Μελέτη εντόπισε τις «παρθένες περιοχές» της χώρας – Ανάμεσά τους 95 τ.χλμ. στον Όλυμπο
Οι δρόμοι ενώνουν: περιοχές, ανθρώπους, δραστηριότητες. Ταυτόχρονα, όμως, μεταφέρουν ολοένα και πιο μακριά, πιο βαθιά το «αποτύπωμα» του ανθρώπου μέσα στο περιβάλλον. Κι αυτό έχει με τη σειρά του άμεσες συνέπειες στη «συνέχεια» της φύσης, στη ζωή ειδών και την υγεία οικοτόπων. Σύμφωνα με μια νέα επιστημονική μελέτη, μόλις έξι μεγάλες περιοχές –άνω των 50 τετραγωνικών χιλιομέτρων– έχουν απομείνει χωρίς δρόμους στη χώρα μας, όλες σε βουνά. Η διατήρησή τους έχει μεγάλη σημασία, επισημαίνουν οι συγγραφείς της μελέτης, καλώντας την πολιτεία να τις προστατεύσει αυστηρά.
Η πρωτότυπη αυτή μελέτη έγινε από τη μη κυβερνητική οργάνωση «Πίνδος Περιβαλλοντική» και το Εργαστήριο Διατήρησης Βιοποικιλότητας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, με χρηματοδότηση από το Πράσινο Ταμείο (τα αποτελέσματά της δημοσιεύθηκαν πρόσφατα στο επιστημονικό περιοδικό Biological Conservation). Η μελέτη θίγει το ζήτημα των αποκαλούμενων «περιοχών άνευ δρόμων» (ΠΑΔ), οι οποίες επιστημονικά ορίζονται ως εκτάσεις άνω του ενός τετραγωνικού χιλιομέτρου, που απέχουν τουλάχιστον ένα χιλιόμετρο από τον πλησιέστερο δρόμο. Με άλλα λόγια, είναι περιοχές στις οποίες δεν έχει πρόσβαση με μηχανοκίνητα μέσα ο άνθρωπος.
Προκειμένου να εντοπιστούν οι περιοχές αυτές στην Ελλάδα, η μελετητική ομάδα χρησιμοποίησε την ανοιχτή βάση δεδομένων open street map στην οποία είναι καταγεγραμμένα 367.370 χιλιόμετρα δρόμων στη χώρα μας, προσθέτοντας ακόμα 14.884 χλμ. που χαρτογραφήθηκαν για τον σκοπό της έρευνας. Οπως προκύπτει, υπάρχουν διάσπαρτες 1.115 τέτοιες περιοχές (5% της έκτασης της χώρας), εκ των οποίων οι 143 είναι εκτεταμένες, δηλαδή καταλαμβάνουν έκταση άνω των 10 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Σημειώνεται, μάλιστα, ότι δεν έχουν χαρτογραφηθεί όλοι οι δρόμοι της χώρας.
Μόνο έξι από αυτές τις περιοχές είναι πολύ μεγάλες, άνω των 50 τ. χλμ. και καταλαμβάνουν μόλις το 0,51% της έκτασης της χώρας (658,99 τ. χλμ.). Από αυτές, η μεγαλύτερη βρίσκεται στα Λευκά Ορη, στην Κρήτη: καταλαμβάνει έκταση 256 τ. χλμ., η οποία ξεκινά από το επίπεδο της θάλασσας και φθάνει σε ύψος 2.454 μ.
Οι υπόλοιπες βρίσκονται:
• Στην Τύμφη, μια έκταση 115,66 τ. χλμ., από 569 έως 2.497 μ.
• Στον Όλυμπο, μια έκταση 94,45 τ. χλμ., από 482 έως 2.918 μ.
• Στον Ταΰγετο μια έκταση 77,64 τ. χλμ., από 608 έως 2.407 μ.
• Στο Σάος στη Σαμοθράκη, μια έκταση 60,23 τ. χλμ. από το επίπεδο της θάλασσας έως ύψος 1.595 μ.
• Τέλος, στον Σμόλικα, μια έκταση 54,91 τ. χλμ., από ύψος 1.196 έως 2.637 μ.
Το παράδοξο είναι ότι οι περιοχές αυτές δεν καλύπτονται στο σύνολό τους από το δίκτυο Natura 2000. Σύμφωνα με τη μελέτη, μόνο η μισή έκταση των περιοχών χωρίς δρόμους περιλαμβάνεται σε αυτό (47,85%), ενώ στο σύνολο των περιοχών Natura της χώρας μόλις το 9% είναι χωρίς δρόμους.
Γιατί οι περιοχές χωρίς δρόμους είναι σημαντικές; «Οι δρόμοι σχετίζονται αποδεδειγμένα με τις πέντε κυριότερες αιτίες της απώλειας της βιοποικιλότητας τόσο παγκόσμια όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο: την αλλαγή της χρήσης της γης, την άμεση εκμετάλλευση των πόρων, την κλιματική αλλαγή, τη ρύπανση και τα εισβλητικά είδη», εξηγεί η επιστημονική υπεύθυνη του έργου, Βασιλική Κατή, αναπλ. καθηγήτρια στο τμήμα Βιολογικών Εφαρμογών και Τεχνολογιών στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. «Η διάνοιξη νέων δρόμων είναι μία από τις βασικότερες αιτίες της απώλειας της βιοποικιλότητας και της υποβάθμισης της λειτουργίας των οικοσυστημάτων παγκοσμίως, ιδίως όταν εισέρχονται σε φυσικά οικοσυστήματα και πρώην αδιατάρακτες περιοχές. Τα ενδιαιτήματα των ειδών συρρικνώνονται, οι πληθυσμοί απομονώνονται, η θνησιμότητα της άγριας πανίδας από προσκρούσεις σε οχήματα στο οδικό δίκτυο αυξάνεται. Παράλληλα, όλες οι οικοσυστημικές υπηρεσίες που συνδέονται με το έδαφος, όπως η αποικοδόμηση ή ο κύκλος του αζώτου χάνονται, αφού το έδαφος σφραγίζεται και μετατρέπεται σε τεχνητή γη».
Μεγάλη απειλή
Υπό τα δεδομένα αυτά, η επιστημονική κοινότητα υποστηρίζει σταθερά τα τελευταία χρόνια την αυστηρή διατήρηση των παρθένων περιοχών. «Το μήκος των δρόμων αναμένεται να αυξηθεί κατά 60% έως το 2050», λέει η Χριστίνα Κασσάρα μέλος της ερευνητικής ομάδας. «Πολλοί κορυφαίοι επιστήμονες θεωρούν τους δρόμους τη χειρότερη απειλή στον πλανήτη για την απώλεια της βιοποικιλότητας και άρα τη διαφύλαξη των περιοχών άνευ δρόμων την καίρια πολιτική για την ανάσχεση της απώλειας της βιοποικιλότητας», λέει η κ. Κατή. «Ο Ευρωπαϊκός Οδηγός για μια Ευρώπη Αποτελεσματική στη Χρήση των Πόρων έχει θέσει μια ξεκάθαρη πολιτική για τη μηδενική δέσμευση γης έως το 2050 (no net land take) υπό την έννοια της μη μετατροπής της γης σε τεχνητές επιφάνειες (σφράγιση). Επιπλέον, η αντιμετώπιση της δέσμευσης γης και η αποκατάσταση των οικοσυστημάτων αποτελούν διακριτό στόχο της νέας Ευρωπαϊκής Στρατηγικής για τη Βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2030».
Το πρόβλημα της κατάτμησης της γης στη χώρα μας είναι μικρότερο από ό,τι στην Ε.Ε., αλλά ο ρυθμός αύξησής της είναι σημαντικός. Ο ευρωπαϊκός «δείκτης σφράγισης» του εδάφους αναφέρει ότι το 0,96% του εδάφους της Ελλάδας είναι τεχνητό (1,48% στην Ευρώπη-39 χώρες), αλλά η τάση αύξησης της σφράγισης είναι σημαντική: 0,41% για την περίοδο 2006-2015. Ο «δείκτης κατάτμησης» φέρει την Ελλάδα, μαζί με τη Βουλγαρία και την Ουγγαρία, στις πρώτες θέσεις αύξησης της κατάτμησης της γης.
«Οι δρόμοι είναι σημαντικοί και απαραίτητοι. Η Ελλάδα όμως θα έπρεπε κατά τη γνώμη μου να χρηματοδοτεί κατά προτεραιότητα τη βελτίωση του υπάρχοντος οδικού δικτύου, ιδιαίτερα για την ασφαλέστερη σύνδεση των ορεινών χωριών παρά τη διάνοιξη νέων δρόμων σε παρθένες περιοχές, με μεγάλο περιβαλλοντικό κόστος», εκτιμά η κ. Κατή. «Στην κατεύθυνση αυτή, η επιστημονική ομάδα της μελέτης προτείνει την άμεση θεσμική ανακήρυξη των έξι εκτεταμένων περιοχών άνω των 50 τ. χλμ. ως “περιοχές ελεύθερες από δρόμους”. Επίσης, προτείνουμε τη θεσμική προστασία του 2% της έκτασης της χώρας (προφανώς και της Ε.Ε.) με κριτήρια επιλογής περιοχών την έκτασή τους, την κάλυψή τους από το δίκτυο Natura και την αξία τους για τη βιοποικιλότητα. Είναι πολύ σημαντικό οι περιοχές άνω των 10 τ. χλμ. που δεν έχουν δρόμους να λαμβάνονται υπόψη στις ειδικές περιβαλλοντικές μελέτες που εκπονούνται σήμερα για τις προστατευόμενες περιοχές, όσο και στο νέο ειδικό χωροταξικό για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Θα ήθελα πολύ να έβλεπα μια ολοκληρωμένη προσέγγιση στην αδειοδότηση νέων οδικών έργων, όπου θα συνεκτιμάται και το κόστος υποβάθμισης της βιοποικιλότητας», καταλήγει.
Πηγή: kathimerini.gr