3ο ΔΕΛΤΙΟ ΓΕΩΡΓΙΚΩΝ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΕΩΝ

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΦΥΤΟΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΣΤΗ ΒΑΜΒΑΚΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ

ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ (ΠΕ) ΠΙΕΡΙΑΣ

1. Στόχοι
1.1 Η Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας & Κτηνιατρικής της Περιφερειακής Ενότητας Πιερίας σε συνεργασία με το Περιφερειακό Κέντρο Προστασίας Φυτών & Ποιοτικού Ελέγχου Θεσσαλονίκης εκδίδει το παρόν Δελτίο Γεωργικών Προειδοποιήσεων, το οποίο απευθύνεται στους βαμβακοπαραγωγούς του Ν. Πιερίας με στόχο την ενημέρωσή τους για τις απαραίτητες μετασυλλεκτικές καλλιεργητικές επεμβάσεις στα βαμβακοχώραφα για την ολοκληρωμένη αντιμετώπιση του Πράσινου και του Ρόδινου σκουληκιού.
1.2 Ο βαμβακοπαραγωγός οφείλει να εφαρμόζει τις σωστές γεωργικές πρακτικές όλο τον χρόνο.
2. Διαπιστώσεις
2.1 Η συγκομιδή της καλλιέργειας έχει  ολοκληρωθεί παρά τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν από τις βροχοπτώσεις.
2.2  Η διαχείμαση του πράσινου σκουληκιού γίνεται στο στάδιο της νύμφης εντός του εδάφους. Οι  νύμφες αυτές προκύπτουν από τις προνύμφες της τελευταίας γενεάς του εντόμου. Συμπερασματικά, η πρώτη πτήση ενηλίκων πράσινου σκουληκιού της νέας καλλιεργητικής περιόδου προκύπτει από τις νύμφες που επιτυχώς διαχειμάζουν εντός του εδάφους των βαμβακοκαλλιεργειών της προηγούμενης καλλιεργητικής περιόδου.

Από όλα τα παραπάνω προκύπτει ότι η πληθυσμιακή εξέλιξη του εντόμου – άρα και οι προκαλούμενες ζημιές στις βαμβακοφυτείες – κατά τη νέα καλλιεργητική περίοδο εξαρτάται απόλυτα από τον πληθυσμό που διαχειμάζει επιτυχώς και εξέρχεται από το έδαφος των βαμβακοφυτειών.

Η επιτυχής διαχείριση των εντόμων που διαχειμάζουν ως νύμφες εντός του εδάφους αποτελεί ένα κρίσιμο παράγοντα του ελέγχου του εντόμου κατά τη νέα καλλιεργητική περίοδο. Δηλαδή, όσο μικρότερος είναι ο πληθυσμός που θα καταφέρει να διαχειμάσει τόσο το καλύτερο για την προστασία των νέων βαμβακοφυτειών.

Κατ’ αντιστοιχία η διαχείμαση του ρόδινου σκουληκιού γίνεται με τη μορφή της «εν διαπαύση προνύμφης» μέσα στα εναπομείναντα καρύδια και βαμβακοστελέχοι όπως και στις ρωγμές του εδάφους.

Για το σκοπό αυτό κρίνεται απολύτως απαραίτητο να προβαίνουμε στις κατάλληλες καλλιεργητικές φροντίδες των βαμβακοφυτειών αμέσως μετά τη συγκομιδή, ώστε να προκαλούμε ελαχιστοποίηση του αριθμού των επιτυχώς διαχειμαζόντων εντόμων.

3. Συστάσεις – Καλλιεργητικές Πρακτικές – Εφαρμογή ψεκασμών με Φυτοπροστατευτικά Προϊόντα
  Για την επίτευξη των παραπάνω απαιτείται στελεχοκοπή, ψιλοτεμαχισμός και θρυμματισμός των στελεχών και μη συγκομισθέντων καρυδιών με στελεχοκόπτη – καταστροφέα και στη συνέχεια άροση του εδάφους (όργωμα με υνιοφόρο αλέτρι) μετά τη στελεχοκοπή σε βάθος 20 έως 25 εκατοστών κατά το φθινόπωρο σε όλα τα χωράφια που καλλιεργήθηκαν με βαμβάκι ανεξαρτήτως της επόμενης καλλιέργειας του χωραφιού. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνονται πλήρης αναστροφή του εδάφους και πλήρης ενσωμάτωση των θρυμματισμένων από τη στελεχοκοπή υπολειμμάτων των βαμβακοφύτων στο έδαφος με τα παρακάτω αποτελέσματα:

1. Άμεση καταστροφή των νυμφών.

2. Έκθεση των νυμφών σε αντίξοες κλιματικές συνθήκες.

3. Έκθεση των νυμφών σε αντίξοες εδαφικές συνθήκες (πχ υδατικός κορεσμός του εδάφους σε συνδυασμό με τις χαμηλές θερμοκρασίες αυτού).

4. Μεταφορά των νυμφών σε βάθη 20 έως 25 εκατοστά με επακόλουθο μηχανική αδυναμία εξόδου των πεταλούδων στην επιφάνεια του εδάφους.

5. Καταστροφή των στοών εξόδου των πεταλούδων με επακόλουθο μηχανική αδυναμία εξόδου των πεταλούδων στην επιφάνεια του εδάφους.

Η χρήση άλλων καλλιεργητικών πρακτικών όπως ρίπερ, καλλιεργητής, δισκοσβάρνα κ.α., αντί του οργώματος με υνιοφόρο αλέτρι, δεν επιτυγχάνουν αναστροφή του εδάφους και ως εκ τούτου δεν αποτελούν αποτελεσματικές μεθόδους ελέγχου των ανωτέρω εντόμων.

Ενδεχόμενη αύξηση του κόστους καλλιέργειας τουλάχιστον ισοσκελίζεται από τη μείωση του αριθμού των ψεκασμών με εντομοκτόνα που θα απαιτηθούν κατά την επόμενη καλλιεργητική περίοδο. Επιπλέον προστατεύεται τόσο το περιβάλλον όσο και η υγεία του ιδίου του καλλιεργητή και των περιοίκων.

Είναι δε σημαντικό να αναφερθεί ότι οι παραπάνω πρακτικές συμβάλλουν σημαντικά στον έλεγχο των πληθυσμών του πράσινου και ρόδινου σκουληκιού χωρίς τη χρήση φυτοφαρμάκων με αποτέλεσμα την προστασία από την ανάπτυξη ανθεκτικότητας και τη μείωση της επιβάρυνσης του περιβάλλοντος.