Μπάρμπαρα Μούλεν: Το πιο διάσημο μοντέλο της δεκαετίας του 1950 που δεν έχετε ακούσει ποτέ
Μια φορά κι έναν καιρό, κάποιος σταμάτησε έναν αδύνατο, έφηβο κορίτσι σε ένα πεζοδρόμιο στο Μπρούκλιν και του είπε: «Θα έπρεπε να γίνεις μοντέλο».
Στις μέρες μας, αυτή είναι λίγο πολύ η συνηθισμένη πορεία, από την αφάνεια στην πασαρέλα. Το 1945, όμως – πριν από το Funny Face, πριν από την Τουίγκι και την Τζιν Σρίμτον, πριν από το America’s Next Top Model, πριν από την Κέιτ Μος, η οποία εντοπίστηκε σε ένα check-in του αεροδρομίου JFW – τα μικρά κορίτσια δεν μεγάλωναν με το όνειρο να γίνουν μοντέλα μόδας. Αλλά η Μπάρμπαρα Μούλεν (Barbara Mullen) αποφάσισε να το δοκιμάσει ούτως ή άλλως, ξεκινώντας μια καριέρα που θα διαρκούσε δύο δεκαετίες και που θα την έβλεπε να γίνεται ένα από τα πιο επιτυχημένα κορίτσια για εξώφυλλα της εποχής της.
Ξεκινώντας ως μανεκέν στο κατάστημα Bergdorfs, θα γινόταν η αγαπημένη των φωτογράφων Λίλιαν Μπάσμαν, Ντικ Άβεντον, Τόνι Φρίζελ και Γουίλιαμ Κλέιν, χάρη στο ένστικτο της κίνησης και την ικανότητα μεταμόρφωσης που την έκανε τον πρώτο μεγάλο χαμαιλέοντα της βιομηχανίας – μια παράξενη, ακανόνιστη ομορφιά, όπως η Έριν Ο’Κόνορ ή η Κρίστεν ΜακΜέναμι δεκαετίες αργότερα, που μπορούσε να μεταμορφωθεί από νεαρή σε vamp, από κορίτσι της διπλανής πόρτας σε μεγάλη κυρία της υψηλής ραπτικής.
Τελικά αποσύρθηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’60 (αλλά όχι πριν ανοίξει την πρώτη επίδειξη του Emanuel Ungaro) και συνέχισε ανοίγοντας το Barbara’s Bazar, μια πολύ αγαπημένη μπουτίκ μόδας που υποστήριζε νέους σχεδιαστές τότε όπως η Sonia Rykiel και ο Kenzo.
Ένας από τους τελευταίους επιζώντες μιας πρωτοπόρας γενιάς, η Μούλεν είναι σήμερα 90 ετών. Πρόκειται για μία εξαιρετική προσωπικότητα που έζησε μια συναρπαστική ζωή τόσο εντός όσο και εκτός κάμερας. Η ιστορία της άξιζε να ειπωθεί.
«Κάθε εκδότης στον οποίο παρουσιάσαμε την ιστορία της την λάτρευε – αλλά στη συνέχεια, κάθε φορά, την απέρριπτε.
Οι εκδότες είναι όλο και λιγότερο διατεθειμένοι να ρισκάρουν σε βιβλία που απευθύνονται σε ένα πιο εξειδικευμένο κοινό μόδας», παραδέχτηκε ένας ατζέντης, «αν και όλοι ξέρουμε ότι αυτό το κοινό αγαπάει τα υπέροχα βιβλία και υπάρχουν όλο και περισσότερα σημεία πώλησης που είναι πρόθυμα να τα προμηθευτούν.
Μπορεί να είναι πολύ απογοητευτικό όταν όλοι ξέρουμε ότι υπάρχει μια ιστορία να ειπωθεί και μια αγορά και ένα αναγνωστικό κοινό που διψάει για ένα βιβλίο όπως αυτό».
Υπάρχουν, κυριολεκτικά, εκατοντάδες βιβλία για μοντέλα μόδας (699 κατά την τελευταία καταμέτρηση, σύμφωνα με το Amazon).
Αλλά αν αφαιρέσετε τα bonkbusters (ρομαντικά, εμπορικά μυθιστορήμα), τα εφηβικά ρομάντζα, τα βιβλία με τις χάρτινες κούκλες, τα ανδρικά περιοδικά της δεκαετίας του ’90 και τους ατελείωτους οδηγούς στυλ, υπάρχουν εκπληκτικά λίγα που αφηγούνται την ιστορία ενός επαγγέλματος που μετράει έναν αιώνα και εξελίχθηκε χέρι-χέρι με τη βιομηχανία της μόδας, και που διαμόρφωσε την αισθητική της βιομηχανίας αυτής με κάθε τρόπο που μπορεί να φανταστεί κανείς.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν αξιόλογες εξαιρέσεις, από το καταιγιστικό «The Fire And Ice Girl» της Dorian Leigh μέχρι το πρόσφατο «Models Matter» του Christopher Niquet – αλλά είναι οι εξαιρέσεις, σε γενικές γραμμές, που επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Πάρτε τη Λιζ Γκίμπονς, για παράδειγμα, μία από τις πρωταγωνίστριες της εμβληματικής εικόνας Twelve Beauties του Ίρβινγκ Πεν- έγραψε αστεία, αφοπλιστικά ειλικρινή απομνημονεύματα για τη ζωή της ως τοπ μόντελ της δεκαετίας του 1930, τα οποία παρέμεναν ανέκδοτα επί δεκαετίες.
Σήμερα, χάρη στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα μοντέλα αρχίζουν επιτέλους να δημιουργούν και να σκηνοθετούν τις δικές τους αφηγήσεις.
Είναι τρομερή ντροπή, όμως, που έχουμε αφήσει την ιστορία δεκαετιών να γλιστρήσει μέσα από τα δάχτυλά μας, αφήνοντας ευχαρίστως τις ρηχές σελίδες της Wikipedia να χρησιμεύουν ως επιτάφιοι μοντέλων για γυναίκες τόσο ταλαντούχες, ενδιαφέρουσες και διαφορετικές όσο η Σάνι Χάρνετ, η Μπάνι Γιέλβερτον, η Θίο Γκράχαμ, η Tέντι Τρούμαν, η Mούριελ Μάξγουελ, η Άιβι Νίκολσον και όλες οι υπόλοιπες.
«Μετά από τέσσερα χρόνια με απανωτές αντιδράσεις, είχα λίγο-πολύ εγκαταλείψει την ιδέα. Αλλά τότε, απροσδόκητα, η Μπάρμπαρα Μούλεν έγινε ξανά κορίτσι του εξώφυλλου» εξηγεί ο συγγραφέας Τζον Μάικλ Ο’Σάλιβαν, που έγραψε το βιβλίο της ζωής της.
«Μια από τις πιο διάσημες φωτογραφίες της Λίλιαν Μπάσμαν, φορώντας ένα πλουμ από βολάν Dior, επιλέχθηκε για το εξώφυλλο του Harper’s Bazaar για την 150ή επέτειο και προβλήθηκε στο Empire State Building μια νύχτα του Απριλίου. Ξαφνικά φαινόταν παράλογο ότι κάποιος θα μπορούσε να είναι αρκετά σημαντικός ώστε η εικόνα του να καλύπτει έναν ολόκληρο ουρανοξύστη και όμως να μην αξίζει να ειπωθεί η ιστορία του.
Έτσι, σε συνεργασία με την πλατφόρμα crowdfunding Unbound, αποφασίσαμε να ξεκινήσουμε μια εκστρατεία για την έκδοση της βιογραφίας της Μπάρμπαρα».
«Στο Instagram, όσο διαρκεί η καμπάνια, δημοσιεύουμε μια εικόνα την ημέρα από έναν από τους φωτογράφους με τους οποίους συνεργάστηκε η Μούλεν, από τον Σλιμ Άαρονς μέχρι τον Χένρι Γουλφ, για να απεικονίσουμε την εξαιρετικά διαφορετική καριέρα της.
Και παράλληλα, στην αρχική σελίδα του βιβλίου, αρχίζουμε να μοιραζόμαστε τις ιστορίες μερικών άλλων γυναικών που διέφυγαν από τα δίχτυα της ιστορίας- γυναίκες που αξίζουν εξίσου να καταγραφεί η ζωή τους όπως η Μπάρμπαρα Μούλεν – με λόγια, αλλά και με εικόνες» εξηγεί ο συγγραφέας.
Πηγή: in.gr