Κακοκαιρία: Τι ισχύει με το ημερομίσθιο όσων δεν καταφέρουν να πάνε στην εργασία τους
Μια σειρά από υποχρεώσεις και δικαιώματα ισχύουν τόσο για εργοδότες όσο και εργαζόμενους τις ημέρες της κακοκαιρίας. Έτσι, σήμερα λόγω της κακοκαιρίας «Μήδεια» όσοι εργαζόμενοι δεν καταφέρουν να προσέλθουν στην εργασία τους όχι λόγω δικής τους υπαιτιότητας, αλλά εξαιτίας σπουδαίου λόγου που οφείλεται σε αδυναμία μετακίνησής τους, λόγω της χιονόπτωσης και των συνεπειών της, τότε θα λάβουν κανονικά το ημερομίσθιο τους.
Επίσης, ομάδες με υψηλό κίνδυνο όπως καρδιοπαθείς θα πρέπει να απέχουν από την εργασία τους. Σύμφωνα με τα όσα ισχύουν με βάση την νομοθεσία οι εργοδότες θα πρέπει να λαμβάνουν τα κατάλληλα κατά περίπτωση τεχνικά και οργανωτικά μέτρα, ανάλογα με τις υπάρχουσες ανάγκες και δυνατότητες, για την μείωση της έκθεσης των εργαζομένων σε κίνδυνο λόγω των ακραίων καιρικών φαινομένων και να τους παρέχουν τις κατάλληλες οδηγίες.
Επίσης, οι εργαζόμενοι που δεν θα καταφέρουν να προσέλθουν στην εργασία τους όχι λόγω δικής τους υπαιτιότητας, αλλά εξαιτίας σπουδαίου λόγου που οφείλεται σε αδυναμία μετακίνησής τους λόγω της χιονόπτωσης και των συνεπειών της δικαιούνται κανονικά της αποδοχές τους για την ημέρα ή τις ημέρες αυτές της κακοκαιρίας, αρκεί να έχει προηγηθεί τουλάχιστον δεκαήμερη πραγματική εργασία στον εργοδότη τους.
Τυχόν διακοπή των συγκοινωνιών και επικινδυνότητα όλων των δρόμων, και όχι μόνο των κεντρικών οδικών αρτηριών, εξαιτίας της σφοδρής χιονόπτωσης και του παγετού που ακολουθεί, αλλά και της χαμηλής ορατότητας σε πολλές περιπτώσεις, αποτελούν τυπική περίπτωση σπουδαίου λόγου, που δικαιολογεί, σύμφωνα με την καλή πίστη, τη μη παροχή της εργασίας.
Εφόσον υπάρχουν οι παραπάνω προϋποθέσεις, το δικαίωμα στις αποδοχές της ημέρας κακοκαιρίας θεμελιώνεται όταν η επιχείρηση λειτούργησε κανονικά και ο εργαζόμενος δεν κατόρθωσε, παρά την καταβληθείσα από μέρους του προσπάθεια, να μεταβεί στην εργασία του.
Επίσης, το δικαίωμα αυτό διατηρείται και όταν η επιχείρηση δεν λειτούργησε κανονικά επειδή ο εργοδότης διέκοψε τη λειτουργία της χωρίς να λάβει τα απαιτούμενα «μέτρα άκρας επιμέλειας και σύνεσης». Ως εκ τούτου, ο εργαζόμενος που δεν κατόρθωσε να μεταβεί στην επιχείρηση, της οποίας τη λειτουργία διέκοψε ο εργοδότης την ημέρα της κακοκαιρίας λόγω της εκτίμησής του πχ ότι δεν θα υπάρξει επαρκής πελατεία ή (και) προσέλευση των εργαζομένων, δικαιούται κανονικά τις αποδοχές της ημέρας αυτής.
Αντίθετα, στην επιχείρηση που λόγω της ασυνήθους σε ένταση χιονόπτωσης είναι κατ’ αντικειμενική κρίση αδύνατο να λειτουργήσει, τα μέρη απαλλάσσονται αμοιβαία από τις υποχρεώσεις τους σε ό,τι αφορά την παροχή εργασίας κατά την ημέρα που παρέμεινε κλειστή.
Σημειώνεται ότι την ημέρα κατά την οποία ο εργαζόμενος δεν κατορθώσει να μεταβεί στην εργασία του λόγω ακραίων καιρικών συνθηκών, δεν μπορεί να χρεωθεί μονομερώς από τον εργοδότη στον μισθωτό ως ημέρα κανονικής άδειας.
Παράλληλα, οι χώροι εργασίας σε όλη τη διάρκεια του ωραρίου εργασίας πρέπει να έχουν θερμοκρασία ανάλογη με τη φύση της εργασίας και τη σωματική προσπάθεια που απαιτείται για την εκτέλεσή της, λαμβανομένων υπόψη και των κλιματολογικών συνθηκών των εποχών του έτους.
Για ειδικές περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα οι διανομείς φαγητού ή αλληλογραφίας, οι εργοδότες καλούνται να χορηγούν στους εργαζόμενους εξοπλισμό ατομικής προστασίας από το ψύχος. Για τις εγκύους και γαλουχούσες εργαζόμενες για κάθε δραστηριότητα που ενδέχεται να εγκλείει συγκεκριμένο κίνδυνο έκθεσής τους σε ακραίες συνθήκες καταπόνησης λόγω ψύχους, πρέπει να αξιολογείται ο κίνδυνος για την ασφάλεια ή την υγεία τους, καθώς και κάθε επίπτωση στην εγκυμοσύνη ή γαλουχία, και να καθορίζονται τα ληπτέα μέτρα.
Ακόμη, απαγορεύεται η απασχόληση ανηλίκων εργαζομένων σε εργασίες κατά τις οποίες ο νέος εκτίθεται σε δυσμενείς καιρικές συνθήκες κατά την εκτέλεση υπαίθριων εργασιών καθώς και ότι επιβάλλεται η λήψη των απαραίτητων μέτρων πρόληψης και προστασίας στην περίπτωση απασχόλησης εργαζομένων που ανήκουν στις ομάδες υψηλού κινδύνου (όπως π.χ. καρδιοπαθείς).
Σύμφωνα με τη ΓΣΕΕ οι ομάδες με υψηλό κίνδυνο για την υγεία τους απέχουν από την εργασία σε συνθήκες ψύχους είναι οι καρδιοπαθείς, οι πνευμονοπαθείς, οι πάσχοντες από χρόνια νοσήματα (πχ σακχαρώδης διαβήτης, χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, διαταραχές αρτηριακής πίεσης κοκ), οι λαμβάνοντες συγκεκριμένα φάρμακα (πχ ινσουλίνη, αντιδιαβητικά, διουρητικά, αντιχολιεργικά κοκ), οι γυναίκες κατά την κύηση.
Η ένταξη των εργαζομένων στις παραπάνω ομάδες γίνεται από τον Ιατρό Εργασίας της επιχείρησης ή (στις λίγες περιπτώσεις που δεν προβλέπεται η απασχόληση Ιατρού Εργασίας) με ιατρική βεβαίωση που προσκομίζει ο ίδιος ο εργαζόμενος.
Τεχνικά και οργανωτικά μέτρα
Οι χώροι εργασίας σε όλη τη διάρκεια του ωραρίου εργασίας πρέπει να έχουν θερμοκρασία ανάλογη με τη φύση της εργασίας και τη σωματική προσπάθεια που απαιτείται για την εκτέλεσή της, λαμβανομένων πάντα υπόψη και των κλιματολογικών συνθηκών των εποχών του έτους.
Εφόσον οι εργαζόμενοι απασχολούνται σε εξωτερικές θέσεις εργασίας, αυτές πρέπει να διευθετούνται κατά τέτοιο τρόπο ώστε οι εργαζόμενοι να προστατεύονται από τις ατμοσφαιρικές επιδράσεις (δυσμενείς καιρικές συνθήκες) και να μην κινδυνεύουν να γλιστρήσουν ή να πέσουν.
Να χορηγείται στους εργαζόμενους, στις περιπτώσεις που αυτό απαιτείται, εξοπλισμός ατομικής προστασίας για προστασία από το ψύχος. Ως εξοπλισμός ατομικής προστασίας νοείται κάθε εξοπλισμός τον οποίο ο εργαζόμενος πρέπει να φορά ή να φέρει κατά την εργασία, για να προστατεύεται από ένα ή περισσότερους κινδύνους για την ασφάλεια και την υγεία του, καθώς και κάθε συμπλήρωμα ή εξάρτημα του εξοπλισμού που εξυπηρετεί αυτό το σκοπό.
Η οργάνωση και ο ρυθμός εργασίας δεν πρέπει να θέτουν σε κίνδυνο την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων.
Πηγή: dikaiologitika.gr