Οι εξελίξεις στη Λιβύη για τα εθνικά συμφέροντα δεν προδιαγράφονται θετικές. Η Τουρκική διπλωματία με επιμονή και μεθοδικότητα υφαίνει κυκλωτικό ιστό. Η επιλογή της χώρας μόνο τυχαία δεν είναι. Σε πρώτο βαθμό και με μια εύκολη ανάγνωση, η σύσφιγξη των σχέσεων με το καθεστώς Φάρατζ, ήταν μια συνέχεια του «πατερναλιστικού» ρόλου που διεκδίκησε στον μουσουλμανικό κόσμο, ο Ερντογάν, την επομένη της Αραβικής Άνοιξης. Το «εκκοσμικευμένο ή λαϊκό Ισλάμ», που περήφανα πρόβαλε, ο Τούρκος Πρόεδρος, με πρώτο σημείο αναφοράς τη χώρα του. Εκεί όπου κατάφερε να καταστεί κυρίαρχη δύναμη, από παρίας της πολιτικής στη σκιά του Κεμαλισμού.
Πέρα όμως από τις συγκυριακές επιλογές, η Λιβύη, αποτελούσε ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον αφήγημα για την Τουρκία σε σχέση με τον τρόπο που διευθετήθηκε η υφαλοκρηπίδα της, τόσο με τη Μάλτα, όσο και με την Τυνησία. Και στις δύο περιπτώσεις το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, αξιολόγησε τα Λιβυκά επιχειρήματα, περί του ρόλου των νησιών, περιλαμβανομένου και του νησιωτικού κράτους, όπως η Μάλτα, σε σχέση με τη διαδικασία προσδιορισμού των θαλασσίων ορίων και του μήκους των σχετικών ακτογραμμών της Λιβύης. Οι παραδοχές του, συστηματικά τείνουν να αποτελέσουν, υπό όρους και επιλεκτικές ερμηνευτικές προσεγγίσεις, όπλα στη φαρέτρα των Τουρκικών διεκδικήσεων, στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Και δεν είναι μόνο αυτό. Το Τουρκο Λιβυκό σύμφωνο, όσο και αν το ξορκίζουμε, με την ουσιώδη μάλιστα συμπαράσταση του διεθνούς παράγοντα και ιδιαίτερα των ομοτράπεζών μας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που υπερέβαλαν εαυτούς και θεώρησαν ότι δεν παράγει έννομα αποτελέσματα, είναι μια πραγματικότητα επί του πεδίου. Μια σπαζοκεφαλιά, που ανεξάρτητα του βαθμού βασιμότητας και εγκυρότητάς της, πρέπει να ανατρέψουμε. Όταν μάλιστα αφορά μια διεθνή συμφωνία, που είναι αφ’ εαυτής η ιδεώδης επιλογή και προτεραιότητα του Διεθνούς Δικαίου για τη θεμελίωση διεθνών δικαιωμάτων. Γιατί σίγουρα και πέρα από τη δογματική ορθότητα των διατάξεών του, το Διεθνές Δίκαιο και εν προκειμένω το Δίκαιο της Θάλασσας, προτιμά να μη «δοκιμάζεται». Και να μην υπονομεύει την ισχύ του μέσα από την ανάδειξη των ενδεχόμενα ελλειμματικών μηχανισμών επιβολής του.
Αυτό δε σημαίνει ότι πλευρά μας δεν έχει επιχειρήματα και μάλιστα βουνό. Με πρώτο και σημαντικότερο τη θεμελιώδη αρχή πως καμία διμερής συμφωνία δεν μπορεί να επηρεάσει τα συμφέροντα άλλων κρατών, εν προκειμένω τα δικά μας. Καλούμαστε όμως να ακολουθήσουμε τις εξελίξεις που άλλοι διαμορφώνουν για εμάς. Εν τω μεταξύ υπάρχει και η διαδικασία του Βερολίνου, που κάποια στιγμή θα τεθεί εκ νέου σε ισχύ. Ενεργούμε για να διασφαλίσουμε τη συμμετοχή μας ή θα «αιφνιδιαστούμε» και θα βρεθούμε «εκτός νυμφώνος» και πάλι; Σε κάθε περίπτωση θα είναι στρατηγικά ανεπίτρεπτη η δημοσιοποίηση της απόρριψης του αιτήματός μας για συμμετοχή, ειδικά μάλιστα αν αυτό γίνει την τελευταία στιγμή. Δείχνει ενοχές και προχειρότητα.
Ανησυχητική είναι και η τροπή που έχουν πάρει τα πράγματα στον εμφύλιο της Λιβύης. Δεν είναι μόνο η εξόφθαλμη στήριξη των δυνάμεων του Φάρατζ από τους Τούρκους και οι επιτυχίες τους σε βάρος του Χαφτάρ. Η στάση της Ρωσίας, είναι που κρούει τον κώδωνα του κινδύνου. Δείχνει να επαναλαμβάνεται το μοντέλο Τουρκο Ρωσικής συνύπαρξης στη Συρία. Και η απειλή είναι διττή για τη Δύση και την Ευρώπη, καθώς η στρόφιγγα των μεταναστευτικών ορών, που εκκινούν από τη Βόρεια Αφρική φαίνεται να περιέρχεται στον έλεγχο δύο χωρών, που για δικούς τους λόγους επιθυμούν να επιτείνουν την πίεση στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό δε σημαίνει ότι ήταν λάθος η στήριξη στον Χαφτάρ. Τουναντίον στη δυναμική της γεωπολιτικής, χρειάζεται εγρήγορση και «επενδύσεις» σε πρόσωπα και «στρατόπεδα». Όχι για τη χαρά του «παίγνιου». Αλλά για να κρατήσεις τις εστίες της έντασης και της βίας, μακριά από τον «οίκο σου».