Πολύκαρπος Αδαμίδης: Η Ενωμένη Ευρώπη στα χρόνια του Κορωνοϊού
Είναι χρήσιμο να πορευόμαστε με αρχές και αξιώματα, που στον χρόνο έχουν επιβεβαιωθεί και που αν μη τι άλλο αποτελούν πηγή άντλησης δύναμης και κουράγιου. Αρκεί βέβαια οι αρχές αυτές να μην αφορούν άλλους όρους και συνθήκες. Η επίκλησή τους θα ήταν τότε ένας βιασμός της λογικής. Κάτι σαν να κρίναμε με ίδια κριτήρια, διαφορετικές καταστάσεις. Επιλογή ανεπίτρεπτη και βασική αρχή διδασκαλίας του Δικαίου.
Κάπως έτσι είναι η κατάσταση με τους Ευρωπαίους πολίτες και το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Ενώ για τα μεν άτομα θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι ισχύει η ρήση του Νίτσε, πως ότι δε σε σκοτώνει σε κάνει δυνατότερο, δε θα μπορούσε να ισχύσει το ίδιο και για το θεσμικό οικοδόμημα. Ήδη το Ευρωπαϊκό μας ‘σπίτι’ έχει δοκιμαστεί, μόλις πρόσφατα, από την κρίση του χρέους, που έτεινε να εξελιχθεί σε κρίση του Ευρώ. Η Ελλάδα πλήρωσε βαρύ το τίμημα. Ας όψονται και οι ‘χρήσιμοι ενδιάμεσοι’ που μέσα στην ανεπάρκειά τους, έπαιξαν τον ρόλο των νεροκουβαλητών. Δεν ήξεραν να κάνουν και κάτι διαφορετικό.
Ήταν όμως για όλους τους θεσμούς ένας σεισμός. Ένας κλονισμός των θεμελίων που επιτάθηκε με την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου. Κι αυτή ως αποτέλεσμα και με αφορμή κυρίως, μια άλλη κρίση, τη μεταναστευτική. Νέα δοκιμασία για τα θεμέλια του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος, που επενεργεί σωρευτικά. Και τώρα ήρθε η κρίση του Κορωνοϊού. Μαζί της και η αγωνία για την επόμενη ημέρα. Που είναι τραγικά κοντά, μέσα από την ύφεση, που δεν είναι προβλέψεις αριθμών, αλλά μια πραγματικότητα, που καθημερινά επιδεινώνεται, ως προς τους γενεσιουργούς της παράγοντες. Την απόλυτη αδρανοποίηση της οικονομικής ζωής, το ‘νέκρωμα’ των συναλλαγών, την ουσιαστική απώλεια των θέσεων εργασίας.
Απέναντι στη ζοφερή αυτή προοπτική, πρέπει να υπάρξει αντίδραση. Είναι κοινός τόπος και κοινή αποδοχή. Εξ ου και τα εθνικά προγράμματα των κρατών μελών για διοχέτευση δισεκατομμυρίων στην εσωτερική τους αγορά. Ανάλογα βέβαια με τις δυνατότητές τους. Και τη γραμμή πυρός τους. Που διαφέρει σημαντικά. Και που ‘παίζει’ με τρόπο ιδανικό σε όλους όσους απεργάζονται τη ναρκοθέτηση της Ευρωπαϊκής προοπτικής. Ήδη η αρμόδια Ευρωπαία Επίτροπος αναφέρθηκε ονομαστικά στη Ρωσία, ως τη χώρα εκπόρευσης και συντονισμού της παραπληροφόρησης για τον Κορονοϊό και όλων όσων υποδαυλίζουν τις εσωτερικές εντάσεις.
Πέρα όμως από την προπαγάνδα, που δε μας ξενίζει η ένταση και ο χρόνος που υλοποιείται, υπάρχει η ουσία. Και η ουσία αναδεικνύεται και στην επιστολή των 9 κρατών μελών, που ζητούν αλληλεγγύη για τη διαχείριση του Οικονομικού Αρμαγεδδώνα, που επιφέρει η Πανδημία και επιτείνεται από την ύφεση που προκαλεί. Και πάλι η απάντηση μπορεί να δοθεί μόνο μέσα από την Ευρώπη. Και να προβληθεί ανάλογα.
Μετά από περιπετειώδεις διαβουλεύσεις το EuroGroup συμφώνησε να προταθεί στο Συμβούλιο Κορυφής, που θα γίνει τις επόμενες μέρες, μια δέσμη μέτρων που ανέρχεται στο ποσό των 540 δισεκατομμυρίων Ευρώ. Μια πραγματική ένεση χρήματος. Που είναι όσο ποτέ απαραίτητη τώρα που οι συνέπειες της ύφεσης εκτιμώνται ήδη στο ποσό του 1 τρισεκατομμυρίου Ευρώ. Που δεν μπορεί βέβαια να αντιμετωπιστεί μόνο με Ευρωπαϊκά κονδύλια.
Το Ευρωπαϊκό πακέτο θα αποτελείται από 200 δισεκατομμύρια Ευρώ που θα δοθούν ως δάνεια από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, 100 δισεκατομμύρια Ευρώ, που θα αποτελέσουν την προίκα του Ταμείου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την καταπολέμηση της Ανεργίας και 240 δισεκατομμύρια Ευρώ που θα δοθούν από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης, αποκλειστικά για την κάλυψη δαπανών που αφορούν την καταπολέμηση του Κορωνοϊού και τις σχετικές υγειονομικές δαπάνες και μέχρι του ποσού του 2% του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος, κάθε κράτους-μέλους που ζητά τη συνδρομή του. Χωρίς άλλους όρους. Είναι μια σημαντική παράμετρος που ανακουφίζει εν πρώτοις τις ανησυχίες για την υποχρέωση σύναψης μνημονίου με κάθε αποδέκτρια χώρα και την ανάληψη υποχρεώσεων , για μισθούς, συντάξεις και επιδόματα. Δεν είναι βέβαια το ισοδύναμο, σε πρώτο χρόνο τουλάχιστον της δυνατότητας δανεισμού με την εγγύηση της Ευρώπης, το λεγόμενο Ευρωομόλογο. Οι κίνδυνοι για την επιβάρυνση της πιστοληπτικής ικανότητας και των όρων δανεισμού των κρατών μελών, που θα προσφύγουν σε αυτό παραμένουν.
Το πακέτο μέτρων δεν είναι σε καμία περίπτωση ένα νέο σχέδιο Μάρσαλ. Και δε θα μπορούσε να είναι εξ ορισμού λόγω διαφοράς μεγεθών. Το τότε Σχέδιο Μάρσαλ ισοδυναμούσε με το 2,6% του ΑΕΠ των 16 αποδεκτριών χωρών και του 1,1% του αντίστοιχου των ΗΠΑ. Σήμερα ο Κοινοτικός Προϋπολογισμός ανέρχεται σε επίπεδα της τάξης 1-1,1% του ΑΕΠ των Κρατών -Μελών. Και έχει ανελαστικές προτεραιότητες. Κάθε προσπάθεια επανάληψης σε τάξη μεγέθους του Σχεδίου Μάρσαλ, θα απαιτούσε γενναία αύξηση των συνδρομών των Κρατών Μελών και ειδικά του πλούσιου Βορρά στον Κοινοτικό Προϋπολογισμό. Προοπτική που δεν έχει έρεισμα στη σημερινή πραγματικότητα. Τη στιγμή μάλιστα που Ολλανδία, Αυστρία, Φινλανδία και Γερμανία, στυλώνουν τα πόδια και αρνούνται να εγγυηθούν τον δανεισμό της Ευρώπης, από τον φόβο μήπως κληθούν να καλύψουν τις Ευρωπαϊκές Εγγυήσεις, εάν κάποιο από τα κράτη- μέλη, δεν ανταποκριθεί στην καταβολή των δανειακών του δόσεων.
Η συζήτηση σίγουρα δεν εξαντλείται στην πρόσφατη συμφωνία των Ευρωπαίων Υπουργών Οικονομικών. Οι προτάσεις τους πρέπει ούτως ή άλλως να εγκριθούν από τους Αρχηγούς Κρατών και Κυβερνήσεων, όπου ενδεχομένως και θα αποσαφηνιστούν. Είναι ένα πρώτο στάδιο. Μιας διαδρομής που μόλις ξεκινά για τη διαχείριση της πανδημίας και των συνεπειών της. Και η οποία χρειάζεται όσο ποτέ τη φλόγα των υπέρμαχων του Ευρωπαϊκού ονείρου και της Ευρωπαϊκής προοπτικής.