Ντόμινο αντιδράσεων με καταβαράθρωση της λίρας και δυσοίωνες προβλέψεις – Άρον άρον ο Τούρκος ΥΠΟΙΚ διέψευσε σενάρια για capital controls – Στριμωγμένος ανάμεσα σε οικονομία και διεθνείς σχέσεις ο Ερντογάν.

Στο ναδίρ έχει πέσει η αξιοπιστία της τουρκικής οικονομίας με αποκορύφωμα την σημερινή διακοπή συναλλαγών στο Χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης μετά και την πτώση του κύριου δείκτη του, που ακολούθησε την καταβαράθρωση της τουρκικής λίρας. Οι πιέσεις ήταν τέτοιες που οδήγησαν και σε δεύτερη διακοπή.

Οι συναλλαγές ανεστάλησαν για πρώτη φορά για 35 λεπτά για να επαναληφθούν στις 09.30 ώρα Ελλάδας, αφού ο γενικός δείκτης είχε σημειώσει πτώση 6,65%, καθώς ενεργοποιήθηκε μηχανισμός που προβλέπει τέτοιου είδους διακοπή σε περιπτώσεις ισχυρών διακυμάνσεων των τιμών των μετοχών. Ωστόσο οι συναλλαγές αποκαταστάθηκαν μόνο για 8 λεπτά, πριν διακοπούν για δεύτερη φορά στις 09.38 ώρα Ελλάδας, ύστερα από νέα πτώση του γενικού δείκτη κατά 7%.

Στις 10:30 ο BIST 100 κατέγραφε απώλειες 9,14%. Οι τράπεζες βρίσκονται στο επίκεντρο των ρευστοποιήσεων με τον δείκτη τους να υποχωρεί σχεδόν 10%, ενώ η τουρκική λίρα το πρωί σημείωσε πτώση 14,8%.

Οι εξελίξεις αυτές έρχονται μετά την αιφνίδια απόφαση του Ταγίπ Ερντογάν, να καρατομήσει τον διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας μόλις τέσσερις μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του. Και μπορεί ο Τούρκος πρόεδρος να είχε υποσχεθεί τον περασμένο Νοέμβριο μία οικονομική πολιτική φιλική προς τις αγορές, η αποπομπή του Νατζί Αγμπάλ, ωστόσο, προκάλεσε ντόμινο εξελίξεων στις αγορές.

Χαρακτηριστική είναι η αναφορά της Société Générale η οποία καλούσε τους επενδυτές να αποχωρήσουν όσο προλαβαίνουν από μακροπρόθεσμες επενδύσεις τους. «Συνιστούμε να αποχωρήσετε από οποιεσδήποτε μακροπρόθεσμες θέσεις στα τουρκικά περιουσιακά στοιχεία, λαμβάνοντας υπόψη τη βαθιά αλλαγή στη χάραξη πολιτικής και την πιθανή οικονομική αναταραχή που θα ακολουθήσει. Το short trade που είχαμε στην ισοτιμία ευρώ – τουρκικής λίρας χτύπησε stop loss και κλείσαμε εντελώς τις θέσεις μας», ανέφερε.

Αλλά και η Deutsche Bank όπως δημοσιεύει στο Twitter η δημοσιογράφος του Reuters, Divya Chowdhury σημειώνει πως οι προβλέψεις της για τον πληθωρισμό στην Τουρκία και τα επιτόκια θα πρέπει να αναθεωρηθούν μετά τις τελευταίες εξελίξεις που έρχονται σε συνέχεια της περσινής κρίσης.

Την ίδια ώρα, ο Τούρκος υπουργός Οικονομικών, Λουτφί Ελβάν, σε μία προσπάθεια να καθησυχάσει τους επενδυτές αλλά και την εγχώρια αγορά με επίσημη δήλωσή του επιχειρεί να διαβεβαιώσει πως δεν τίθεται ζήτημα capital controls μετά την πτώση της λίρας.

«Η Τουρκία θα συνεχίσει να παραμένει προσηλωμένη στην ελεύθερη αγορά και σε ένα φιλελεύθερο καθεστώς συναλλάγματος. […] Η κυβέρνηση θα συνεχίσει να δίνει προτεραιότητα στη σταθερότητα των τιμών και οι δημοσιονομικές πολιτικές θα στηρίξουν τη νομισματική αρχή στις προσπάθειές της να συγκρατήσει τον πληθωρισμό», είπε.

Τέσσερις κεντρικοί τραπεζίτες σε 20 μήνες

Αξίζει να σημειωθεί πως τους τελευταίους 20 μήνες αυτή είναι η τέταρτη αλλαγή προέδρου της ανεξάρτητης Κεντρικής Τράπεζας της Τουρκίας κι όλες έχουν την υπογραφή του Ερντογάν.

Ο Νατζί Αγμπάλ καρατομήθηκε σε μία επίδειξη ισχύος και παρεμβατισμού από τον Τούρκο πρόεδρο την περασμένη Παρασκευή δύο ημέρες μετά την αύξηση κατά 2% του βασικού κατευθυντηρίου επιτοκίου του κεντρικού πιστωτικού ιδρύματος της Τουρκίας, στο 19%. Η κεντρική τράπεζα εξήγησε ότι η κίνηση είχε σκοπό να φρενάρει τον πληθωρισμό, που αυξήθηκε με ετήσιο ρυθμό 15,6% τον Φεβρουάριο. Το μέτρο έτυχε θετικής υποδοχής στις αγορές.

Ο πρόεδρος Ερντογάν, όμως, είχε διαφορετική άποψη. Όντας θιασώτης της ταχείας οικονομικής ανάπτυξης με υποστήριξη από τις τράπεζες, εναντιώνεται πάγια στα υψηλά επιτόκια, καθώς θεωρεί, αψηφώντας τις κλασικές οικονομικές θεωρίες, ότι επιδεινώνουν τον πληθωρισμό.

Ο Καβτσίογλου (που αντικατέστησε τον Αγμπάλ) έχει ενστερνισθεί τις ανορθόδοξες απόψεις του Ερντογάν, γράφοντας σε στήλη εφημερίδας την περασμένη εβδομάδα ότι τα υψηλά επιτόκια «προκαλούν έμμεσα την αύξηση του πληθωρισμού». Στην τηλεδιάσκεψη με τους Τούρκους τραπεζίτες, ο Καβτσίογλου δήλωσε ότι η όποια αλλαγή πολιτικής θα εξαρτηθεί από τη μείωση του πληθωρισμού, ο οποίος, όπως είπε, είναι ο βασικός στόχος.