Το 2009 η Ελληνική Διπλωματία, με Πρωθυπουργό τον Κώστα Καραμανλή και Υπουργό Εξωτερικών την Ντόρα Μπακογιάννη, κατήγαγε μια επιτυχία. Διευθέτησε την εκκρεμότητα του προσδιορισμού των ορίων της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης μας με την Αλβανία, κατά τα προβλεπόμενα από το Διεθνές Δίκαιο και με τρόπο που κατοχύρωνε τα Εθνικά Δίκαια. Στόχευση αν μη τι άλλο θεμιτή και αυτονόητη, που η αποτελεσματικότητά της επιβεβαιώθηκε- ενδεικτικά και χωρίς να αποτελεί το αποκλειστικό κριτήριο για την αξία της- και από την εκ των υστέρων απαράδεκτη, για τους όρους των διεθνών σχέσεων και παράνομη από πλευράς σεβασμού της διεθνούς νομιμότητας και του Διεθνούς Δικαίου, αντίδραση των Αλβανών.

Ούτε λίγο ούτε πολύ η κυβέρνηση Ράμα, που είναι και σήμερα Πρωθυπουργός της Αλβανίας, κατήγγειλε την κυβέρνηση Μπερίσα που είχε συνάψει τη συμφωνία με τη χώρα μας για τον καθορισμό της ΑΟΖ. Και σε ‘επιστέγασμα΄ των ‘καταγγελιών’ αυτών, ήρθε και η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Αλβανίας, που ‘ακύρωσε’ την καθ’ όλα νόμιμη διεθνή συμφωνία για την ΑΟΖ. Πρακτικές, που αντιστοιχούν στα Βαλκάνια του ‘Βαλκανιζατέρ’ και τη σουρεάλ μάλιστα εκδοχή τους την επαύριο της πτώσης του Κομμουνισμού. Μάθαμε με τον τρόπο αυτό, ότι πέρα από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, υπάρχει και το Συνταγματικό Δικαστήριο της Αλβανίας, που με τα νάματα προφανώς της διδασκαλίας του Χότζα και του Αλία, κρίνει και τη διεθνή νομιμότητα.

Η παράλογη εξέλιξη, πέρα από κωμική, αποτελεί και ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο για την περαιτέρω ενταξιακή πορεία της Αλβανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Που είναι περισσότερο από καλοδεχούμενη, υπό τον όρο πάντα ότι θα σεβαστεί ότι συνθέτει το λεγόμενο Κοινοτικό κεκτημένο, όπως και τις επιταγές του Διεθνούς Δικαίου, των δικαιωμάτων της μειονότητας και τις σχέσεις καλής γειτονίας. Ότι δηλαδή ίσχυσε και ισχύει για κάθε κράτος που θέλει να γίνει ΄κομμάτι’ της μεγάλης Ευρωπαϊκής Οικογένειας. Προφανώς η Αλβανία δεν μπορεί να είναι η εξαίρεση. Σε βάρος μάλιστα των εθνικών μας δικαίων.

Ήδη τα διαπιστευτήριά της, ως προς το σεβασμό των δικαιωμάτων της μειονότητας, δεν είναι ενθαρρυντικά. Πρόσφατο παράδειγμα τα όσα παράλογα και παράνομα επιχειρήθηκαν για την αρπαγή των περιουσιών των Ελλήνων Χειμαρριωτών. Η εξίσου παράνομη και αντιδεοντολογική συμπεριφορά της στο θέμα της ΑΟΖ, είναι ένα ακόμα κραυγαλέο παράδειγμα.

Με την πλέον καλόπιστη προσέγγιση οι Αλβανικοί ισχυρισμοί, δεν έχουν οποιαδήποτε νομικό έρεισμα. Η Συνθήκη της Βιέννης του 1969 για την ερμηνεία των Συνθηκών ρητά αναφέρει στο άρθρο 26 ότι τα συμπεφωνημένα πρέπει να τηρούνται (pactasuntservanta), ενώ στα άρθρα 26, 27, 46, 47 ρητά αναφέρεται ότι οι διατάξεις της εσωτερικής έννομης τάξης, του κράτους που έχει συμβληθεί σε διεθνή συμφωνία, δεν μπορούν να προβληθούν για να απαλλαγεί από τις δεσμεύσεις του. Ακόμα και εάν ο νόμιμος εκπρόσωπός του υπερέβη τις αρμοδιότητές του, ή τους περιορισμούς που του είχαν τεθεί, εφόσον αυτοί δεν είχαν γίνει γνωστοί στο άλλο αντισυμβαλλόμενο κράτος. Ουδέποτε τέτοιοι είδους περιορισμοί δε μας γνωστοποιήθηκαν στο πλαίσιο της σύναψης της Συμφωνίας του 2009, για την ΑΟΖ, ούτε και ποτέ προβλήθηκε, όπως το άρθρο 50 της Συνθήκης της Βιέννης ορίζει, ο ισχυρισμός για χρηματισμό των αρμόδιων Αλβανών αξιωματούχων. Και στην περίπτωση αυτή ο ισχυρισμός θα έπρεπε να αποδειχθεί για να διεκδικήσει η Αλβανία την αποδέσμευσή της.

Και ενώ συμβαίνουν όλα αυτά και η Αλβανία είναι εν αδίκω και ενώ είναι η ‘επισπεύδουσα’ για την επίλυση του προβλήματος που η ίδια προκάλεσε και προκειμένου να συνεχιστεί η ενταξιακή πορεία της, ανακοινώνεται ότι το θέμα του καθορισμού της ΑΟΖ, θα παραπεμφθεί με συνυποσχετικό στη Χάγη. Πρόκειται για απόλυτα παράλογη εξέλιξη, που απεμπολεί εθνικά μας δικαιώματα, άνευ ουδενός ανταλλάγματος! Το μόνο που θα μπορούσε με το συνυποσχετικό να παραπεμφθεί στη Χάγη-και αυτό ως ακραία ένδειξη της μεγαθυμίας μας- θα ήταν το ερώτημα του κατά πόσο η Αλβανία έχει έγκυρα υπαναχωρήσει από τις προβλέψεις της Συμφωνίας του 2009 και δικαιούται να εμείνει στην παράνομη αυτή συμπεριφορά της. Υπάρχει και χαρακτηριστικό μάλιστα προηγούμενο, ομοειδούς παραπομπής, σε σχετική διένεξη μεταξύ Καμερούν και Νιγηρίας.

Οι αποφάσεις και οι επιλογές είναι ιδιαίτερα κρίσιμες. Δύνανται να θεωρηθούν ως παραχωρήσεις εθνικών δικαιωμάτων. Άλλοθι άγνοιας δεν υπάρχουν. Είναι από τις περιπτώσεις που η ευήθεια και ο δόλος, είναι εξίσου καταδικαστικά για τους υπαίτιους.