητών εμπόδιζε την ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους και έκανε τα σχολεία να μοιάζουν με στρατόπεδα.

Υπήρχε όμως και μία μερίδα κόσμου, η πιο παραδοσιακή που δεν είδε με καλό μάτι αυτή την αλλαγή, θεωρώντας ότι με την κατάργηση της ποδιάς θα χανόταν η ταυτότητα των μαθητών, ενώ θα υπήρχε και μία ασυδοσία στο ντύσιμο των μαθητριών.

Και η αλήθεια είναι ότι μέχρι και σήμερα και κυρίως αυτές τις ημέρες που είναι και η επέτειος από την κατάργησή της, ανοίγει ο διάλογος με τις σχετικές διαφωνίες. Μόνο που τώρα, σχεδόν τέσσερις δεκαετίες μετά η κάθε πλευρά μπορεί να βγάλει τα ασφαλή της συμπεράσματα αν ήταν σωστή όχι η απόφαση.

 

Οι ποδιές μπαίνουν στο μπαούλο με τη ναφθαλίνη

Αν και την περίοδο εκείνη ήμουν στο νηπιαγωγείο, ακόμη θυμάμαι με νοσταλγία τη ροζ ποδιά που φορούσαμε. (Στο νηπιαγωγείο ήταν ροζ και γινόταν μπλε στο δημοτικό και μέχρι το τέλος του σχολείου). Θυμάμαι, όμως και τις δύο μεγαλύτερες αδελφές μου με τη μπλε ποδιά τους με το λευκό γιακά και την κορδέλα στα μαλλιά και πόσο ανυπομονούσα να τη φορέσω, καθώς ήταν η ένδειξη ότι μεγάλωσα πια.

 

Οι ποδιές πρωταγωνίστησαν και στις ελληνικές ταινίες

Τα νέα της κατάργησης ενθουσίασαν τα κορίτσια και δη εκείνων των μεγαλύτερων τάξεων. Ακόμη θυμάμαι (έστω και θολά) την χαρά της μεγαλύτερης αδελφής μου, που ήταν μαθήτρια του γυμνασίου και την αγωνία της τι να βάλει στο σχολείο την πρώτη ημέρα χωρίς ποδιά.

 

 

Φαντάζομαι ότι για τις μεγαλύτερες μαθήτριες η κατάργησή της ήταν κάτι σαν η… αποτίναξη του ζυγού. Και ταυτόχρονα, το δικαίωμά τους να αποφασίζουν για την εμφάνισή τους και να προσδιορίζουν οι ίδιες το στυλ και την προσωπικότητά τους.

Για τους γονείς, πάλι, δεν ήταν για όλους τόσο εύκολο. Αν είχες τρεις κόρες μαθήτριες, σήμαινε ότι θα έπρεπε να αγοράζεις εκτός από τα «καλά» ρούχα και ρούχα για το σχολείο. Άρα περισσότερα έξοδα. Όμως, η απόφαση αυτή ήταν σημαντική, όπως και να το κάνεις. Και για πρώτη φορά, αν ήσουν ένας εξωτερικός παρατηρητής από ψηλά σε ένα σχολικό προαύλιο, θα έβλεπες για πρώτη φορά τόσο χρώμα, που μέσα από τις διάφορες αποχρώσεις αποτύπωνε και τις τόσες διαφορετικές προσωπικότητες των μαθητριών.

Βέβαια, η κατάργησή της δεν έγινε με τη μία. Το μέτρο εφαρμόστηκε σταδιακά για να έρθει το οριστικό τέλος το 1983.

 

Από τη μαύρη ποδιά στη μπλε

Τη δεκαετία του ’50 η ποδιά ήταν μαύρου χρώματος και μακριά κάτω από το γόνατο. Το 1965, ο Γεώργιος Παπανδρέου άλλαξε το χρώμα της από μαύρο σε μπλε και συνέταξε και την εγκύκλιο του Υπουργείου Παιδείας με τα υποχρεωτικά της χαρακτηριστικά. Στο πέτο έπρεπε η κάθε μαθήτρια να φορά κονκάρδα, όπου αναγραφόταν το σχολείο και η τάξη ενώ το μήκος της ποδιάς ήταν απαραίτητα κάτω από το γόνατο. Το 1962 καταργήθηκε το πηλήκιο στα αγόρια. Βέβαια, τα αγόρια για τα επόμενα χρόνια θα έπρεπε να προσέχουν και αυτά την εμφάνισή τους στο σχολείο.

Η μπλε παιδιά είναι σίγουρα τα ρούχο που έχει σημαδέψει τις γυναίκες (όσες δηλαδή την πρόλαβαν) και που μεγαλώνοντας πολλές νιώθουν μία νοσταλγία στη θύμησή της. Βέβαια, από τη δεκαετία του ’50 μέχρι και την κατάργησή της, εξελίχθηκε.

Το μήκος παρέμενε μέχρι το γόνατο το πολύ, όμως, στην πορεία προστέθηκε ο λευκός γιακάς στον οποίο μπορούσες να κάνεις διάφορες προσθήκες, ειδικά αν είχες μητέρα ή γιαγιά που έπλεκαν με το βελονάκι.

 

Τα κορίτσια μπορούσαν να τις συνδυάσουν με τα παπούτσια της επιλογής τους, συνοδευόμενες, όμως, πάντα με το λευκό σοσονάκι ή τη λευκή κάλτσα μέχρι το γόνατο, που μπορεί να είχε διάφορα σχεδιάκια στο πλάι.

Πάντως, για να τα λέμε όλα, ακόμη και με τη σχολική ποδιά μπορούσες να διακρίνεις την οικονομική ανισότητα, ίσως όχι με την ίδια ένταση, όπως μετά την κατάργησή της. Κι αυτό διότι υπήρχαν λογιών λογιών ποδιές. Υπήρχαν οι απλές που φτιάχνοντας στις βιοτεχνίες και κόστιζαν από 400 δραχμές έως 700 δραχμές και υπήρχαν και οι περίφημες ποδιές του σχεδιαστή Τσεκλένη που η τιμή τους ήταν αρκετά τσουχτερή.

Επίσης, οι τιμές ήταν διαφορετικές ανά σχολικές βαθμίδες. Για παράδειγμα, του νηπιαγωγείου ξεκινούσαν από 395 δραχμές περίπου, του δημοτικού έφταναν μέχρι τις 1000 δραχμές (αν ήταν Τσεκλένη για παράδειγμα), ενώ οι απλές του Γυμνασίου ήταν περίπου στις 750 δραχμές.

Αν έχεις προλάβει την ποδιά στο σχολείο, η ανάμνησή της σου φέρνει μία μελαγχολική νοσταλγία. Είναι τα χρόνια της αθωότητας, τα χρόνια της «επανάστασης» που ένιωσες ότι έκανες κι εσύ με την κατάργησή της, είναι κυρίως τα σχολικά μας χρόνια, που πέρασαν και αυτά στην ιστορία και πήγαν και συνάντησαν στο μπαούλο με τη ναφθαλίνη την ξεθωριασμένη μπλε ποδιά.

Αν η κατάργησή της ήταν σωστή ως απόφαση ή όχι. Και αν κατάφερε το σκοπό της να αναπτύξει την προσωπικότητα του παιδιού, είναι κάτι που σηκώνει μπόλικη κουβέντα. Γιατί σε κάθε ναι μεν, υπάρχει κι ένα αλλά…

Πηγή: newsbeast.gr