Όλοι νομίζουμε ότι ξέρουμε την Ποκαχόντας, αλλά η πραγματική της ιστορία είναι πολύ διαφορετική από τη δημοφιλή εικόνα.

Η Ποκαχόντας ήταν ένα εξαιρετικά ταλαντούχο και ζωντανό 10χρονο κορίτσι όταν ιδρύθηκε η Τζέιμσταουν το 1607. Ήταν κόρη του Μεγάλου Ποουχατάν, ο οποίος κυβερνούσε πολλές φυλές στο Τσέσαπικ, την περιοχή που οι Ποουχατάν αποκαλούσαν Τσενακομάκα, και την επέλεξε για έναν ειδικό ρόλο λόγω της ευφυΐας και της προσωπικότητάς της. Ο λοχαγός Τζον Σμιθ είπε ότι «η ευφυία και το πνεύμα της» την έκαναν να ξεχωρίζει.

Ο Σμιθ συνάντησε για πρώτη φορά την Ποκαχόντας όταν συνελήφθη λίγες εβδομάδες μετά την άφιξη των πρώτων αποίκων στην περιοχή. Τον έφεραν ενώπιον του Μεγάλου Ποουχατάν, όπου συνάντησε άνδρες με μπαστούνια έτοιμους, σκέφτηκε, να του βγάλουν το μυαλό.

Ξαφνικά η Ποκαχόντας παρενέβη και έβαλε το κεφάλι της στο δικό του. Στην Γενική Ιστορία της Βιρτζίνια, της Νέας Αγγλίας και των Summer Islands του 1624, ο Σμιθ έγραψε ότι διακινδύνευσε τη ζωή της για να σώσει τη δική του, αλλά οι σύγχρονοι μελετητές πιστεύουν ότι πιθανότατα έπαιζε ένα ρόλο σε κάποιο είδος μιας τελετής υιοθεσίας. Μετά, ο Ποουχατάν αποκαλουσε τον Σμιθ γιο του.

Το ενδιαφέρον είναι ότι ο Παουατάν επέλεξε την Ποκαχόντας, ένα κορίτσι 10 ετών, για να το κάνει αυτό.

Το παρατσούκλι της
Οι Άγγλοι έμαθαν, πολλά χρόνια αργότερα, ότι η Ποκαχόντας ήταν μόνο ένα παρατσούκλι. Το πραγματικό της όνομα, Ματοάκα, είχε κρυφτεί από φόβο ότι οι Άγγλοι θα μπορούσαν να της κάνουν κακό αν το ήξεραν.

Κατά τη διάρκεια αυτής της πρώιμης περιόδου, όταν ο Ποουχατάν έπαιρνε εργαλεία και όπλα από την αποικία σε αντάλλαγμα για τροφή που χρειαζόταν, οι άποικοι ηγέτες παρουσίασαν στον Ποουχατάν ένα νεοαφιχθέν αγόρι, τον 13χρονο Τόμας Σάβατζ, και αυτός έδωσε έναν νεαρό άνδρα ονόματι Ναμοντάκ σε αντάλλαγμα.

Τέτοιε ανταλλαγές ήταν κοινές στις σχέσεις στην περιοχή -τα αγόρια μπορούσαν να μάθουν τη γλώσσα και τα έθιμα της άλλης πλευράς και να χρησιμεύσουν ως μεσάζοντες στο μέλλον. Η Ποκαχόντας ήταν εκεί για να βοηθήσει τον Τόμας να προσαρμοστεί στη νέα του ζωή.

Αλλά σύντομα οι συνεχείς απαιτήσεις των Άγγλων για φαγητό εντάθηκαν. Η Βιρτζίνια ήταν χωμένη βαθιά στη χειρότερη ξηρασία των τελευταίων 770 ετών και τα τρόφιμα ήταν σπάνια.

Τι ακριβώς συνέβη;
Στις αρχές του 1609, ο Σμιθ ηγήθηκε μιας ομάδας για να επισκεφθεί την περιοχή των Ποουχατάν, και τα πράγματα φαίνονταν να πηγαίνουν καλά. Αλλά στη μέση της νύχτας, καθώς οι Άγγλοι κοιμόντουσαν, η Ποκαχόντας, το «αγαπημένο κόσμημα και κόρη του Μεγάλου Ποουχατάν, εκείνη τη σκοτεινή νύχτα ήρθε μέσα από το τρομακτικό δάσος» για να προειδοποιήσει τον Σμιθ για μια συνωμοσία που θα τους σκότωνε.

Ο Σμιθ προσπάθησε να την ανταμείψει με «τέτοια πράγματα που της άρεσαν», αλλά αυτή με «δάκρυα να τρέχουν στα μάγουλά της» είπε ότι αν την έβλεπαν με αγγλικά δώρα, «θα ήταν νεκρή».

Δεν μπορούμε να ξέρουμε αν ενεργούσε ξανά σύμφωνα με τις οδηγίες του πατέρα της ή αν πράγματι ρίσκαρε τη ζωή της για να τους προειδοποιήσει.

Ο Ποουχατάν μετέφερε την πρωτεύουσά του πιο δυτικά σε μια τοποθεσία, πολύ πιο δύσκολη για τους Άγγλους, και η Ποκαχόντας σταμάτησε να επισκέπτεται το φρούριο. Ο Τόμας Σάβατζ μετακόμισε με τους Ποουχατάν, και σύντομα προστέθηκε ένα άλλο αγόρι, ο 14χρονος Χένρι Σπέλμαν. Όλα άλλαξαν όσο βρίσκονταν στην Οραπάξ, τη νέα πρωτεύουσα του Ποουχατάν.

Ο Μεγάλος Ποουχατάν αποφάσισε ότι ήταν καιρός για την Ποκαχόντας να μπει στην ενήλικη ζωή, έτσι παντρεύτηκε έναν άντρα ονόματι Κοκούμ. Και έστειλε τον Τόμας πίσω στην Τζέιμσταουν, διακόπτοντας τους τελευταίους του δεσμούς με την αποικία.

Όλα άλλαξαν στη συνέχεια
Μετά την αναχώρηση του Σμιθ τα πράγματα χειροτέρεψαν με τις επιθέσεις των Ποουχατάν να επιδεινώνονται και τους περισσότερους αποίκους να πεθαίνουν το χειμώνα του 1609-10. Η Τζέιμσταουν επρόκειτο να εγκαταλειφθεί, μέχρι που ο Βαρόνος Ντε Λα Βαρ έφτασε στην περιοχή τον Ιούνιο του 1610 με εφόδια και ξανάχτισε την αποικία -έκτοτε η περιοχή ονομάστηκε Delaware. Μαζί του ήρθε και ο Τζον Ρολφ, ο οποίος δύο χρόνια αργότερα καλλιέργησε την πρώτη φυτεία καπνού στην αποικία, συστήνοντας μια επιτυχημένη πηγή βιοπορισμού η οποία θα είχε στην πορεία πολύ μεγάλη σημασία για τη Βιρτζίνια, ακόμα και μέχρι σήμερα.

Την άνοιξη του 1613, ο Άγγλος καπετάνιος Σάμιουελ Άργκαλ κράτησε όμηρο την Ποκαχόντας για να διαπραγματευτεί μια μόνιμη ειρήνη με τον πατέρα της. Την έφερε στην Τζέιμσταουν και την έθεσε υπό την κηδεμονία του Σερ Τόμας Γκέιτς, του στρατάρχη της Βιρτζίνια. Ο Γκέις συμπεριφέρθηκε στην Ποκαχόντας σαν να ήταν τιμώμενη καλεσμένη του και όχι αιχμάλωτη, ενθαρρύνοντάς την να μάθει τη γλώσσα και τα αγγλικά ήθη και έθιμα. Λίγο αργότερα η Ινδιάνα πριγκίπισσα ασπάστηκε τον Χριστιανισμό και βαφτίστηκε Λαίδη Ρεβέκκα. Οι Ποουχατάν τελικά συμφώνησαν στους όρους για την απελευθέρωσή της, μέχρι τότε όμως η Ποκαχόντας είχε ήδη ερωτευτεί τον Τζον Ρολφ (τον άλλον Τζον, που εμφανίστηκε στη συνέχεια, με τον καπνό).

Στις 5 Απριλίου του 1614, η Ποκαχόντας και ο Ρολφ παντρεύτηκαν με τις ευλογίες του Μεγάλου Αρχηγού και του Κυβερνήτη της Βιρτζίνια.

Το ξαφνικό τέλος
Ο γάμος τους έφερε μόνιμη ειρήνη ανάμεσα στους Άγγλους αποικιοκράτες και τους Ποουχατάν και το 1615 η Ποκαχόντας έφερε στον κόσμο το πρώτο τους παιδί, τον μικρό Τόμας. Το 1616 το ζευγάρι επέστρεψε στην Αγγλία, όπου και η Ινδιάνα Πριγκίπισσα, όπως την αποκαλούσαν, έγινε ιδιαίτερα δημοφιλής στους κύκλους της ανώτερης βρετανικής κοινωνικής τάξης και παρουσιάστηκε στην αυλή του Βασιλιά Τζέιμς του Πρώτου. Τον Μάρτιο του 1617 Ποκαχόντας και Ρολφ ετοιμάζονταν να γυρίσουν στη Βιρτζίνια, μια μέρα πριν το ταξίδι τους όμως η Ποκαχόντας πέθανε, πιθανότατα από ευλογιά. Θάφτηκε στην εκκλησία της ενορίας του Αγίου Γεωργίου στο Gravesend της Αγγλίας.

Παρά τη σύντομη ζωή της, η Ποκαχόντας ήταν μια σημαντική φιγούρα στις αρχές της Αγγλικής αποικιοκρατίας στην Αμερική. Και ήταν η ευφυΐα και η προθυμία της να πάρει ρίσκα που την έκανε να ξεχωρίσει. Προσαρμόστηκε σε τόσες πολλές δύσκολες καταστάσεις, σε έναν κόσμο τόσο διαφορετικό από αυτόν στον οποίο μεγάλωσε, και πάντα έβρισκε έναν τρόπο να πετύχει.

Δείτε το βίντεο

 

 

 

Πηγή:in.gr