Γιώργος Μπάτης: O πρώτος μουσικός του ρεμπέτικου
Το πραγματικό του όνομα ήταν Γιώργος Τσωρός.
Από τους σημαντικότερους ρεμπέτες της προπολεμικής εποχής, γνωστός και ως Γιώργος Αμπάτης. Γεννήθηκε το 1885 στα Παλαιά Λουτρά Μεθάνων και σε ηλικία 8 ετών μετακόμισε στον Πειραιά. Έμαθε μπαγλαμά στις στρατιωτικές φυλακές, όπου τον έκλειναν τακτικά γιατί λιποτακτούσε. Από το 1915 έπαιζε μπαγλαμά και τραγουδούσε στους τεκέδες και τα ταβερνάκια του Πειραιά. Εργάστηκε σε πολλά επαγγέλματα ανάμεσα τος οδοντοτεχνίτης, πωλητής, ενεχυροδανειστής.
Η αγάπη για το μπουζούκι και η συνάντηση με τον Βαμβακάρη
Το 1925 άνοιξε το πρώτο του χοροδιδασκαλείο «Κάρμεν» στη Δραπετσώνα, στο ισόγειο του σπιτιού του. Στο χώρο αυτό, που διαφημιζόταν με ταμπέλα και φειγ βολάν, διδάσκονταν «Νότες, μπουζούκι, μπαγλαμάς, ευρωπαϊκοί χοροί, ταγκό, ζεϊμπέκικο, τσιφτετέλι κλπ.» ενώ ταυτόχρονα ήταν στέκι για χρήση χασίς (δεν είχε νομοθετηθεί ακόμα η απαγόρευση της κατοχής, χρήσης και καλλιέργειας της ινδικής κάνναβης).
Το 1931 ένα καφενείο – τεκέ, το «Ζώρζ Μπατέ», στα Λεμονάδικα του Καραϊσκάκη (Ακτή Τζελέπη), όπου σύχναζαν όλοι οι μάγκες της εποχής. Έξι χρόνια αργότερα, του το έκλεισαν και αναγκάστηκε να κάνει άλλο στο Γιουσουρούμ του Πειραιά, όπου συνέχισε να διδάσκει το μπουζούκι.
Το 1934, μαζί με τον Μάρκο Βαμβακάρη, τον Ανέστη Δελιά και τον Στράτο Παγιουμτζή, σχημάτισε το πρώτο ρεμπέτικο συγκρότημα και εμφανίστηκε στην «Ανάσταση» του Πειραιά, στο μαγαζί του Κωνσταντόπουλου (2 μπουζούκια, μπαγλαμάς και τραγούδι). Ήταν η «Τετράς η ξακουστή του Πειραιώς», όπως την ονόμασε ο ίδιος.
Το Κουτσαβάκι
Είχε πολύ έντονη την αίσθηση του χιούμορ και οι πλάκες του άφηναν εποχή. Ντυνόταν πάντοτε στην «πέννα», στο κλασσικό στυλ του «παλιόμαγκα», με μαύρο κουστούμι, άσπρο πουκάμισο, παπιγιόν, σκληρό καπέλο και κρατούσε μπαστουνάκι. Φορούσε στιβάλια μυτερά και ψηλοτάκουνα, χαρακτηριστικά παπούτσια των «Κουτσαβάκηδων».
Τα 17 τραγούδια σε γραμμόφωνο
Αν και ηχογράφησε μόνο 17 τραγούδια σε δίσκους γραμμοφώνου, υπήρξε ένας από τους θεμελιωτές του κλασικού πειραιώτικου ρεμπέτικου τραγουδιού. Οι σημαντικότερες επιτυχίες του: «Ο τεκές του Μπάτη», «Ο Ωρωπός», «Από κάτω απ’ το ραδίκι», «Βάρκα μου μπογιατισμένη», «Η Παπαδιά», «Ο Θερμαστης», «Κάτω στην Άγια Μαρίνα», «Ατσιγγάνα με φωνάζουν», «Εφουμέρναμε χασίσι», «Ο γαλατάς», «Η Αλεξάνδρα», «Γιαχνί σοκάκι», «Κάτω στο γυαλό στην άμμο», «Φωνογραφητζήδες», «Βλέπω τέσσεροι παρέα», «Στρατώνα», «Καμηλιέρικο», «Ζεϊμπεκάνο Σπανιόλο» («Ζούλα σε μια βάρκα μπήκα»), «Ο Mπουφετζής», «Σού ‘χει λάχει», «Μάγκες καραβοτσακισμένοι», «Το μπαρμπεράκι», «Γυφτοπούλα στο χαμάμ» κ.ά.
Το ρεμπέτικο τραγούδι και τα 5 μπουζούκια
Ο Γιώργος Μπάτης αγαπούσε τα παλιά λαϊκά και ρεμπέτικα όργανα. Στο σπίτι του διατηρούσε μια συλλογή από πέντε μπουζούκια, δυο μπαγλαμάδες, ένα μισομπούζουκο, μια κιθάρα και μια ρομβία – λατέρνα.
Στη δεκαετία του ’50 ο Μπάτης άνοιξε άλλο ένα καφέ-ουζερί, με ζωντανή μουσική στην οδό Αλιπέδου, στον Πειραιά. Όπου έπαιζαν ο ίδιος, ο γιός του Θανάσης Τσορός (πέθανε πριν τον Μπάτη), ο Χρηστάκης και ο κιθαρίστας Νίκος Ξαγοράκης. Εκείνη την εποχή τον εντόπισε ο Αλέκος Σακελλάριος και του έδωσε έναν ρόλο στην ταινία του «οι παπατζήδες» όπου υποδύεται «τον έχοντα το γενικό πρόσταγμα σε αυτοσχέδια μπαρμπουτιέρα», μαζί με τον Ν. Σταυρίδη και τον Πέτρο Γιαννακό.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τριγύριζε στα γνωστά του στέκια, ταβέρνες και καφενεία του Πειραιά, παίζοντας στις παρέες τραγούδια από το ένδοξο παρελθόν του. Πέθανε στις 10 Μαρτίου 1967 και κηδεύτηκε -σύμφωνα με την επιθυμία του- παρέα με τον αγαπημένο του μπαγλαμά (έργο του Τσακιριάν).
Πηγή:in.gr