Το έργο «Roman Caritas» (Ρωμαϊκή Ευσπλαχνία) υπολογίζεται στα δύο εκατομμύρια ευρώ και επρόκειτο να πουληθεί μέσω του οίκου δημοπρασιών Dorhoteum στη Βιέννη

Την πιθανή παράνομη πώληση ενός πίνακα του 17ου αιώνα της ζωγράφου Αρτεμίζια Τζεντιλέσκι, από οίκο δημοπρασιών στη Βιέννη, απέτρεψε η ιταλική αστυνομία.

Η διεύθυνση της ιταλικής αστυνομίας για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς ανακοίνωσε ότι οι έμποροι φέρεται να περιέγραψαν το έργο ως ζωγραφισμένο από οπαδό της Τζεντιλέσκι και όχι από την ίδια την καλλιτέχνη, προκειμένου να λάβουν παραπλανητικά άδεια εξαγωγής από τις ιταλικές αρχές.

Πρόκειται για πρώιμο έργο της Τζεντιλέσκι, μίας γυναίκα ζωγράφου που έγινε σύμβολο των απανταχού θαρραλέων γυναικών, επειδή κατέθεσε παρ’ ότι βασανίστηκε, εναντίον άνδρα που τη βίασε όταν ήταν 17 ετών.

 

«Ο πίνακας σχεδιαζόταν να πωληθεί σε δημοπρασία», δήλωσε ο επικεφαλής της μονάδας για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, Άλφιο Γκουλότα στην ιταλική κρατική τηλεόραση από το Μπάρι, όπου το αριστούργημα που επιστράφηκε, Caritas Romana (Ρωμαϊκή Φιλανθρωπία), παρουσιάστηκε στους δημοσιογράφους.

Οι ιταλικές αστυνομικές αρχές ανακοίνωσαν ότι υποψιάζονταν ότι οι ενδιάμεσοι, χρησιμοποιώντας έναν μεσολαβητή με έδρα την Τοσκάνη, είχαν ως στόχο να πωλήσουν τον πίνακα στο εξωτερικό και σκόπιμα δεν κατέθεσαν ιστορική τεκμηρίωση για την πραγματική προέλευση του έργου.

Η αξία του έργου «Roman Caritas» (Ρωμαϊκή Ευσπλαχνία) υπολογίζεται σε δύο εκατομμύρια ευρώ και επρόκειτο να πουληθεί μέσω του οίκου δημοπρασιών Dorhoteum στη Βιέννη, με κίνδυνο η Ιταλία να χάσει για πάντα έναν πίνακα μεγάλης ιστορικής-καλλιτεχνικής και οικονομικής αξίας.

Το έργο «Caritas romana» επέστρεψε στην Απουλία από την Αυστρία όπου είχε εξαχθεί παράνομα το 2019. Οι δύο ιδιοκτήτες του έργου κατηγορούνται για απάτη και παράνομη εξαγωγή πολιτιστικών αγαθών.

Η Ιταλίδα ζωγράφος Αρτεμίζια Τζεντιλέσκι (Artemisia Gentileschi) γεννήθηκε την 8η Ιουλίου του 1593. Η Ιταλίδα ζωγράφος του μπαρόκ, θεωρούμενη ως μία από τους καλύτερους καλλιτέχνες της εποχής της, κόρη του ζωγράφου Οράτσιο Τζεντιλέσκι, μαθήτευσε δίπλα στον πατέρα της στη Ρώμη και το 1610 παρήγαγε το πρώτο της έργο με τίτλο «Η Σωσσάννα και οι γέροντες». Το 1611 ο συνεργάτης του πατέρα της, ζωγράφος Αγκοστίνο Τάσσι βίασε την Αρτεμίζια και της υποσχέθηκε γάμο, εξασφαλίζοντας έτσι τη συνέχιση των ερωτικών τους σχέσεων. Η υπόσχεση δεν εκπληρώθηκε και, εννέα μήνες μετά τον βιασμό, ο πατέρας της κίνησε δίωξη κατά του Τάσσι.

Η δίκη εξελίχθηκε στο μεγαλύτερο σκάνδαλο της Ρώμης εκείνη την εποχή. Η Αρτεμίζια Τζεντιλέσκι από κατήγορος βρέθηκε να λογοδοτεί στο δικαστήριο σαν να ήταν αυτή κατηγορούμενη. Υποβλήθηκε σε αναγκαστική γυναικολογική εξέταση ενώπιον του δικαστηρίου, για να αποδειχθεί η ειλικρίνεια της καταγγελίας της.

Ο δικαστής είχε προτείνει έναν ακόμη τρόπο βασανισμού, ο οποίος και εφαρμόστηκε. Γύρω από τα δάχτυλά της τοποθετήθηκαν συσκευές σύνθλιψης, που τραβούσαν τα δάχτυλα δυνατά.

Σε ένα γραπτό ντοκουμέντο 400 ετών που έχει διασωθεί από τη δίκη, η Αρτεμίζια εκείνη την ώρα κοίταξε τον βιαστή της και του είπε «Αυτοί οι σφιγκτήρες είναι το δαχτυλίδι γάμου που μου υποσχέθηκες». Κατά τη διάρκεια της πολύμηνης δίκης, οι περισσότεροι μάρτυρες περιέγραφαν τη ζωγράφο ως μια φιλήσυχη και παθιασμένη με τη ζωγραφική κοπέλα.

 

 

Ο Αγκοστίνο Τάσσι, αντιθέτως, περιγράφηκε ως ένας βίαιος χαρακτήρας και μάλιστα πολλοί ήταν εκείνοι που κατέθεσαν πως είχε σκοτώσει την προηγούμενη γυναίκα του, χωρίς όμως να αποδειχθεί κάτι τέτοιο. Η αθώωση με παρέμβαση του Πάπα Παρά και τις καταθέσεις, το δικαστήριο αποφάσισε την αθώωσή του.

Ήταν κάτι αναμενόμενο, αφού ο 30χρονος ζωγράφος είχε την εύνοια του Πάπα της Ρώμης, κάτι που τον έκανε «άτρωτο» από τέτοιες υποθέσεις. Ο Πάπας δήλωσε μετά τη δίκη «Ο Τάσσι είναι ο μόνος ζωγράφος που δεν με απογοητεύει. Όλοι οι υπόλοιποι ζωγράφοι προσποιούνται πως είναι άνθρωποι με τιμή, αλλά με απογοητεύουν συχνά».

Μετά το τέλος της δίκης, η ζωγράφος ταξίδεψε στη Φλωρεντία και κατάφερε να κάνει μια καινούρια αρχή και να αφοσιωθεί στη ζωγραφική. Πολύ γρήγορα έγινε μία από τις πιο γνωστές ζωγράφους της Ευρώπης και οι πίνακές της γοήτευσαν μέχρι τους Μεδίκους και τον Κάρολο Α’ της Αγγλίας. Τα έργα της ζωγράφου είχαν γυναίκες πρωταγωνίστριες και ήταν εξαιρετικά ριζοσπαστικά για την εποχή.

 

Τα περισσότερα έργα της Αρτεμίζια Τζεντιλέσκι ήταν εμπνευσμένα από τη Βίβλο ή την αρχαία ιστορία και πρωταγωνίστριες ήταν σχεδόν πάντα γυναικείες φιγούρες. Από τα πρώτα της έργα η ζωγράφος θέλησε να υμνήσει ηρωίδες όπως την Κλεοπάτρα και την Λουκρητία. Η οπτική της ήταν αρκετά ριζοσπαστική για την εποχή, μιας και ο χώρος των Καλών Τεχνών ήταν καθαρά ανδροκρατούμενος. Μέσα από τα έργα της κατάφερε να είναι η πρώτη γυναίκα που έγινε μέλος της «Ακαδημίας Σχεδιαστικών Τεχνών» στην Ιταλία (Accademia delle Arti del Disegno).

Στο παρελθόν τα έργα της έχουν χαρακτηριστεί αυτοβιογραφικά και αρκετοί μελετητές έχουν δηλώσει πως, μετά την δίκη του Αγκοστίνο Τάσσι, τα έργα της ήταν κατά βάση αυτοπροσωπογραφίες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο διάσημος πίνακας «Η Ιουδήθ αποκεφαλίζει τον Ολοφέρνη».

Επηρεασμένη από τον Ιταλό ζωγράφο Καραβάτζιο φιλοτέχνησε αυτό το έργο για να εκδικηθεί, όπως πιστεύουν αρκετοί καλλιτέχνες, τον βιαστή της και να καταδείξει τη γυναικεία σεξουαλική κακοποίηση. Το δημοφιλές έργο της ζωγράφου ήταν μια παραλλαγή του έργου του Καραβάτζιο «Η Ιουδήθ και η υπηρέτριά της με το κεφάλι του Ολοφέρνη».

Στον πίνακα της Τζεντιλέσκι η υπηρέτρια μετατράπηκε σε μια δυνατή γυναίκα που συμμετείχε στη δολοφονία και η Ιουδήθ φέρεται να αποκεφαλίζει τον Ολοφέρνη, στο πρόσωπο του οποίου η ζωγράφος έβλεπε, μάλλον, τον βιαστή της.

 

 

Πηγή: in.gr