Πολύκαρπος Αδαμίδης: Εν όψει της Συνόδου του ΝΑΤΟ
Το Σύμφωνο της ΒορειοΑτλαντικής Συμμαχίας, απετέλεσε από τη μέρα της σύστασής του το ένα σημείο αναφοράς εκ του διπολικού κόσμου, μέσα στον οποίο εκτυλίχθηκε ο ψυχρός πόλεμος. Με την πτώση του τείχους του Βερολίνου, τον Νοέμβριο του 1989, υπήρξε και μια εύλογη κρίση ταυτότητας.
Οι κίνδυνοι και οι προκλήσεις για τη Διεθνή Ασφάλεια ωστόσο, κάθε άλλο παρά εξέλειπαν. Το ευρύτατο φάσμα, που εκτείνεται από την τρομοκρατία και το οργανωμένο έγκλημα και φτάνει μέχρι την κυβερνοασφάλεια, τη διαχείριση της εφοδιαστικής αλυσίδας, τη μετανάστευση, τον επισιτισμό και την ενεργειακή επάρκεια, πρόσφερε πολυεπίπεδη θεματική δράσης.
Ο μηχανισμός του ΝΑΤΟ, η τεχνογνωσία στην αντιμετώπιση σύνθετων ζητημάτων, η κουλτούρα αξιοποίησης πολυεθνικών πηγών και η δυνατότητα εκπαίδευσης και ώσμωσης ανθρώπινου δυναμικού, ήταν και είναι πολύτιμο εργαλείο στην ανάπτυξη και διατήρηση ενός μηχανισμού, συλλογικής ασφάλειας.
Τα τελευταία χρόνια η διεκδίκηση ευρύτερου γεωπολιτικού ρόλου από ισχυρά κράτη και η προοπτική δημιουργίας ενός πολυπολικού διεθνούς πλαισίου, αναδεικνύουν εκ νέου τον ρόλο του ΝΑΤΟ, ως διαμορφωτή και υπερασπιστή εξελίξεων, αλλά και του διεθνούς status quo.
Η διαφύλαξη της συνοχής του και της λειτουργικότητάς του, δεδομένου ότι εδράζεται η δράση του στη συναίνεση μεταξύ των μελών του και ουσιαστικά στην αρχή της ομοφωνίας, είναι κατά τούτο βασική του προτεραιότητα. Οι διεργασίες που αναπτύσσονται για τον σκοπό αυτό έχουν τη δική τους δυναμική και απαιτούν την πληρέστερη δυνατή τεκμηρίωση από τα ενδιαφερόμενα κράτη.
Ακούγεται ότι η Τουρκία σχεδιάζει να θέσει ζήτημα περί δήθεν υποχρέωσης αποστρατικοποίησης των Ελληνικών νησιών. Θα είναι μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα πρωτοβουλία εάν τελικά αναληφθεί. Αλλά και ευκαιρία ταυτόχρονα να προβάλλουμε στο πλαίσιο της Συμμαχίας, τη σωρεία των παραβατικών συμπεριφορών της Τουρκίας, αφού η ίδια θα έχει αποδεχθεί και επιλέξει το πεδίο αντιπαράθεσης.
Εν πρώτοις και εις ότι αφορά τους έωλους ισχυρισμούς περί αποστρατικοποίησης, είναι καιρός η εξωτερική μας πολιτική να μην αφήσει ανεκμετάλλευτο ένα πρώτο επίπεδο ουσιαστικής επιχειρηματολογίας. Η μέριμνα για αποστρατικοποίηση περιοχών, στο μέτρο που χρησιμοποιείται ο σχετικός όρος, δεν έχει ως στόχευση να τις καταστήσει ανυπεράσπιστες και ανοχύρωτες.
Θα ήταν παράλογη μια τέτοια παραδοχή συζήτησης ειδικά στο πλαίσιο μιας στρατιωτικής συμμαχίας, όπως το ΝΑΤΟ, που σκοπό και στόχο έχει τη συλλογική και επιμέρους αποτελεσματική προάσπιση και οχύρωση κάθε τμήματος της επικράτειας, που έχει στην ευθύνη του. Σίγουρα εξαίρεση δεν μπορούν να είναι τα Ελληνικά νησιά.
Αλλά πηγαίνοντας και ένα βήμα παραπέρα η αποστρατικοποίηση νοείται ως αποφυγή δημιουργίας εγκαταστάσεων και υποδομών, που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τη διεξαγωγή ενός επιθετικού πολέμου. Και που θα είχαν ως αποτέλεσμα να υπονομεύσουν τη συλλογική ασφάλεια και κατ΄ επέκταση την παγκόσμια ειρήνη.
Θα ήταν ενδιαφέρον να ζητηθεί από τους Τούρκους να υποδείξουν μέσα ή υποδομές που βρίσκονται στα Ελληνικά νησιά και τα οποία ως εκ των χαρακτηριστικών τους, έχουν ως στόχευση την πραγματοποίηση απόβασης στη Μικρά Ασία. Θα ήταν ενδιαφέρον να υποδείξει η Τουρκία την ύπαρξη αποβατικών σκαφών, που ναυλοχούν στα Ελληνικά νησιά και τα οποία θα μπορούσε να εκλάβει ως απειλή.
Την ίδια βέβαια στιγμή θα πρέπει να εξηγήσει την αποστολή και τον ρόλο των δικών της αποβατικών σκαφών και της διαβόητης στρατιάς του Αιγαίου. Εκτός και εάν η αποστολή της είναι αμυντική έναντι οιουδήποτε επιβουλέα εκτός ΝΑΤΟ. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει εύλογα να θεωρεί και να ενισχύει τα Ελληνικά νησιά ως μια πρώτη γραμμή άμυνάς της.
Από τη στιγμή μάλιστα που η Τουρκία επιλέξει τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ ως φόρουμ για τη συζήτηση φερομένων παραβιάσεων των διεθνών συνθηκών, πρέπει να κληθεί να απαντήσει για την κατάφωρη παραβίαση των δικαιωμάτων των Ελλήνων της Ίμβρου και της Τενέδου και την αλλοίωση της Ελληνικότητας των δύο αυτών νησιών, όπως επίσης και τη συνεχιζόμενη κατοχή του 40% της Κυπριακής Δημοκρατίας, που αποτελεί διαρκή υπονόμευση της συλλογικής ασφάλειας, που προασπίζεται το ΝΑΤΟ. Θα είναι μια συζήτηση ενδιαφέρουσα και διαρκής. Και θα έχει ξεκινήσει με πρωτοβουλία της ίδιας της Τουρκίας.