Η απώλεια της ζωής μιας νεαρής γυναίκας, συζύγου και μητέρας τριών παιδιών και οι συνθήκες υπό τις οποίες συνέβη, χωρίς τίποτα να προμηνύει το μοιραίο, φέρνει στον νου τη ρήση, “όποιου του μέλλει να πνιγεί, ποτέ του δεν πεθαίνει”. Το “τις πταίει;” (αν φταίει τις), αποτελεί, από την πρώτη στιγμή αντικείμενο έρευνας των αρμόδιων αρχών. Ωστόσο, η συζήτηση που αναπτύσσεται ευρέως για τυχόν ευθύνες προς διάφορες κατευθύνσεις (Δήμος, Δασική Υπηρεσία, Μονάδα Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Ολυμπου) καταδεικνύει ακόμα μια φορά, κατά την άποψή μας το μπερδεμένο κουβάρι των αρμοδιοτήτων και οδηγεί στη διαπίστωση ότι, στο επιτελικό Κράτος της Κυβέρνησης της ΝΔ, δεν ξέρει η δεξιά τι ποιεί η … δεξιά της. Καταδεικνύει την απόρριψη κάθε πολιτικής πρόληψης και προστασίας του πολίτη από την ατζέντα του κου Μητσοτάκη. Καταδεικνύει την πρόταξη της ατομικής ευθύνης παντού και της ευθύνης της μοίρας του καθενός μας. Είναι η σύγχρονη, νεοφιλελεύθερη σχολή πολιτικής της δεξιάς που φαίνεται να έχει διαποτίσει μέχρι και την τους αιρετούς της τοπικής αυτοδιοίκησης. Κι έτσι απροστάτευτους μας βρίσκουν, μοιραία, όλες οι κρίσεις οικονομικές, κοινωνικές, κλιματικές, εργατικά ατυχήματα και εθνικές τραγωδίες. Γιατί, πρωτίστως άβουλοι κι ως εκ τούτου, μοιραίοι, είναι οι επιτελάρχες της δεξιάς, από την Αθήνα σε κάθε γωνιά της χώρας μας. Αλλά ας επικεντρωθούμε στο ειδικό κατά τόπο συμβάν, σε μια περιοχή υψηλής περιβαλλοντικής κι αισθητικής αξίας στη σκιά του σημαντικότερου Εθνικού Πάρκου της χώρας.

Η κατάργηση των Φορέων Διαχείρισης των Εθνικών Πάρκων μετονομαζόμενων έτσι σε Μονάδες Διαχείρισης και η ενσωμάτωσή τους στον νεοσύστατο ΟΦΥΠΕΚΑ, το 2021,  σήμανε την απαξίωση και τον αποκλεισμό των τοπικών φορέων και κοινωνιών, από τη διοίκηση των προστατευόμενων περιοχών. Η οργάνωση του ΟΦΥΠΕΚΑ στη συνέχεια προχώρησε βασανιστικά αργά, με τις αρμοδιότητες των Μ.Δ. αλλά και του ίδιου του Οργανισμού να παραμένουν έωλες. Φτάσαμε στο 2023, για να εκδοθεί ο νόμος 5037, ώστε να αποκτήσουν οι υπάλληλοι του ΟΦΥΠΕΚΑ (δλδ. οι υπάλληλοι των κατά τόπους Μονάδων Διαχείρισης), την αρμοδιότητα ελέγχου με ανακριτικό ρόλο. Μένει, να γίνουν οι αναγκαίες προσλήψεις τόσο στις Μ.Δ. όσο και στη Δασική Υπηρεσία. Η πρόσφατη προκήρυξη διαγωνισμού, όμως, για την υποστήριξη του Οργανισμού από τον ιδιωτικό τομέα, για έργα και δραστηριότητες, δηλοί ότι, οι προσλήψεις δεν είναι στα σχέδια της κυβέρνησης. Από την άλλη, η προστασία (και διαχείριση) του Ολύμπου και των παρολύμπιων δασών καθώς και των δασών των Πιερίων ορέων, εξακολουθεί να είναι αρμοδιότητα και της Δ/νσης Δασών Πιερίας. Η τελευταία, όμως, είναι επίσης, αποψιλωμένη από προσωπικό δασοφυλάκων. Αμφότεροι, λοιπόν, αρμόδιοι, αλλά, όμοια και οι δύο στο αδιέξοδο της ανυπαρξίας δασικής πολιτικής, σχεδιασμού και αποτελεσματικής οργάνωσης.

Όσον αφορά τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης α΄ και β΄ βαθμού, η πολύπλευρη εξέταση των αιτημάτων, προκειμένης της έκδοσης μιας διοικητικής πράξης και η αλλαγή της νοοτροπίας των αιρετών προϊσταμένων, αφήνοντας τις υπηρεσίες απερίσπαστες να λειτουργούν θα πρέπει να είναι το δίδαγμα (ας μην κρυβόμαστε. Συμβαίνει οι αιρετοί να ενεργούν για την εξυπηρέτηση υμετέρων. Εν προκειμένω, για την αρχική αδειοδότηση λειτουργίας του μοιραίου καταστήματος, στη θέση «Λάκκος» Λιτοχώρου, θα πέρασε «στρατός» από υπηρεσίες (Τμήμα Υγειονομικού Ελέγχου της Π.Ε. Πιερίας, η Πυροσβεστική Υπηρεσία για την πυροπροστασία και ο Δήμος Λιτοχώρου), περιχαρακωμένες προφανώς στις καθ’ ύλην αρμοδιότητές τους. Κανένας, δεν σκέφτηκε να απευθυνθεί στη δασική υπηρεσία για να διαπιστώσει το αν διέπεται η έκταση από τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας και κατ’ επέκταση να διασφαλίσει ότι, δεν πρόκειται για δημόσια έκταση. Γιατί πράγματι, στον κυρωμένο Δασικό Χάρτη της Πιερίας, η έκταση είναι δημόσια δασική. Αλλά ως είθισται, οι Δήμοι, μέχρι τη δημοσιοποίηση του Δασικού Χάρτη, παραδοσιακά παρέκαμπταν τη Δασική Υπηρεσία.

Από την άλλη, υπάρχει από καιρό (χρόνια) η έγγραφη ενημέρωση της Τοπικής Αυτοδ/σης, από τη Δασική Υπηρεσία για την επιδημική ασθένεια του πλατάνου. Μια ενημέρωση την οποία, προφανώς, όλοι την πήραν αψήφιστα. Θα περίμενε κανείς, να θορυβηθεί ο Δήμος Λιτοχώρου, λόγω της μεγάλης επισκεψιμότητας της περιοχής, να ελέγχει πρώτη αυτή και να καλεί, τη δασική υπηρεσία, για τον έλεγχο της υγείας των δένδρων αλλά και για τυχόν αναγκαίες κλαδεύσεις “λαίμαργων” κλάδων που χαλούν την ισορροπία τους.

Για τον ίδιο λόγο, της μεγάλης επισκεψιμότητας του «Λάκκου», θα μπορούσε και η Δασική Υπηρεσία, να αυτενεργήσει για τον έλεγχο των πλατάνων και να πράξει τα δέοντα για το ενδεχομένως παράνομο κτίσμα εντός της δημόσιας δασικής έκτασης. Ένα κτίσμα, που μπορεί να μην έχει καν οικοδομική άδεια, αλλά να έχει υδροδοτηθεί από τον Δήμο και ηλεκτροδοτηθεί … νόμιμα. Αλλά, θα πει ο αδαής: «πως να πας κόντρα στον τουρισμό και την ανάπτυξη;». Την ανάπτυξη και τον τουρισμό της αυθαιρεσίας θα πούμε εμείς, χάριν ιδιωτικών συμφερόντων και πελατειακών σχέσεων του κάθε επίδοξου πολιτικού. Γιατί, ο αγαπημένος, Λιτοχωριτών κι επισκεπτών, “Λάκκος”, θα μπορούσε να παραχωρηθεί, κατόπιν αιτήματος του Δήμου, ως χώρος δασικής αναψυχής, νόμιμα, ωραία και κυρίως, με τους όρους και περιορισμούς που εγγυώνται την ασφάλεια όλων. Να, όμως, που για δεύτερη φορά, γίνεται θλιβερός τόπος μοιραίου δυστυχήματος. Κι όπως, έφταιγε το ποτάμι, τώρα φταίει το πλατάνι. Για δεύτερη φορά, θα φταίει η κακιά ώρα. Μια κακιά ώρα, η οποία αν όλοι λειτουργούσαν αλλιώς, ίσως και να είχε αποφευχθεί.