Η καραντίνα, όχι μόνο έσωσε τις ζωές εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων, αλλά έδωσε μια γεύση του πώς θα μπορούσε να είναι η ζωή στον πλανήτη αν μειώνονταν οι ανθρωπογενείς δραστηριότητες που επιβαρύνουν το περιβάλλον.

Μείωση στις συγκεντρώσεις των ρύπων που σχετίζονται με την κυκλοφορία οχημάτων κατά 30-40% στον αθηναϊκό ουρανό – σε πόλεις του εξωτερικού η μείωση αυτή έφτασε και το 60%. Καθαρότερα νερά στις θάλασσες και στους ωκεανούς της υδρογείου. Λιγότερη ηχορύπανση σε ξηρά και θάλασσα. «Ανακατάληψη» αστικών και ημιαστικών περιοχών από εκδιωγμένα από την ανθρώπινη παρουσία ζώα. Η καραντίνα, όχι μόνο έσωσε τις ζωές εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων σε όλο τον κόσμο, αλλά έδωσε μια γεύση του πώς θα μπορούσε να είναι η ζωή στον πλανήτη αν μειώνονταν οι ανθρωπογενείς δραστηριότητες που επιβαρύνουν το περιβάλλον. Ποια μαθήματα λοιπόν μπορούμε να διδαχθούμε από την πανδημία;

«Το βασικό μάθημα σχετίζεται με τους παράγοντες που μας οδήγησαν σε αυτή» σημειώνει η κ. Παναγιώτα Μαραγκού, συντονίστρια δράσεων βιοποικιλότητας του WWF Ελλάς. «Τις τελευταίες δεκαετίες βλέπουμε μια διεθνή αύξηση σε αναδυόμενες ζωονόσους, ασθένειες δηλαδή που μεταφέρονται από τα ζώα στον άνθρωπο, σε ξεσπάσματα επιδημιών ή και μια σταθερή παρουσία παραμελημένων ζωονόσων σε πιο φτωχές χώρες. To ίδιο διάστημα οι ανθρώπινες δραστηριότητες έχουν προκαλέσει κατακλυσμιαίες αλλαγές στον πλανήτη μας, αλλοιώνοντας τα 3/4 της χέρσου και τα 2/3 των ωκεανών. Οι φυσικές περιοχές και η βιοποικιλότητα συρρικνώνονται, φέρνοντας την άγρια ζωή σε στενότερη επαφή με τον άνθρωπο, διαταράσσεται η ισορροπία και μειώνεται η ανθεκτικότητα των οικοσυστημάτων και των οργανισμών και γίνονται συνολικά πιο ευάλωτοι σε νέες ασθένειες ή μεταφορές παθογόνων. Η αποψίλωση των δασών, η αλλαγή των καλύψεων γης, η επέκταση της εντατικής γεωργίας, αλλά και η αιχμαλωσία άγριων ζώων ή η εκτροφή τους σε αιχμαλωσία με σκοπό την εμπορία τους δημιουργεί συνθήκες που αυξάνουν εκρηκτικά τις πιθανότητες διαφορετικά παθογόνα να περάσουν από άγρια ή/και οικόσιτα ζώα στον άνθρωπο, προκαλώντας ασθένειες και συμβάλλοντας καθοριστικά στην εμφάνιση επιδημιών και πανδημιών», καταλήγει.

Στο γεγονός ότι αποδείχθηκε πως «μια αποφασιστική και πειστική πολιτική και μια γενικότερη πολιτική σύμπνοια, που στηρίζεται σε απτά και έγκυρα επιστημονικά δεδομένα, μπορεί να εμπνεύσει τον πολίτη» στέκεται ο δρ Ευάγγελος Γερασόπουλος, διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών. «Μάθαμε ότι δεν πρέπει να δρούμε μόνο όταν το πρόβλημα είναι έξω από την πόρτα μας και τη χτυπάει, όπως στην περίπτωση της πανδημίας, αλλά και για άλλα πολύ σοβαρά προβλήματα, όπως αυτό της κλιματικής αλλαγής. Η επιστημονική κοινότητα κρούει εδώ και δεκαετίες τον κώδωνα του κινδύνου και θα πρέπει με την ίδια αποφασιστικότητα να δράσουν τα έθνη παρά το ότι το αναμενόμενο αποτέλεσμα θα φανεί αργότερα» τονίζει.

 

Η επιθυμία του κόσμου

Πώς όμως τα «μαθήματα» που αντλήσαμε από την πανδημία θα μπορούσαν να μεταφραστούν σε απτές πολιτικές προστασίας του περιβάλλοντος; «Κάποιες χώρες φαίνεται να λαμβάνουν τα σωστά διδάγματα και ακούν την επιθυμία του κόσμου να ζει και να εργάζεται σε βιώσιμες πόλεις χωρίς ρύπανση. Για παράδειγμα, το Μιλάνο ανακοίνωσε έκτακτο πρόγραμμα πεζοδρόμησης και ποδηλατοδρόμησης στην προσπάθεια να περιοριστεί η χρήση του αυτοκινήτου στην πόλη. Κι άλλες πόλεις φαίνεται να στρέφονται σε αυτήν την κατεύθυνση, όπως το Παρίσι, η Βαρκελώνη, οι Βρυξέλλες και η Αθήνα. Η Γαλλία ανακοίνωσε πρόγραμμα ύψους 20 εκατ. ευρώ για να βοηθήσει τον κόσμο να στραφεί στο ποδήλατο» σημειώνει ο κ. Τάκης Γρηγορίου, υπεύθυνος για θέματα ενέργειας και κλιματικών αλλαγών του ελληνικού γραφείου της Greenpeace.

Ιδανικές θεωρεί τις παρούσες συνθήκες για μία «επανεκκίνηση» με νέους όρους ο κ. Γερασόπουλος: «Η ελληνική πολιτεία και τα κράτη διεθνώς, λοιπόν, επειδή το θέμα της ρύπανσης δεν έχει δυστυχώς σύνορα, θα πρέπει να κινηθούν προς ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης όπου παράλληλα θα προστατεύονται το περιβάλλον και το κλίμα.

Ο πλανήτης ξαφνικά σταμάτησε για να πάρει μια ανάσα από την πίεση στην οποία τον υποβάλουμε, σε λίγο θα ξαναρχίσει να τρέχει και πρέπει να αποφασίσει την κατεύθυνση στην οποία θα επιλέξει να κινηθεί. Μέτρα και κίνητρα για τη μείωση των εκπομπών από τις μετακινήσεις, όπως για παράδειγμα η συζήτηση που έχει πλέον για τα καλά εκκινήσει για την ηλεκτροκίνηση, για τη μεγαλύτερη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, την απολιγνιτοποίηση που έχει ήδη ανακοινωθεί στη χώρα μας, και πολλά ακόμα, δεν μπορούν να περιμένουν. Αν βάζαμε λοιπόν έναν στόχο για να τρέξουμε προς τα εκεί, αυτός θα ήταν η “αειφόρος ανάπτυξη”».

 

Αλληλεγγύη στη φύση

«Πρέπει να αντιληφθούμε ότι η προστασία και η αποκατάσταση των φυσικών οικοσυστημάτων δεν είναι πολυτέλεια ή επιλογή απέναντι σε μια ασαφή οικονομική ανάπτυξη. Είναι καθοριστικής σημασίας και για την ανθρώπινη υγεία», τονίζει η κ. Μαραγκού. «Η επόμενη μέρα πρέπει να μας βρει διαφορετικούς και πιο “αλληλέγγυους” με τη φύση και την προστασία της. Αυτό μπορεί να γίνει αν όλοι αναθεωρήσουμε τη σχέση μας με αυτή, τόσο στις καθημερινές μας επιλογές, αλλά πολύ περισσότερο στις πολιτικές αντιμετώπισης που θα επιλεχθούν, στη φιλοσοφία και στη στόχευση των χρηματοδοτήσεων αντιμετώπισης της ύφεσης», καταλήγει.

Συστημικές αλλαγές που μειώνουν τη ρύπανση και προστατεύουν το φυσικό περιβάλλον προκρίνει ο κ. Γρηγορίου: «Αμεση προτεραιότητα είναι η τήρηση των διεθνών και εθνικών δεσμεύσεων για οικονομίες μηδενικού άνθρακα πριν από το 2050 που προβλέπει η συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα. Επιγραμματικά, αυτό μεταφράζεται σε γρήγορη απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, στροφή στην κυκλική οικονομία για μείωση του πλαστικού αποτυπώματος και εξοικονόμηση πόρων, περιορισμός της βιομηχανικής κτηνοτροφίας και στροφή σε ένα διατροφικό μοντέλο με λιγότερο κρέας. Θα πρέπει να προστατεύσουμε τα φυσικά οικοσυστήματα από την ανθρώπινη παρουσία». Είναι ανησυχητικό, αλλά αληθινό πως «σε έναν πλανήτη που νοσεί θα νοσεί και ο άνθρωπος», επισημαίνει.

Το lockdown λοιπόν υπήρξε ένα μη σχεδιασμένο «παγκόσμιο πείραμα» από το οποίο μπορούν να εξαχθούν πολύτιμα συμπεράσματα για τη σχέση του ανθρώπου με τη φύση. Οι άνθρωποι –αν και με μάσκες– ανέπνευσαν καθαρότερο αέρα και ταυτόχρονα απέκτησαν πρόσβαση σε ένα παράθυρο με θέα ένα καλύτερο μέλλον.

 

 

 

Πηγή: kathimerini.gr