Ο Κολινδρός τιμά την Επανάσταση του 1878 – Την Κυριακή 12/02 οι εκδηλώσεις μνήμης
Την Κυριακή 12 Φεβρουαρίου θα λάβουν χώρα στον Κολινδρό οι εκδηλώσεις μνήμης για την 145η επέτειο από την Επανάσταση του 1878, με πρωτεργάτη τον Επίσκοπο Κίτρους Νικόλαο Λούση.
Σύμφωνα με το πρόγραμμα, μετά το πέρας της Αρχιερατικής Θείας Λειτουργίας (10.15 π.μ.), στον Ιερό Ναό Αγίας Παρασκευής θα τελεστεί Δοξολογία και η εκφώνηση του πανηγυρικού λόγου της ημέρας από τον συνταξιούχο καθηγητή του τμήματος Χημείας του Α.Π.Θ. κ. Αχιλλέα Παπουτσή. Θα ακολουθήσει επιμνημόσυνη δέηση στην προτομή του Επισκόπου Νικολάου Λούση και κατάθεση στεφάνων.
Στη συνέχεια θα γίνει η καθιερωμένη παρέλαση από τους μαθητές του Κολινδρού και τμήματος του πολιτιστικού συλλόγου Νικόλαος Λούσης.
Οι φετινές εκδηλώσεις θα ολοκληρωθούν με χορευτικά στην κεντρική πλατεία του Κολινδρού.
Το ιστορικό της επανάστασης
Ο Επίσκοπος Κίτρους Νικόλαος Λούσης ήταν η πρωταγωνιστική προσωπικότητα της Επανάστασης του 1878. Γεννήθηκε στη Στενήμαχο της Βόρειας Θράκης (ανατολικής Ρωμυλίας), το 1840. Χειροτονήθηκε διάκονος από τον τότε Μητροπολίτη Φιλιππούπολης. Από την θέση αυτή θα παίξει πολυδιάστατο ρόλο για το Έθνος.
Αγωνίζεται κατά της επικράτησης των Τούρκων και πολεμάει στην πρώτη γραμμή στις επάλξεις της ακρόπολης του του Βορειοθρακικού Ελληνισμού την Φιλιππούπολη. Όταν το 1868 κηρύχθηκε η Επανάσταση κατά των Τούρκων στην Ελλάδα ο Νικόλαος Λούσης, έφυγε από την Φιλιππούπολη και ήρθε στα Χανιά ως δάσκαλος και πήρε μέρος σ΄αυτήν, επικεφαλής σώματος εθελοντών.
Μετά την λήξη της επανάστασης έρχεται και διδάσκει στο Λύκειο μέχρι το 1874. Η γνωριμία του με τον Μητροπολίτη Θεσ/νίκης και μετέπειτα Πατριάτρχη Κων/πόλεως Ιωακείμ Γ΄, τον έφερε στην Θεσ/νίκη ,όπου σαν συνοδός τον προήγαγε σε Επίσκοπο Ιωακείμ, τον Κίτρους το 1875, με έδρα τον Κολινδρό.
Του ικανού αυτού Ιεράρχη έργο είναι η Επανάσταση του Κολινδρού τον Φεβρουάριο του 1878, την οποία είχε προσχεδιάσει και είχε αναλάβει υπεύθυνα από καιρό. Η επανάσταση αυτή του Κολινδρού δεν έφερε το ποθητό αγαθό της ελευθερίας στην περιοχή. Πέτυχε όμως την ανατροπή της συνθήκης του Αγίου Στεφάνου που “κατασκεύαζε” τη Μεγάλη Βουλγαρία σε βάρος του Ελληνισμού και επιτεύχθηκε η προσάρτηση στα ελληνικά εδάφη, της Θεσσαλίας κι ενός τμήματος της Ηπείρου.
Ο Επίσκοπος πικραμένος από την αποτυχία της Επανάστασης, πήγε στη Θεσσαλία όπου συνεργάστηκε με του επαναστάτες της και από εκεί στη Λαμία, όπου κάτοικοι και αρχές τον υποδέχτηκαν με ενθουσιασμό. Δεν επέστρεψε στην έδρα του τον Κολινδρό, αλλά αποσύρθηκε σ΄ένα σπίτι στον Πειραιά, όπου πέθανε από φυματίωση στις 29 Ιανουαρίου σε ηλικία 42 μόλις ετών.
Η τότε ελληνική κυβέρνηση τον τίμησε μετά θάνατον, αποδίδοντας στο νεκρό τιμές υποστρατήγου. Την κηδεία του τίμησαν χιλιάδες λαού, βουλευτές, υπουργοί και ο τότε Πρωθυπουργός Χαρίλαος Τρικούπης.