Το πείραμα φυλάκισης του Στάνφορντ αφορούσε στις ψυχολογικές επιπτώσεις που επιφέρει η μετατροπή ενός ατόμου σε φυλακισμένο ή δεσμοφύλακα. Διήρκεσε μια εβδομάδα και τερματίστηκε εσπευσμένα στις 21 Αυγούστου 1971

Στο πανεπιστήμιο Stanford των Ηνωμένων Πολιτειών τερματίστηκε εσπευσμένα, μια μέρα σαν σήμερα, 21 Αυγoύστου του 1971, ένα αποκαλυπτικό πείραμα για τη σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και τις αρμοδιότητές του.

 

Οι ψυχολόγοι στρατολόγησαν λευκούς φοιτητές με καλή παιδεία, καλούς τρόπους καλή φυσική και ψυχική υγεία. Έριξαν κλήρο για το ποιος θα παρίστανε το δεσμοφύλακα και ποιος το φυλακισμένο, σε μία φυλακή που έστησαν στα υπόγεια του πανεπιστημίου.

Οι φυλακισμένοι ήταν άοπλοι, ήταν απλά αριθμοί δίχως όνομα. Οι δεσμοφύλακες είχαν ονόματα χωρίς αριθμούς, κρατούσαν όμως ρόπαλα. Στην αρχή όλο αυτό έμοιαζε με παιχνίδι, όμως από την πρώτη κιόλας μέρα οι δεσμοφύλακες άρχισαν να δείχνουν υπερβάλλοντα ζήλο στο ρόλο τους.

Η άδεια για την τουαλέτα δίνονταν έπειτα από πολλά παρακάλια. Οι φυλακισμένοι κοιμούνταν γυμνοί στο τσιμεντένιο πάτωμα και στα κελιά της απομόνωσης, όπου τους στερούσαν το φαγητό και το νερό. Επέβαλαν τιμωρία σε όποιον μιλούσε δυνατά, ξύλο, βρισιές ταπείνωσης. Το πείραμα δεν κράτησε πολύ. Μόνο μία εβδομάδα. Τερματίστηκε μία μέρα σαν σήμερα 21 Αυγούστου του 1971.

Το Πείραμα φυλάκισης του Στάνφορντ ήταν ένα πείραμα πάνω στις ψυχολογικές επιπτώσεις που επιφέρει η μετατροπή ενός ατόμου σε φυλακισμένο ή δεσμοφύλακα. Το πείραμα διεξήχθη από την ερευνητική ομάδα του καθηγητή ψυχολογίας Φίλιπ Ζιμπάρντο του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ.

24 φοιτητές επιλέχθηκαν ανάμεσα σε 70 για να παίξουν τους ρόλους των φυλακισμένων και των δεσμοφυλάκων. Η επιλογή των υποψηφίων έγινε με βάση την απουσία ψυχολογικών και ιατρικών προβλημάτων, αλλά και ποινικού μητρώου, έτσι ώστε να αποτελούν ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα για την επιστημονική παρατήρηση. Οι ρόλοι μοιράστηκαν μετά από ρίψη κέρματος

Oι κρατούμενοι εξεγέρθηκαν και οι δεσμοφύλακες αντέδρασαν
Σκοπός του πειράματος ήταν η μελέτη του τρόπου με τον οποίο συνηθισμένοι άνθρωποι που είχαν μια φυσιολογική ζωή θα αντιδρούσαν σε μια ραγδαία αλλαγή των κοινωνικών ρόλων που είχαν στη ζωή τους. Οι συνθήκες του πειράματος ήταν τόσο αληθοφανείς, ώστε να προσομοιάζουν στην πραγματική εμπειρία της κράτησης σε φυλακή.

Η πρώτη μέρα λειτουργίας της «φυλακής» κύλησε απρόσκοπτα. Ωστόσο, τη δεύτερη μέρα οι κρατούμενοι εξεγέρθηκαν και οι δεσμοφύλακες αντέδρασαν με ένα ιδιαίτερα βίαιο και αυταρχικό τρόπο. Έπειτα από ελάχιστες μόνο μέρες παραμονής τους στη «φυλακή» οι κρατούμενοι περιέγραψαν ότι ένιωθαν λες και η προηγούμενή τους ταυτότητα είχε εξαφανιστεί, σαν να είχαν γίνει το νούμερο που αναγραφόταν στις φόρμες τους. Αντίστοιχα, οι φρουροί, ένιωθαν πως ο ρόλος τους ήταν να «βασανίζουν» τους κρατούμενους.

Τον ενδιέφερε περισσότερο η ασφάλεια της φυλακής!
Ακόμα και ο κύριος ερευνητής, ο Φίλιπ Ζιμπάρντο, παραδέχτηκε πως επηρεάστηκε από τις συνθήκες του πειράματος σε τέτοιο βαθμό ώστε να νιώθει ο «υπεύθυνος της φυλακής». Αναφέρει ότι μεταμορφώθηκε σε μια ιδρυματική, άκαμπτη μορφή εξουσίας και τον ενδιέφερε περισσότερο η ασφάλεια της φυλακής, παρά το καλό των συμμετεχόντων του πειράματος.

Το ίδιο συνέβη και στην υπόλοιπη ομάδα, η οποία επικεντρώθηκε στον τρόπο λειτουργίας της «φυλακής», σχεδόν ξεχνώντας τον αρχικό στόχο του πειράματος. Έπειτα από παρέμβαση ενός από τους συνεργάτες του Φίλιπ Ζιμπάρντο, το πείραμα σταμάτησε μετά από 6 μέρες, ενώ αρχικά είχε προγραμματιστεί να διαρκέσει 14.

Τα ευρήματα του πειράματος δείχνουν πως άνθρωποι οι οποίοι, αρχικά, είχαν αξιολογηθεί ως ειρηνιστές, όταν ανέλαβαν το ρόλο των δεσμοφυλάκων απέκτησαν την τάση να εξευτελίζουν και να κακοποιούν σωματικά τους κρατούμενους, λέγοντας ότι ήταν μια διαδικασία που την απήλαυσαν. Οι κρατούμενοι, από την άλλη πλευρά, γρήγορα άρχισαν να δείχνουν σημάδια συναισθηματικής κατάπτωσης, ενώ πέντε από αυτούς χρειάστηκε να αποχωρήσουν από τη φυλακή πριν ολοκληρωθεί το πείραμα.

Τα ευρήματα του πειράματος έχουν τεθεί υπό αμφισβήτηση
Η εξήγηση των ερευνητών για τη συμπεριφορά των συμμετεχόντων κατά τη διάρκεια της πραγματοποίησης του πειράματος αφορούσε την ανάληψη των κοινωνικών ρόλων που τους είχαν ανατεθεί. Επομένως, οι δεσμοφύλακες έπρεπε να είναι αυταρχικοί και να κακοποιούν τους κρατουμένους, ενώ από την άλλη πλευρά οι κρατούμενοι έπρεπε να υπομένουν την «ποινή» τους.

Ασκήθηκε έντονη κριτική για το συγκεκριμένο πείραμα, καθώς θεωρήθηκε ότι δεν ακολούθησε τον κώδικα δεοντολογίας που απαιτείται στις επιστημονικές έρευνες. Τα ευρήματα του πειράματος έχουν τεθεί υπό αμφισβήτηση, και το πείραμα έχει δεχθεί κριτική για τη μη επιστημονική του μεθοδολογία. Παρά το γεγονός ότι ο Ζιμπάρντο ερμήνευσε το πείραμα ότι οι «φύλακες» ενστικτωδώς απέκτησαν σαδιστικές και αυταρχικές συμπεριφορές, ο ίδιος ο Ζιμπάρντο στην πραγματικότητα είχε δώσει οδηγίες στους “φύλακες” να ασκήσουν ψυχολογικό έλεγχο στους «κρατούμενους».

Παρ’ όλα αυτά, το πείραμα του Φίλιπ Ζιμπάρντο συνεισέφερε σε μεγάλο βαθμό στην κατανόηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς και στον τρόπο με τον οποίο αυτή συνδέεται με τους κοινωνικούς ρόλους που αναλαμβάνουν οι άνθρωποι.

To 2015 κυκλοφόρησε η Αμερικάνικης παραγωγής ταινία «The Stanford Prison Experiment», που αναφερόταν στο διάσημο, αλλά και αμφιλεγόμενο πείραμα.

 

 

Πηγή:reader.gr