Το υπουργείο Οικονομικών σχεδιάζει ακόμα και απαλλαγή της προκαταβολής φόρου για τις επιχειρήσεις που, λόγω κορονοϊού, θα έχουν ζημιά το 2020, ώστε να μη χρειαστεί να προπληρώσουν φόρο που δεν τους αναλογεί.

Ο υφυπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης, μιλώντας στο ΑΝΤ1, ανέφερε χαρακτηριστικά: «Η προκαταβολή φόρου, με βάση αυτά που πιστεύουμε, πρέπει να μειωθεί τόσο, ώστε οι άνθρωποι που έχουν ζημιά να μην πρέπει να επιστρέψουν φόρο το 2021, που σημαίνει ότι κάποιος που έχει ζημία να μην πρέπει να πληρώσει τίποτα. Αυτό σημαίνει εξατομίκευση, αυτό δεν γίνεται με γενικά μέτρα. Θα είναι εφικτό ακόμη και να μην απαιτηθεί προκαταβολή φόρου από επιχειρήσεις που είναι ζημιογόνες».

Το υπουργείο Οικονομικών σχεδιάζει για φέτος μεγάλη μείωση της προκαταβολής φόρου για τις επιχειρήσεις οι οποίες επλήγησαν από τον κορονοϊό. Αν προεισπραχθεί φέτος για τα εισοδήματα του 2019 προκαταβολή φόρου 100% με τους παλιούς συντελεστές φόρου (για τις ατομικές επιχειρήσεις ξεκινά από το 22% από το πρώτο ευρώ και 24% για όλες τις υπόλοιπες) θα επηρεάσει την αναιμική ρευστότητα που υπάρχει ήδη λόγω της κρίσης.

Η προείσπραξη φόρου με τα δεδομένα του 2019 με τα οποία θα φορολογηθούν φέτος οι επιχειρήσεις θα μετατραπεί σε επιστροφή φόρου για το 2021, είτε έχουν σημαντική μείωση κερδών είτε έχουν ζημιές.

Οσες επιχειρήσεις παρουσιάσουν φέτος ζημιά θα πάρουν πίσω το σύνολο του φόρου που θα προκαταβάλουν το 2020, ακόμη όμως και αυτές που έχουν κάποια μειωμένα κέρδη θα ισοσκελίσουν τον φόρο που αναλογεί για τον επόμενο χρόνο με την 100% προκαταβολή που επιβάλλεται στα πολύ υψηλότερα κέρδη του 2019 και θα έχουν και αυτές επιστροφή φόρου.

Αυτό που πρέπει να αποφασιστεί είναι με ποια κριτήρια θα γίνει η επιλογή των επιχειρήσεων που αποδεδειγμένα χτυπήθηκαν από την κρίση του κορονοϊού και θα πρέπει να τύχουν της μείωσης της προκαταβολής φόρου.

Η μέθοδος της επιλογής μέσω των ΚΑΔ που έχουν ανακοινωθεί αφήνει εκτός κάποιες κατηγορίες επιχειρήσεων που, αν και είχαν μείωση του τζίρου τους, δεν περιλαμβάνονται στους ΚΑΔ των πληττόμενων επιχειρήσεων.

Από την άλλη, η οριζόντια επιλογή μέσω της μείωσης τζίρου αφήνει έξω ΚΑΔ δευτερευουσών δραστηριοτήτων επιχειρήσεων οι οποίοι είχαν αποδεδειγμένα μείωση του τζίρου.

Ο κ. Σκυλακάκης παραδέχθηκε ότι το μόνο εργαλείο για την τόνωση της ρευστότητας των επιχειρήσεων είναι η επιστρεπτέα προκαταβολή. «Αξιολογείται ως ένα επιτυχημένο πρόγραμμα και εξετάζεται να επιστρέψουμε σε αυτό στο τέλος Ιουλίου, ώστε να υπάρξει χρηματοδότηση στην αγορά. Θα πρέπει να στηριχτούν κλάδοι όπως ο τουρισμός ο οποίος θα έχει φέτος ένα αντικειμενικά δύσκολο καλοκαίρι».

Παράλληλα, ο κ. Σκυλακάκης τόνισε ότι εξετάζονται μέτρα στήριξης και για τους εποχικά εργαζόμενους στον τομέα του τουρισμού, οι οποίοι περίμεναν όλο τον χειμώνα για να επανέλθουν στον χώρο της εργασίας και τώρα αντιμετωπίζουν τις συνέπειες της κρίσης που προκάλεσε ο κορονοϊός.

Σε ό,τι αφορά τα δάνεια με κρατική εγγύηση που χορηγούνται μέσω των εμπορικών τραπεζών «υπάρχουν δυσκολίες πρόσβασης για μικρομεσαίες επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν προβλήματα, λόγω και των κριτηρίων που έχουν θεσπιστεί από τις τράπεζες».

Όσον αφορά τον χρόνο στον οποίο θα ξεκινήσει εκ νέου το πρόγραμμα μείωσης φόρων, ο κ. Σκυλακάκης εκτίμησε ότι θα προχωρήσει μέσα στην τριετία 2021 -2023, όμως για τον επόμενο χρόνο επιβεβαίωσε μόνο τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών.

«Θα μπορέσουμε με βεβαιότητα να προχωρήσουμε σε μειώσεις φόρων και εισφορών την τριετία 2021-2023, καθώς θα αρχίσει η απορρόφηση και των ευρωπαϊκών χρημάτων. Ομως, για το 2021 έχουμε πρόβλημα, καθώς θα έχουμε την επίπτωση από την ύφεση και τη μείωση των εσόδων του 2020», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Παράλληλα, διευκρίνισε ότι το 2021 θα είναι μια πολύ δύσκολη χρονιά, καθώς η Ελλάδα θα κληθεί να έχει ξανά δημοσιονομικό στόχο «ο οποίος είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης».

«Θα πρέπει να έχουμε όσο το δυνατόν πιο καθαρή εικόνα και για την ύφεση του 2020, η οποία εκτιμούμε ότι θα κυμανθεί από 5% έως και 8% του ΑΕΠ. Το 2021 θα έχουμε ανάπτυξη, αλλά δεν θα είναι μεγαλύτερη της φετινής ύφεσης, εκτιμούμε ότι θα είναι στα επίπεδα της ανάπτυξης του 2019, ίσως και λίγο παραπάνω», είπε ο υφυπουργός Οικονομικών.

Τέλος, ένας ακόμα πολύ σημαντικός παράγοντας, είναι ο χρόνος για την εκταμίευση προς τη χώρα μας μέρους από τα 32 δισ. που αναλογούν στην Ελλάδα από το Ταμείο Ανάκαμψης, με βάση την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (σε διαπραγμάτευση).