Γράφει: Πολύκαρπος Αδαμίδης

Η «ιστορία» της διαπραγμάτευσης για το Σκοπιανό ξεκινάει ουσιαστικά στις αρχές της δεκαετίας του 90, σε συνέχεια της διάλυσης της τότε Γιουγκοσλαβίας. Κάθε άλλη αναφορά στο απώτερο παρελθόν στερείται στοιχειώδους ιστορικής γνώσης και νομικού αισθητηρίου ως προς το χωρόχρονο και τα δικαιοπολιτικά δεδομένα. Αποτελεί δε αμήχανο άλλοθι απέναντι στα αυταπόδεικτα.

Η λεγομένη τότε διαπραγμάτευση εκκινούσε από την απόφαση του άτυπου για την εποχή οργάνου του Συμβουλίου των Πολιτικών Αρχηγών. Το οποίο ομόφωνα, διερμηνεύοντας το λαϊκό αίσθημα, που εκδηλώθηκε στα πάνδημα συλλαλητήρια, αποφάσισε ότι ουδεμία ονομασία που θα περιλάμβανε τον όρο Μακεδονία ή παράγωγά του, θα γίνονταν αποδεκτή.

Έκτοτε ουδεμία διαφοροποίηση υπήρξε. Για τον απλό λόγο ότι θα έπρεπε είτε να εγκριθεί από ισοδύναμης ισχύος όργανο, είτε να τεθεί σε δημοψήφισμα, στο μέτρο ιδίως που θα επίκειτο η σύναψη οποιασδήποτε συμφωνίας. Τα λεγόμενα περί σύνθετης ονομασίας με γεωγραφικό προσδιορισμό κι αν ακόμα είναι αληθινά, αποτελούσαν ενδεχομένως επιμέρους τακτική διαπραγμάτευσης, που από τη στιγμή που δεν ολοκληρώθηκε θεωρούνταν ως μηδέποτε λεχθέντα. Και ουδέποτε βέβαια επικυρώθηκαν από Πολιτειακά όργανα ή με δημοψήφισμα.

Στην παρούσα χρονική συγκυρία, «επισπεύδοντα» για την αναζήτηση «λύσης» είναι τα Σκοπιά. Η έγκριση της Ελλάδας είναι απαραίτητη για την ένταξή τους στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Κι αν στο τέλος της διαδρομής πετύχουν τον στόχο τους αυτό, εύλογο και αναγκαίο να απαντηθεί είναι το ερώτημα, τι κέρδισε η χώρα μας. Τα περί σταθερότητας στα Βαλκάνια και σχέσεων καλής γειτονίας με τους Σκοπιανούς, είναι «καθρεφτάκια για τους Ιθαγενείς». Αυτοί κι αν είναι στόχοι επιβίωσης για τους Βόρειους γείτονες, που περιελίσσονται γύρω από την Ελλάδα.

Είναι μάλιστα εξόχως προσβλητικό ότι η ένταξή τους στις Δυτικές Συμμαχίες, «περνάει» μέσα από δημοψήφισμα των Σκοπιανών και έγκριση της Βουλής τους. Για την ισότητα και μόνο των όρων, αντίστοιχη διαδικασία απαιτείται και ως προς τη χώρα μας. Η διαπραγμάτευση δεν αφορά πρόσωπα και παρέες και για να έχει την ελάχιστη νομιμοποίηση, πρέπει και να τεθεί σε δημοψήφισμα και να κυρωθεί από τη Βουλή.

Κι αυτό πριν υπογραφεί οποιαδήποτε συμφωνία που θα επιτρέψει να σταλεί πρόσκληση στους Σκοπιανούς για ένταξη στο ΝΑΤΟ και έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οτιδήποτε αντίθετο εξασφαλίζει στους Σκοπιανούς προνόμια, χωρίς κανένα αντάλλαγμα για τη χώρα μας και καθιστά τους υπεύθυνους έκθετους και υπόλογους.

Η «συμφωνία» αυτή καθεαυτή θίγει καίρια τα εθνικά συμφέροντα. Αποτελεί απαρχή αποδόμησης των συστατικών στοιχείων του σύγχρονου Ελληνικού κράτους και αναγνωρίζει γλώσσα και εθνικότητα, που άμεσα θα δημιουργήσουν ζητήματα μειονοτήτων και αυτοτροφοδοτούμενου αλυτρωτισμού.

Η ιστορική προοπτική εξάλλου δεν μετριέται σε μήνες και χρόνια και δεν υπακούει σε εφήμερα αντίδωρα και σκοπιμότητες. Σαν και αυτές που θέλουν να αναδείξουν τα Σκόπια σε Ευρωπαϊκό ανάχωμα των μεταναστευτικών ροών. Είναι αυθαίρετες ασκήσεις επί χάρτου. Επιχειρήθηκαν και σε άλλες εποχές. Ο Μακεδονικός Αγώνας έδωσε την απάντηση.