Κορονοϊός και καλοκαίρι: Ποιος θα βγει… νικητής – Πώς θα επιδράσει η άνοδος της θερμοκρασίας
Οι επιστήμονες διερευνούν συστηματικά το τελευταίο διάστημα, εάν η αύξηση της θερμοκρασίας και της υγρασίας το καλοκαίρι, αναμένεται ή όχι, να περιορίσει την επέκταση του κορωνοϊού.
Με τον πρώτο μίνι καύσωνα να βρίσκεται προ των πυλών στη χώρα μας, το ερώτημα εάν η άνοδος της θερμοκρασίας θα επηρεάσει αρνητικά τη διάδοση του κορωνοϊού επανέρχεται πιο επίκαιρο. Γιατί δεν υπάρχουν μέχρι σήμερα διαθέσιμες μελέτες, που να επιβεβαιώνουν ή να διαψεύδουν την πιθανότητα;
Οι ερευνητές έχουν επιχειρήσει να εξετάσουν το φαινόμενο της συσχέτισης της θερμοκρασίας και υγρασίας με τη δράση του κορωνοϊού SARS-CoV-2, σε λίγες και μικρής έκτασης μελέτες. Αυτό συμβαίνει γιατί οι πραγματικές συνθήκες κάτω από τις οποίες ο ιός προσβάλλει τους ανθρώπους, είναι πολύ δύσκολο να αναπαραχθούν στο εργαστήριο. Κι αν τα επίπεδα της θερμοκρασίας ελέγχονται πιο εύκολα, τα επίπεδα της υγρασίας είναι αστάθμητος παράγοντας στις έρευνες αυτές
Ακόμη, και στην περίπτωση της μελέτης της δράσης του ιού σε πραγματικές συνθήκες περιβάλλοντος, τα στοιχεία που προκύπτουν είναι ασαφή. Η θερμοκρασία και η υγρασία μπορεί να διαφέρουν αρκετά στην κάθε περιοχή του πλανήτη, ενώ κάποια στελέχη του ιού μεταλλάσσονται ανάλογα με το περιβάλλον. Δηλαδή, καταφέρνουν να επιβιώσουν και να ευδοκιμήσουν σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές, αλλά και κλιματολογικές συνθήκες.
Κι ενώ οι ιογενείς ασθένειες γενικά φαίνεται να υποχωρούν κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, με τον νέο κορωνοϊό αυτό δεν φαίνεται να αποτελεί κανόνα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα χώρες, όπως η Αυστραλία και το Ιράν, στις οποίες η νόσος COVID-19 εξαπλώθηκε πολύ γρήγορα παρά την υψηλή θερμοκρασία και την υγρασία που επικρατούσε εκεί.
Έτσι, οι ειδικοί συνιστούν οι πολίτες να μην υποθέτουν ότι οι καλοκαιρινοί μήνες θα είναι ασφαλέστεροι για την διάδοση του κορωνοϊού. Να μην χαλαρώνουν, δηλαδή, τα μέτρα υγιεινής και αποστασιοποίησης ελπίζοντας στον “καλό καιρό”.
Τις ίδιες οδηγίες προς τους πολίτες έδωσε και ο καθηγητής παθολογίας – λοιμωξιολόγος, Σωτήρης Τσιόδρας:
“Μακάρι το καλοκαίρι να έχει θετικές επιπτώσεις στην κυκλοφορία του ιού. Η επίδραση του καλοκαιριού στον ιό, πιθανολογείται πως από μόνη της, όμως, δεν θα είναι αρκετή για τη μηδένιση των μεταδόσεων του ιού. Δεν θέλω όμως να μιλάω με πιθανότητες”, ανέφερε ο καθηγητής.
Κορωνοϊός και αύξηση της θερμοκρασίας: Περιορισμένη η αισιοδοξία από τις μελέτες
Μια νέα μελέτη από τον Καναδά και την Ελβετία παρέχει στους υπερασπιστές της θεωρίας που λέει ότι, “ο ιός θα εξαφανιστεί το καλοκαίρι” λίγη ενθάρρυνση.
Σε έρευνα που έγινε σε πολλές χώρες του κόσμου, διαπιστώθηκε ότι οι διακυμάνσεις στη θερμοκρασία και την υγρασία δεν επηρέαζαν την εξάπλωση της πανδημίας. Σημαντικό ανάχωμα για τον ιό, ήταν μόνο τα μέτρα δημόσιας υγείας, η κοινωνική απόσταση και το κλείσιμο των σχολείων.
Μέτρια μείωση του περιορισμού της νόσου COVID-19 καταγράφηκε σε κάποιες άλλες μελέτες που έγιναν σε περιοχές με θερμό κλίμα. Στα συμπεράσματα τους οι επιστήμονες τόνισαν τη σημασία των μέτρων και των παρεμβάσεων δημόσιας υγείας.
Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, μεγάλο ρόλο στην εξάπλωση του κορωνοϊού -ανεξαρτήτως κλιματολογικών συνθηκών- διαδραματίζει το γεγονός ότι ο παγκόσμιος πληθυσμός δεν έχει ανοσία. Άρα, όσο οι λαοί δεν έχουν “αντιστάσεις” απέναντι στον νέο ιό, αυτός δεν χρειάζεται ευνοϊκές συνθήκες για να επεκταθεί.
Τι αποδείχθηκε στις μελέτες που έχουν γίνει μέχρι σήμερα
Η μεγαλύτερη έρευνα που έχει γίνει μέχρι σήμερα, συμπεριέλαβε 144 χώρες και γεωγραφικές περιοχές σε όλο τον κόσμο, στις οποίες μελετήθηκαν οι κλιματολογικές συνθήκες και η επίδρασή τους στην εξάπλωση του κορωνοϊού. Η μελέτη συμπεριέλαβε χώρες από τον Καναδά, έως και τροπικές χώρες.
Από τις 7 έως 13 Μαρτίου έγινε η πρώτη καταγραφή της θερμοκρασίας, της υγρασίας και της κατάστασης της υγείας, στους πληθυσμούς των χωρών αυτών. Στη συνέχεια στις ίδιες χώρες, οι επιστήμονες παρακολούθησαν πως εξελίχθηκε η εξάπλωση του κορωνοϊού κατά την επόμενη χρονική περίοδο, δηλαδή, μεταξύ 21 και 27 Μαρτίου. Αφού μεσολάβησε μια περίοδος επώασης του ιού, 14 ημερών.
Η μελέτη παρατήρησε ότι δεν υπήρξε καμία επίδραση από τη θερμοκρασία, ενώ η υγρασία που φάνηκε ότι είχε κάποια συσχέτιση, αποδείχθηκε κάπως αδύναμη. Πολύ πιο σημαντική -ως προς τον περιορισμό της νόσου- αποδείχθηκε η παρέμβαση με τα μέτρα που είχαν ληφθεί την ίδια χρονική περίοδο, δηλαδή, το κλείσιμο των σχολείων, η κοινωνική απόσταση και ο περιορισμός των μεγάλων συγκεντρώσεων.
Οι ερευνητές έγραψαν στα συμπεράσματα της έρευνάς τους, η οποία δημοσιεύθηκε την περασμένη Πέμπτη στο Canadian Medical Association Journal, ότι μόνο οι παρεμβάσεις και τα μέτρα της δημόσιας υγείας συνδέονται σταθερά με μείωση στην επίπτωση της πανδημίας. Επίσης, συμπέραναν ότι όσο περισσότερες είναι οι παρεμβάσεις, τόσο μεγαλύτερη είναι η μείωση στην εξάπλωση του ιού.
Τι έχουν δείξει οι μελέτες για την υγρασία
Άλλοι ερευνητές από το Ινστιτούτο Τεχνολογίας (MIT) της Μασαχουσέτης διαπίστωσαν ότι η υγρασία φάνηκε να επιβραδύνει περισσότερο την εξάπλωση του κορωνοϊού, απ’ ότι το ηλικακό φως. Ωστόσο, επισήμαναν ότι η μελέτη τους δεν διεξήχθη σε βάθος χρόνου, ενώ τόνισαν επίσης ότι τα μέτρα δημόσιας υγείας είναι πιο σημαντικά.
Ο καθηγητής Mark C. Urban, από το Πανεπιστήμιο του Κονέκτικατ, διαπίστωσε ότι ο καλοκαιρινός καιρός, συμπεριλαμβανομένης της υπεριώδους ακτινοβολίας, είχε κάποια επίδραση στον ιό και την εξάπλωσή του , αλλά και αυτός τόνισε, επίσης, ότι τα μέτρα περιορισμού και αποστασιοποίησης έχουν μακράν πιο σημαντικό αποτέλεσμα.
Μια ακόμη μικρή μελέτη από το National Academies of Sciences, Engineering and Medicine των ΗΠΑ, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι καλοκαιρινές θερμοκρασίες δεν είναι πολύ πιθανόν να επιβραδύνουν σημαντικά τον ιό.
Σε όλες τις παραπάνω μελέτες τονίζεται από τους ερευνητές η αβεβαιότητα και οι περιορισμοί στα ευρήματα τους. Κοινός παρανομαστής είναι, επίσης, η παραδοχή της υπεροχής των μέτρων δημόσιας Υγείας.
“Θα περιμένουμε και θα δούμε. Απλά όλα αυτή τη στιγμή εξαρτώνται από τη συμπεριφορά μας και η πορεία της επιδημίας στη χώρα μας θα εξαρτηθεί από την εθελούσια συμμόρφωση με βασικούς κανόνες υγιεινής στην καθημερινή πράξη. Αυτούς που ήδη οι περισσότεροι από εμάς, και εύχομαι να είναι όλοι, εφαρμόζουμε”, τόνισε, επίσης, και ο καθηγητής Σωτήρης Τσιόδρας.
Πηγή: iatropedia.gr