Τι ανακάλυψαν επιστήμονες

Οι άνθρωποι εκπέμπουν ένα κοκτέιλ σωματικής μυρωδιάς, θερμότητας και διοξειδίου του άνθρακα, το οποίο διαφέρει από άτομο σε άτομο και τα κουνούπια το χρησιμοποιούν για να εντοπίσουν το επόμενο «γεύμα» τους, σύμφωνα με τους επιστήμονες.

Αν και τα περισσότερα ζώα έχουν ένα συγκεκριμένο σύνολο νευρώνων που ανιχνεύουν κάθε τύπο οσμής, τα κουνούπια μπορούν να πάρουν μυρωδιές μέσω πολλών διαφορετικών οδών, τονίζει η μελέτη, η οποία δημοσιεύεται στο επιστημονικό περιοδικό Cell.

«Διαπιστώσαμε ότι υπάρχει πραγματική διαφορά στον τρόπο με τον οποίο τα κουνούπια κωδικοποιούν τις οσμές που συναντούν σε σύγκριση με όσα μάθαμε από άλλα ζώα», δήλωσε η Μεγκ Γιάνγκερ, επίκουρη καθηγήτρια βιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης και μία από τους κύριους συγγραφείς της μελέτης. Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Ροκφέλερ, στη Νέα Υόρκη, έμειναν άναυδοι όταν τα κουνούπια εξακολουθούσαν να εντοπίζουν τους ανθρώπους ακόμη και αφού είχαν αφαιρέσει από το γονιδίωμά τους μια ολόκληρη οικογένεια πρωτεϊνών που αντιλαμβάνονται τις ανθρώπινες οσμές.

Η ομάδα εξέτασε στη συνέχεια τους υποδοχείς οσμών στις κεραίες των κουνουπιών, οι οποίοι δεσμεύονται με χημικές ουσίες που επιπλέουν στο περιβάλλον και δίνουν σήμα στον εγκέφαλο μέσω των νευρώνων.

«Υποθέσαμε ότι τα κουνούπια θα ακολουθούσαν το κεντρικό δόγμα της όσφρησης, που είναι ότι μόνο ένας τύπος υποδοχέα εκφράζεται σε κάθε νευρώνα», είπε η Γιάνγκερ. «Αντίθετα, αυτό που έχουμε δει είναι ότι διαφορετικοί υποδοχείς μπορούν να ανταποκριθούν σε διαφορετικές οσμές στον ίδιο νευρώνα».

Αυτό σημαίνει ότι η απώλεια ενός ή περισσότερων υποδοχέων δεν επηρεάζει την ικανότητα των κουνουπιών να αντιλαμβάνονται τις ανθρώπινες μυρωδιές. Αυτό το εφεδρικό σύστημα θα μπορούσε να έχει εξελιχθεί ως μηχανισμός επιβίωσης, λένε οι ερευνητές.

Η κατανόηση του τρόπου με τον οποίο ο εγκέφαλος των κουνουπιών επεξεργάζεται την ανθρώπινη οσμή, θα μπορούσε να συμβάλλει στη μείωση της εξάπλωσης των ασθενειών που μεταδίδονται από κουνούπια, όπως η ελονοσία, ο δάγκειος και ο κίτρινος πυρετός, είπαν οι ερευνητές.

 

Με πληροφορίες από Guardian

Πηγή: lifo.gr